Go to full page →

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 30 - Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΙΑ 174

Οι μαθητές αναπαύτηκαν το Σάββατο θλιμμένοι για το θάνατο του Κυρίου τους, ενώ ο Ιησούς, ο ένδοξος Βασιλιάς, βρισκόταν στον τάφο. Όταν νύχτωσε, στρατιώτες τοποθετήθηκαν να φυλάξουν τον τόπο της ανάπαυσης του Σωτήρα και αόρατοι άγγελοι αιωρούνταν επάνω από το ιερό εκείνο μέρος. Η νύχτα πλησίαζε να τελειώσει και, ενώ ήταν ακόμη σκοτεινά, οι άγρυπνοι άγγελοι ήξεραν ότι είχε σχεδόν φτάσει η ώρα για να ελευθερωθεί ο προσφιλής Υιός του Θεού, ο αγαπημένος Αρχηγός τους. Καθώς περίμεναν βαθιά συγκινημένοι την ώρα του θριάμβου Του, ένας ισχυρός άγγελος ήρθε πετώντας βιαστικά από τον ουρανό. Το πρόσωπό του ήταν φωτεινό σαν αστραπή και το ένδυμά του λευκό όπως το χιόνι. Με το πέρασμά του, η λάμψη σκόρπισε το σκοτάδι και έκανε τους πονηρούς αγγέλους που θριαμβευτικά απαιτούσαν το σώμα του Ιησού, να φύγουν τρομαγμένοι από τη λαμπρότητα και τη δόξα του. Ένας από το αγγελικό πλήθος που είχε παρακολουθήσει τη σκηνή της ταπείνωσης του Χριστού και φύλαγε τον τόπο της ανάπαυσής Του, ενώθηκε με τον άγγελο που είχε έρθει από τον ουρανό και μαζί οι δύο κατέβηκαν στο μνήμα. Η γη άρχισε να τρέμει με την παρουσία τους και έγινε ένας δυνατός σεισμός. ΙΑ 174.1

Η ρωμαϊκή φρουρά καταλήφθηκε από φόβο. Πού βρισκόταν τώρα η δύναμή της για να κρατήσει το σώμα του Ιησού; Δεν σκέφτηκαν ούτε το καθήκον τους ούτε τους μαθητές να Τον απαγάγουν. Όταν το φως των αγγέλων έλαμψε γύρω τους λαμπρότερο από τον ήλιο, οι Ρωμαίοι εκείνοι φύλακες έπεσαν σαν νεκροί στο έδαφος. Ο ένας από τους αγγέλους έπιασε τη μεγάλη πέτρα, την κύλησε μακριά από την είσοδο του μνημείου και κάθισε επάνω σ’ αυτήν. Ο άλλος μπήκε στον τάφο και έλυσε το σάβανο από το κεφάλι του Ιησού. ΙΑ 174.2