Loading...
Larger font
Smaller font
Copy
Print
Contents
Η Μεγάλη Διαμάχη Μέρος Πρώτο - Contents
  • Results
  • Related
  • Featured
No results found for: "".
  • Weighted Relevancy
  • Content Sequence
  • Relevancy
  • Earliest First
  • Latest First

    Κεφάλαιο 2: Οι πρωτοι χριστιανοι αφοσιωμενοι και πιστοι

    Όταν ο Χριστός αποκάλυψε στους μαθητές Του την τύχη της Ιερουσαλήμ και τις σκηνές της δευτέρας Παρουσίας Του, ανάγγειλε επίσης και την πείρα του λαού Του από την εποχή που θα απομακρύνονταν από κοντά τους μέχρι τη μέρα της μεγαλόπρεπης και ένδοξης επιστροφής Του που θα σήμαινε την απολύτρωσή τους. Από το όρος των Ελαιών ο Σωτήρας οραματίζονταν τις θύελλες που θα ξεσπούσαν πάνω στην αποστολική εκκλησία. Και διαπερνώντας με το προφητικό Του βλέμμα βαθύτερα ακόμη στο απώτερο μέλλον, διέκρινε τις αδυσώπητες θύελλες να λυσσομανούν κατά των οπαδών Του των επερχομένων γενεών, γενεών βυθισμένων στο σκοτάδι και στον κατατρεγμό. Με μερικές σύντομες αλλά σημαντικότατες φράσεις, προείπε ποιό ρόλο θα διαδραμάτιζαν οι μεγάλοι της γής σε σχέση με την εκκλησία του Θεού. (Ματθ. 24:9,21,22.) Οι οπαδοί του Χριστού θα βάδιζαν πάνω στο ίδιο ταπεινό, εξευτελιστικό και μαρτυρικό μονοπάτι που ο Κύριός τους βάδισε. Η ίδια εχθρότητα που ξέσπασε πάνω στο Λυτρωτή του κόσμου, θα εκδηλώνονταν και εναντίον όλων εκείνων που θα πίστευαν στο όνομά Του.ΜΔ1 25.1

    Η ιστορία της πρώτης Χριστιανικής Εκκλησίας πιστοποιεί την εκπλήρωση των προφητικών λόγων του Σωτήρα. Γήινες και καταχθόνιες δυνάμεις παρατάχθηκαν εναντίον του Χριστού όπως εκπροσωπεύονταν τώρα από τους οπαδούς Του. Αναγνωρίζοντας ο παγανισμός ότι η πρόοδος του ευαγγελίου θα σήμαινε το σάρωμα των ειδωλολατρικών βωμών και ναών, επιστράτευσε όλες του τις δυνάμεις για να εξοντώσει το Χριστιανισμό. Και οι φλόγες του διωγμού άναψαν. Οι Χριστιανοί απογυμνώθηκαν από τα υπάρχοντά τους και διώχθηκαν από τα σπίτια τους. Υπέμειναν “μέγαν αγώνα παθημάτων,” (Εβρ. 10:32.) “Εδοκίμασαν εμπαιγμούς και μάστιγας, έτι δε και δεσμά και φυλακήν.” (Εβρ. 11:36.) Αμέτρητα πλήθη σφράγισαν τη μαρτυρία τους με το αίμα τους. Ελεύθεροι ή σκλάβοι, πλούσιοι ή φτωχοί, γραμματισμένοι ή αμόρφωτοι, χωρίς καμία διάκριση σέρνονταν όλοι στη σφαγή ανιλεώς.ΜΔ1 25.2

    Οι διωγμοί αυτοί χρονολογούνται με τον αυτοκράτορα Νέρωνα, από την εποχή του μαρτυρικού θανάτου του αποστόλου Παύλου, και συνεχίσθηκαν στους κατοπινούς αιώνες με την ίδια πάνω-κάτω αγριότητα. Οι Χριστιανοί κατηγορήθηκαν άδικα για τα πιό αποτρόπαια εγκλήματα και θεωρήθηκαν υπαίτιοι τρομερών θεομηνιών, όπως οι λιμοί, οι επιδημίες και οι σεισμοί. Καθώς είχαν καταντήσει αντικείμενα του γενικού μίσους και της υποψίας, δεν έλλειπαν οι καλοθελητές πληροφοριοδότες που καιροφυλακτούσαν να προδώσουν τους αθώους χάρη εξευτελιστικού κέρδους. Καταδικάσθηκαν σαν αντιδραστικοί κατά της πολιτείας, σαν εχθροί της θρησκείας, σαν αποβράσματα της κοινωνίας. Πλήθη αμέτρητα πετάχθηκαν βορά στα άγρια θηρία, ή κάηκαν ζωντανοί μέσα στα αμφιθέατρα. ‘Αλλοι σταυρώθηκαν. ‘Αλλοι, ρίχθηκαν ντυμένοι με δέρματα αγρίων θηρίων, μέσα στα ιπποδρόμια όπου κατασπαράχθηκαν από τα σκυλιά. Συχνά η τιμωρία τους αποτελούσε το απόγειο της διασκέδασης των θεατών στις δημόσιες τελετές και τα συγκεντρωμένα πλήθη απολάμβαναν το θέαμα και χαιρέτιζαν την επιθανάτια αγωνία τους με παταγώδη γέλοια και χειροκροτήματα.ΜΔ1 26.1

    Όπου κι αν προσπαθούσαν να κρυφθούν, οι οπαδοί του Χριστού καταδιώκονταν σαν τα άγρια θηρία. Αναγκασμένοι να ζητούν κρυσφύγετο σ’ ερημικά κι απομονωμένα μέρη, περιφέρονταν διαρκώς “υστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, των οποίων δεν ήτο άξιος ο κόσμος. Πλανώμενοι εν ερημίαις και όρεσι και σπηλαίοις και ταις τρύπαις της γής.” (Εδ. 37-38.) Οι κατακόμβες πρόσφεραν άσυλο σε χιλιάδες. Στα έγκατα των λόφων έξω από τη Ρώμη, είχαν σκαφθεί πελώριες γαλαρίες μέσα στη γή και στα βράχια. Ένας σκοτεινός δαίδαλος υπογείων διαβάσεων επεκτείνονταν σε ολόκληρα χιλιόμετρα έξω από τα τείχη της πόλης. Σ’ αυτά τα υπόγεια καταφύγια οι οπαδοί του Χριστού έθαβαν τους νεκρούς τους. Αλλά και σ’ αυτά κατέφευγαν οι ίδιοι όταν τους υποπτεύονταν και τους προσημείωναν.Όταν ο Ζωοδότης Θεός καλέσει στη ζωή όλους εκείνους που αγωνίσθηκαν “τον καλόν αγώνα της πίστεως,” πολλοί τότε μάρτυρες του Ιησού θα παρουσιασθούν βγαίνοντας από τις σκοτεινές αυτές σπηλιές.ΜΔ1 26.2

    Μέσα στους φρικιαστικότερους διωγμούς, οι Χριστιανοί εκείνοι μάρτυρες διατήρησαν την πίστη τους αμόλυντη. Αν και στερημένοι από κάθε άνεση, αποξενωμένοι από τον ήλιο και το φώς, κάνοντας σπίτια τους τα ανήλιαγα, αλλά φιλόξενα σπλάχνα της γής, δεν παραπονούνταν ποτέ. Με ελπιδοφόρα λόγια πίστης και καρτερικότητας, ενθάρρυναν ο ένας τον άλλον, υπομένοντας κακουχίες και στερήσεις. Η απογύμνωσή τους από κάθε επίγειο αγαθό δεν μπορούσε να τους κάνει να αρνηθούν τον Χριστό. Οι δοκιμασίες και οι κατατρεγμοί τους οδηγούσαν μόνο πλησιέστερα πρός την τελική ανάπαυση κι ανταμοιβή.ΜΔ1 26.3

    Όπως στα παλιά τα χρόνια οι δούλοι του Θεού, πολλοί και από αυτούς “εβασανίσθησαν μη δεχθέντες την απολύτρωσιν δια να αξιωθώσιν καλυτέρας αναστάσεως.” (εδ. 35.) Θυμώταν τα λόγια του Κυρίου τους ότι όταν θα διώκονταν για το όνομα του Χριστού, έπρεπε να αισθάνονται μεγάλη χαρά, γιατί μεγάλος θα ήταν και ο μισθός τους στον ουρανό. Επειδή έτσι διώχθηκαν και οι προφήτες πρίν απ’ αυτούς. Χαίρονταν που είχαν κριθεί άξιοι να υποφέρουν για την αλήθεια, και οι θριαμβευτικές τους υμνωδίες ανέρχονταν μέσα από το θρόισμα της φωτιάς του μαρτυρίου τους. Ατενίζοντας ψηλά, έβλεπαν με τα μάτια της πίστης το Χριστό και τους αγγέλους να τους παρακολουθούν από τις επάλξεις του ουρανού με το στοργικότερο ενδιαφέρον, επιδοκιμάζοντες την καρτερικότητά τους. Και άκουγαν τότε μια φωνή προερχόμενη από το θρόνο του Θεού να τους λέγει: “Γίνου πιστός μέχρι θανάτου και θέλω σοι δώσει τον στέφανον της ζωής.” (Αποκ. 2:10.)ΜΔ1 27.1

    Μάταια προσπαθούσε ο Σατανάς να αφανίσει την εκκλησία του Χριστού με τα μέσα της βίας. Ο μεγάλος ανταγωνισμός κατά τον οποίο οι μαθητές του Ιησού κατέθεταν τη ζωή τους δε σταματούσε όταν οι αφοσιωμένοι εκείνοι σημαιοφόροι έπεφταν στις επάλξεις τους. Η ήττα τους μεταβάλλονταν σε νίκη. Οι εργάτες του Θεού θανατώνονταν, το έργο τους όμως προχωρούσε διαρκώς. Το ευαγγέλιο εξακολουθούσε να διαδίδεται και ο αριθμός των οπαδών Του να πολλαπλασιάζεται. Εισέδυε σε περιοχές που δεν ήταν προσιτές ούτε σ’ αυτούς ακόμη τους Ρωμαϊκούς αετούς. Όπως μαρτυρούν και τα επιπληκτικά λόγια ενός Χριστιανού μάρτυρα πρός τους ειδωλολάτρες προαγωγούς του διωγμού: “Σκοτώστε μας, βασανίστε μας, καταδικάστε μας ... Η αδικία σας αποδείχνει την αθωότητά μας ... Ούτε η αγριότητά σας θα σας οφελήσει σε τίποτε.” (Δεν ήταν παρά μια αποτελεσματικότερη πρόσκληση για να πυκνώσουν και άλλοι τις τάξεις τους.) “Οσο συχνότερα μας θερίζετε, τόσο περισσότερο εμείς αυξάνομε. Το χριστιανικό αίμα είναι σαν το σπόρο.” (Τερτουλλιανός, “Απολογία,” παράγρ. 50.)ΜΔ1 27.2

    Χιλιάδες μαρτύρων φυλακίσθηκαν ή οδηγήθηκαν στη σφαγή. ‘Αλλοι όμως ξεφύτρωναν και έπαιρναν τη θέση τους. Και όσοι έδιναν μαρτυρικό θάνατο για την πίστη τους ήταν εξασφαλισμένοι από τον Χριστό που τους θεωρούσε νικητές. Είχαν αγωνισθεί τον καλόν αγώνα και θα λάβαιναν το στέφανο της δόξας όταν θα έρχονταν ο Χριστός. Οι δοκιμασίες που υφίσταντο έφερναν τους Χριστιανούς πλησιέστερα τον ένα πρός τον άλλο και όλους μαζύ πρός το Σωτήρα Τους. Το παράδειγμα της ζωής τους και η μαρτυρία του θανάτου τους απέβαιναν μια αδιάκοπη μαρτυρία χάρη της αλήθειας· και κάποτε, εκεί όπου κανείς δεν το περίμενε, οι οπαδοί του Σατανά λιποτακτούσαν από τις τάξεις του και παρατάσσονταν κάτω από το λάβαρο του Χριστού.ΜΔ1 28.1

    Για να επιτύχει λοιπόν ο Διάβολος στον πόλεμο κατά της θεϊκής διακυβέρνησης, κατέστρωσε το σχέδιο να στήσει το λάβαρό του μέσα σ’ αυτή τη χριστιανική εκκλησία. Αν κατόρθωνε να εξαπατήσει τους οπαδούς του Χριστού και να τους κάνει με τη στάση τους να δυσαρεστήσουν το Θεό, τότε θα έχαναν τη σταθερότητα, το θάρρος και την αποφασιστικότητά τους και θα κατέληγαν εύκολη λεία στα χέρια του.ΜΔ1 28.2

    Και από τότε ο μεγάλος ανταγωνιστής αποφάσισε να επιτύχει με τεχνάσματα ότι απέτυχε να εξασφαλίσει με τη βία. Οι διωγμοί σταμάτησαν και η θέση τους αναπληρώθηκε με τα επικίνδυνα δελεάσματα της πρόσκαιρης ευημερίας και των κοσμικών τιμών. Ειδωλολάτρες ασπάζονταν κατά μέρος μόνο την χριστιανική πίστη, ενώ απέρριπταν ορισμένες από τις βασικότερες αρχές του Χριστιανισμού. Ισχυρίζονταν ότι αποδέχονταν τον Ιησού σαν Υιό του Θεού, ότι πίστευαν στο θάνατο και στην ανάστασή Του, κατά βάθος όμως δεν είχαν συναίσθηση της αμαρτίας, ούτε αντιλαμβάνονταν την ανάγκη για μετάνοια και για την ανακαίνιση της ψυχής. Και αφού οι ίδιοι έκαναν ορισμένες υποχωρήσεις, πρότειναν να κάνουν υποχωρήσεις και οι Χριστιανοί ώστε να ενωθούν μεταξύ τους πάνω στο κοινό πλατύσκαλο της πίστης στο Χριστό.ΜΔ1 28.3

    Τώρα η εκκλησία αντιμετώπιζε ένα φοβερό κίνδυνο. Μπροστά σ’ αυτόν τα βασανιστήρια, η φυλακή, η φωτιά και το μαχαίρι δεν ήταν παρά ευλογία. Μερικοί από τους Χριστιανούς έμειναν ακλόνητοι δηλώνοντας ότι τους ήταν αδύνατο να προβούν σε οποιονδήποτε συμβιβασμό. ‘Αλλοι όμως ευνοούσαν τις παραχωρήσεις ή τις τροποποιήσεις ορισμένων θρησκευτικών αρχών, καθώς και την ένωση με τους κατά μέρος Χριστιανούς και υποστήριζαν ότι μ’ αυτό τον τρόπο θα επέρχονταν ο ολοκληρωτικός εκχριστιανισμός των τελευταίων. Αυτή ήταν μιά περίοδος μεγάλης ψυχικής αγωνίας για τους πιστούς οπαδούς του Χριστού. Κάτω από το κάλυμμα της προσποιητής αυτής Χριστιανωσύνης, ο ίδιος ο Σατανάς γλιστρούσε ύπουλα μέσα στην εκκλησία, αποσκοπώντας στην αλλοίωση της πίστης και στρέφοντας τις καρδιές των ανθρώπων μακρυά από το λόγο της αλήθειας.ΜΔ1 28.4

    Τελικά η πλειοψηφία των Χριστιανών συγκατένευσε να χαμηλώσουν το λάβαρο της πίστης με αποτέλεσμα την ένωση του Χριστιανισμού με τον παγανισμό. Αν και οι λατρευτές των ειδώλων ισχυρίζονταν ότι είχαν ασπασθεί τη νέα θρησκεία και είχαν γίνει μέλη της εκκλησίας, παρέμειναν μολαταύτα προσηλωμένοι στα ειδωλολατρικά τους έθιμα, αντικαθιστώντας μόνο τα προηγούμενα αντικείμενα της λατρείας τους με τις εικόνες του Χριστού, της Παρθένου Μαρίας και των αγίων. Εισχωρώντας μ’ αυτόν τον τρόπο η μολυσμένη ζύμη της αμαρτίας μέσα στην εκκλησία, συνέχισε το διαβρωτικό της έργο. Νοσηρά δόγματα, δεισιδαιμονικές τελετουργίες και ειδωλολατρικές ιεροτελεστίες ενσωματώθηκαν τότε με την πίστη και τη λατρεία της εκκλησίας. Η συμμαχία αυτή των οπαδών του Χριστού με τους ειδωλολάτρες κατέληξε στη διαφθορά της χριστιανικής θρησκείας και στην απώλεια της εκκλησιαστικής αγνότητας και δύναμης. Μολαταύτα υπήρχαν μερικοί που δεν παρασύρθηκαν από τις παραπλανήσεις αυτές. Διατήρησαν την αφοσίωσή τους προς τον Αρχηγό της αλήθειας και λάτρευαν αποκλειστικά και μόνο το Θεό.ΜΔ1 29.1

    Ανέκαθεν υπήρχαν δύο τάξεις των λεγομένων οπαδών του Χριστού: αυτοί που μελετούν προσεκτικά τη ζωή του Σωτήρα και με προθυμία καταβάλλουν κάθε προσπάθεια να διορθώσουν τα σφάλματά τους αντιγράφοντας το Θείο Πρότυπο, και οι άλλοι που αποστρέφονται τις απλές πρακτικές αλήθειες οι οποίες εκθέτουν τα λάθη τους. Ακόμη και στην ιδανική της κατάσταση, ποτέ η εκκλησία δεν αποτελέσθηκε αποκλειστικά από στοιχεία καθαρά, αγνά και ειλικρινή. Ο Σωτήρας μας δίδαξε ότι όσοι φανερά υποθάλπουν την αμαρτία δεν πρέπει να γίνονται δεκτοί στους κόλπους της εκκλησίας. Γύρω Του όμως συγκέντρωσε ανθρώπους με ελαττωματικό χαρακτήρα, χορηγώντας τους το προνόμιο να παρατηρήσουν τόσο τη διδαχή όσο και την έμπρακτη ζωή Του, ώστε να έχουν την ευκαιρία να αναγνωρίσουν τα σφάλματά τους και να τα επανορθώσουν. Ανάμεσα στους δώδεκα αποστόλους συμπεριλαμβάνονταν και ένας προδότης. Δε συγκαταλέχθηκε ο Ιούδας με τους δώδεκα για τα ελαττώματα του χαρακτήρα του, αλλά παρά τα ελαττώματά του αυτά. Είχε την ευκαιρία να συνδεθεί με τους μαθητές ώστε, με τη διδαχή και το παράδειγμα του Χριστού, να γνωρίσει τι αποτελεί το χριστιανικό χαρακτήρα. Αυτό θα τον βοηθούσε να αναγνωρίσει τα λάθη του, να μετανοήσει και με τη βοήθεια του Θεού, να εξαγνίσει την ψυχή του υπακούοντας στην αλήθεια. Αλλ’ αντί να βαδίσει στο φώς που με τόση χάρη φώτιζε το δρόμο του, ο Ιούδας, υποθάλποντας την αμαρτία, προκαλούσε τους πειρασμούς του Σατανά. Τα πονηρά στοιχεία του χαρακτήρα του κυριάρχησαν μέσα του. Παραχωρώντας τη σκέψη του στον έλεγχο των δυνάμεων του σκότους, δυστροπούσε όταν του γίνονταν παρατηρήσεις για τα σφάλματά του, και έτσι έφθασε μέχρι το σημείο να διαπράξει το αποτρόπαιο έγκλημα να προδώσει τον Κύριό του. Το ίδιο συμβαίνει και με όλους όσους, κάτω από μιά επίπλαστη θεοσέβεια, υποθάλπουν την αμαρτία. Μισούν αυτούς που τους ταράζουν την ησυχία με το να κατακρίνουν την αμαρτωλή συμπεριφορά τους. Μόλις παρουσιασθεί η ευκαιρία, δε διστάζουν να προδώσουν σαν τον Ιούδα αυτούς που προσπάθησαν να τους ελέγξουν για το καλό τους.ΜΔ1 29.2

    Οι απόστολοι συνάντησαν μέσα στην εκκλησία άτομα που ενώ υποκρίνονταν ευσέβεια, υπέθαλπαν κρυφά την ανομία. Ένα τέτοιο δόλιο ρόλο έπαιξαν ο Ανανίας και η Σαπφείρα. Υποκρινόμενοι ότι υποβάλλονταν σε μιά ολοσχερή θυσία για το Θεό, στην πραγματικότητα από πλεονεξία κατακρατούσαν ένα μέρος για τον εαυτό τους. Το Πνεύμα της αλήθειας απεκάλυψε στους αποστόλους τον πραγματικό χαρακτήρα των υποκριτών εκείνων και η Θεία Δίκη απάλλαξε την εκκλησία από τη στυγνή κηλίδα που μόλυνε την αγνότητά της. Αυτή η φανερή επισήμανση της παρουσίας του ερευνητικού Πνεύματος του Χριστού μέσα στην εκκλησία, τρομοκράτησε τους κακοήθεις και τους υποκριτές. Δεν μπορούσαν να μείνουν για πολύ ενωμένοι μ’ αυτούς που αποδεικνύονταν από το ήθος και το χαρακτήρα τους γνήσιοι αντιπρόσωποι του Χριστού. Και όταν οι δοκιμασίες και οι κατατρεγμοί ξέσπασαν εναντίον των Χριστιανών, μόνο εκείνοι που ήταν πρόθυμοι να εγκαταλείψουν τα πάντα χάρη της αλήθειας, επιθυμούσαν να γίνουν μαθητές Του. Όσο λοιπόν διάστημα συνεχίζονταν οι διωγμοί, η εκκλησία διατήρησε σχετικά την αγνότητά της. Αλλ’ όταν σταμάτησαν οι διωγμοί, νέοι προσήλυτοι προστίθονταν που ήταν λιγότερο ειλικρινείς και καθιερωμένοι, και αυτό έδωσε στο Σατανά την ευκαιρία να βάλει το πόδι του μέσα στην εκκλησία.ΜΔ1 30.1

    Καμιά όμως σχέση δεν έχει ο Άρχοντας του φωτός με τον αρχηγό του σκότους· ούτε και συνάφεια καμιά μπορεί να υπάρξει ανάμεσα στους οπαδούς τους. Όταν οι Χριστιανοί συγκατατέθηκαν να ενωθούν με τους κατά μέρος εκχριστιανισμένους ειδωλολάτρες, διάλεξαν ένα μονοπάτι που απομακρύνονταν όλο και περισσότερο από την αλήθεια. Και ο Σατανάς θριάμβευε με την επιτυχία του στο να εξαπατήσει ένα τόσο μεγάλο αριθμό οπαδών του Χριστού. Επιστρατεύοντας τότε τις δυνάμεις του για την ολοκληρωτική επιβολή του επάνω τους, τους ενέπνευσε να εξοντώσουν εκείνους οι οποίοι εξακολουθούσαν να παραμένουν πιστοί στο Θεό. Κανείς δεν είχε μεγαλύτερη επιτηδειότητα να καταπολεμήσει την αγνή χριστιανική πίστη απ’ αυτούς που άλλοτε υπήρξαν οι υποστηρικτές της. Ενωμένοι τώρα οι αποστάτες αυτοί Χριστιανοί με τους μισο-ειδωλολάτρες συντρόφους τους, έστρεψαν τις προσπάθειές τους εναντίον των βασικοτέρων αρχών της διδασκαλίας του Χριστού.ΜΔ1 31.1

    Απεγνωσμένες τώρα προσπάθειες έπρεπε να καταβάλουν όσοι επιθυμούσαν να διατηρήσουν την πίστη τους απαλλαγμένη από τα νοθεύματα και τα βδελύγματα που, καλυμμένα κάτω από τα ιερατικά άμφια, παρουσιάσθηκαν μέσα στην εκκλησία. Η Αγία Γραφή έπαψε να θεωρείται ο κανόνας της πίστης. Η αρχή της θρησκευτικής ανεξαρτησίας θεωρήθηκε αίρεση και οι θιασώτες της έγιναν μισητοί και κηρύχθηκαν εκτός νόμου.ΜΔ1 31.2

    'Υστερα από μακρές και σοβαρές ζυμώσεις, οι ολιγάριθμοι πιστοί αποφάσισαν να διακόψουν κάθε δεσμό με την αποστάτρια εκκλησία, αφού δεν εννοούσε να απαλλαγεί από την πλάνη και τα ειδωλολατρικά στοιχεία. Αναγνώρισαν ότι ο αποχωρισμός από αυτήν αποτελούσε τη μοναδική λύση αν επιθυμούσαν να υπακούσουν στο λόγο του Θεού. Δεν εννοούσαν να ανεχθούν λάθη μοιραία για τη σωτηρία της δικής τους ψυχής, ούτε και να διακινδυνέψουν με το παράδειγμά τους την πίστη των παιδιών τους και των παιδιών τους των παιδιών. Για τη διατήρηση της ειρήνης και της ενότητας ήταν διατεθειμένοι να προβούν σε οποιαδήποτε υποχώρηση, φθάνει αυτή να συμφωνούσε με την πιστότητά τους στο Θεό. ‘Εκριναν όμως ότι και αυτή ακόμη η ειρήνη θα στοίχιζε πολύ ακριβά, αν ήταν να την εξαγοράσουν θυσιάζοντας στο βωμό τους τις υγιείς αρχές τους. Αν πρόκειται η ενότητα να εξασφαλισθεί εις βάρος της αλήθειας και της δικαιοσύνης, τότε προτιμότερη ήταν η διάσταση και αυτός ακόμη ο πόλεμος.ΜΔ1 31.3

    Θα ήταν ευχής έργο τόσο για την εκκλησία όσο και για τον κόσμο αν τα βασικά κίνητρα των καθιερωμένων εκείνων ατόμων ξαναζούσαν στις καρδιές του λεγομένου λαού του Θεού. Παρατηρείται μια ανησυχαστική αδιαφορία των ανθρώπων για τις διδαχές που αποτελούν τους στήλους της χριστιανικής πίστης. Η γνώμη ότι στο κάτω-κάτω οι αρχές αυτές δεν είναι ζωτικής σημασίας, κερδίζει διαρκώς έδαφος. Μιά τέτοια πνευματική κατάπτωση δυναμώνει τις ενέργειες των οργάνων του Σατανά, ώστε όλες εκείνες οι πλανεμένες θεωρίες και οι μοιραίες εξαπατήσεις τις οποίες οι πιστοί των περασμένων αιώνων με κίνδυνο της ζωής τους εξέθεσαν και καταπολέμησαν, γίνονται τώρα ευνοϊκά αποδεκτές από χιλιάδες ανθρώπων που ισχυρίζονται ότι είναι οπαδοί του Χριστού.ΜΔ1 32.1

    Πράγματι οι πρώτοι Χριστιανοί ήταν ένας ιδιόρρυθμος λαός. Η άψογη συμπεριφορά τους και η ακλόνητη πίστη τους φαίνονταν σαν μιά συνεχής επίπληξη που διασάλευε την ειρήνη των αμαρτωλών. Αν και λίγοι τον αριθμό, μη διαθέτοντας πλούτη, κοινωνικές θέσεις ή τίτλους τιμητικούς, προξενούσαν το φόβο των ασεβών όπου γίνονταν γνωστός ο χαρακτήρας και οι διδαχές τους. Γι’ αυτό μισήθηκαν και αυτοί από τους ασεβείς, όπως ακριβώς ο Άβελ μισήθηκε από τον άπιστο τον αδελφό του Κάϊν, Για τον ίδιο ακριβώς λόγο που ο Κάϊν θανάτωσε τον Άβελ, θανάτωναν και το λαό του Θεού εκείνοι που προσπαθούσαν να απορρίψουν τον έλεγχο του Αγίου Πνεύματος. Για τον ίδιο λόγο που οι Ιουδαίοι απέρριψαν και σταύρωσαν το Σωτήρα—επειδή ο αγνός και άγιος χαρακτήρας Του ήταν γι’ αυτούς μιά συνεχής επίπληξη για την εγωκεντρική και διεφθαρμένη ζωή τους. Από την εποχή του Χριστού μέχρι σήμερα, οι πιστοί ακόλουθοί Του πάντοτε προκαλούσαν το μίσος και την αντίσταση εκείνων που τους αρέσει να ακολουθούν το δρόμο της αμαρτίας.ΜΔ1 32.2

    Πως γίνεται όμως το ευαγγέλιο να ονομάζεται η αγγελία της ειρήνης; Προφητεύοντας ο Ησαΐας τη γέννηση του Μεσσία, Τον αναφέρει με τον τίτλο, “ο Άρχων της ειρήνης.” Και γνωστοποιώντας οι άγγελοι στους ποιμένες τη γέννηση του Χριστού έψαλλαν πάνω από τις πεδιάδες της Βηθλεέμ: “Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γής ειρήνη· εν ανθρώποις ευδοκία.” (Λουκ. 2:14.) Υπάρχει μιά φαινομενική αντίφαση ανάμεσα στις προφητικές αυτές αγγελίες και στα λόγια του ίδιου του Χριστού: “Δεν ήλθον να βάλω ειρήνην, αλλά μάχαιραν.” (Ματθ. 10:34.) Στην πραγματική τους όμως έννοια, τα δύο αυτά εναρμονίζονται τέλεια. Το ευαγγέλιο είναι αγγελία ειρήνης. Ο Χριστιανισμός είναι σύστημα που, αν θα γίνονταν δεκτό και εφαρμόζονταν από τους ανθρώπους, θα σκόρπιζε ειρήνη, αρμονία και ευτυχία σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Η θρησκεία του Χριστού ενώνει με στενή συναδελφωσύνη όλους όσους παραδέχονται τις αρχές της. Του Χριστού η αποστολή ήταν να συμφιλιώσει τους ανθρώπους με το Θεό και αναμεταξύ τους. Αλλά το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου βρίσκεται κάτω από την επήρεια του Σατανά, του πιό άσπονδου εχθρού του Χριστού. Το ευαγγέλιο παρουσιάζει ηθικές αρχές εντελώς αντίθετες από τις ατομικές συνήθειες και επιθυμίες τους, γι’ αυτό και ξεσηκώνονται και επαναστατούν εναντίον του. Μισούν την αγνότητα η οποία ξεσκεπάζει και καταδικάζει τις αμαρτίες τους και γι’ αυτό καταδιώκουν μέχρι την εξόντωση εκείνους που τους παροτρύνουν να συμμορφωθούν με τις δίκαιες και ιερές απαιτήσεις του. Κάτω από αυτή την έννοια—ότι δηλαδή οι υπέροχες αλήθειες του προκαλούν μίσος και αντιπερισπασμό—το ευαγγέλιο μπορεί να αποκαλεσθεί μάχαιρα.ΜΔ1 33.1

    Το δυσεξήγητο γεγονός ότι η Θεία Πρόνοια επιτρέπει να καταδιώκονται οι δίκαιοι από τους ασεβείς, έγινε αφορμή να σκανδαλισθούν πολλοί των οποίων η πίστη είναι αδύνατη. Μερικοί μάλιστα είναι έτοιμοι και να αποβάλουν τελείως την εμπιστοσύνη τους στο Θεό επειδή ανέχεται να ευημερούν οι αχρειότεροι των ανθρώπων, τη στιγμή που οι καλύτεροι και οι αγνότεροι υποφέρουν καταδυναστευόμενοι από την άγρια συμπεριφορά των τελευταίων. Πως είναι δυνατόν, διερωτώνται, ένας δίκαιος πανεύσπλαχνος συνάμα και παντοδύναμος Θεός να ανέχεται μια τέτοια φοβερή αδικία και καταπίεση; Μιά τέτοια ερώτηση δεν πρέπει να μας απασχολεί. Ο Θεός μας έδωσε ικανά τεκμήρια της αγάπης Του και δεν πρέπει να αμφιβάλομε για την αγαθότητά Του, επειδή δεν είμαστε σε θέση να καταλάβομε με ποιό τρόπο εργάζεται η Πρόνοιά Του. Διαισθανόμενος τις αμφιβολίες που θα τάρασσαν την ψυχή των μαθητών Του κατά τις ζοφερές ώρες της δοκιμασίας, ο Χριστός τόνισε: “Ενθυμείσθε τον λόγον τον οποίον είπον πρός εσάς. Δεν είναι δούλος μεγαλύτερος του Κυρίου αυτού. Εάν Εμέ έδιωξαν και σάς θέλουσι διώξει.” (Ιωάν. 15:20.) Κανένας από τους οπαδούς Του δεν αναγκάσθηκε ποτέ να υποφέρει από την αγριότητα των ασεβών περισσότερο από ότι ο ίδιος ο Χριστός υπέφερε για μάς. Όσοι καλούνται να αντιμετωπίσουν βασανιστήρια και μαρτυρικό θάνατο, δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να ακολουθούν τα ίχνη του αγαπητού Υιού του Θεού.ΜΔ1 33.2

    “Δεν βραδύνει ο Κύριος την υπόσχεσιν Αυτού.” (Β’ Πέτρ. 3:9.) Δεν λησμονεί, ούτε εγκαταλείπει τα παιδιά Του. Αλλ’ επιτρέπει στους ασεβείς να δείξουν τον πραγματικό τους χαρακτήρα, ώστε κανένας που επιθυμεί να κάνει το θέλημά Του να εξαπατηθεί απ’ αυτούς. Ένας άλλος λόγος για τον οποίο επιτρέπεται να περνούν οι δίκαιοι από το καμίνι των δοκιμασιών είναι να εξαγνισθούν αυτοί οι ίδιοι και να αποδείξουν και στους άλλους με το παράδειγμά τους ότι μπορεί πραγματικά να υπάρξει μιά ζωή πίστης και αγιωσύνης. Και ακόμη για να μπορέσουν με την άμεμπτη διαγωγή τους να κατακρίνουν τους άπιστους και ασεβείς.ΜΔ1 34.1

    Ο Θεός επιτρέπει στους ασεβείς να ευημερούν και να φανερώνουν την έχθρα τους απέναντι Του, ώστε όταν ξεχειλίσει το ποτήρι της παρανομίας τους και έρθει η ώρα της τελικής καταστροφής τους, να μπορέσουν όλοι τότε να αντιληφθούν τη δικαιοσύνη και την ευσπλαχνία Του. Σπεύδει η ημέρα της εκδίκησης του Θεού όταν όλοι οι παραβάτες του νόμου Του και οι καταπιεστές του λαού Του θα λάβουν τη δίκαια μισθαποδοσία για τα όσα έπραξαν. Όταν η κάθε αδικία ή βαναυσότητα που υπέστησαν οι πιστοί του Κυρίου θα τιμωρηθεί σάν να είχε στραφεί εναντίον του ίδιου του Χριστού.ΜΔ1 34.2

    Υπάρχει όμως και ένα άλλο σημαντικότερο ερώτημα που θα έπρεπε να εφιστήσει την προσοχή των συγχρόνων εκκλησιών. Ο απόστολος Παύλος δηλώνει ότι “Πάντες οι θέλοντες να ζώσιν ευσεβώς εν Χριστώ Ιησού θέλουσι διωχθεί.” (Β’ Τιμ. 3:12.) πώς εξηγείται λοιπόν ότι οι διωγμοί έχουν κατευνασθεί σχεδόν καθολοκληρία; Η μοναδική εξήγηση είναι ότι η εκκλησία έχει προσαρμοσθεί με τις αρχές του κόσμου και γΓ αυτό δεν προκαλεί καμιά αντίδραση. Η θρησκεία των ημερών μας δεν έχει τον ίδιο αγνό και άσπιλο χαρακτήρα που είχε η πίστη της εποχής του Χριστού και των αποστόλων. Είναι μόνο το πνεύμα του συμβιβασμού με την αμαρτία, μόνο η περιφρόνηση των πολυτίμων αληθειών του λόγου του Θεού, μόνο η περιορισμένη θρησκευτική ζωτικότητα της εκκλησίας που έχουν καταστήσει τη χριστιανική θρησκεία τόσο φαινομενικά δημοφιλή για τον κόσμο. Ας αναζωπυρρώνονταν και πάλι η πίστη και η δυναμικότητα της πρώτης εκκλησίας και αμέσως θα ξανάναβε το πάθος των διωγμών και αμέσως θα ξαναζωντάνευαν οι φλόγες των μαρτυρικών βωμών.ΜΔ1 34.3