Loading...
Larger font
Smaller font
Copy
Print
Contents
Πράξεις των Αποστόλων - Contents
  • Results
  • Related
  • Featured
No results found for: "".
  • Weighted Relevancy
  • Content Sequence
  • Relevancy
  • Earliest First
  • Latest First

    ΚΕΦΆΛΑΙΟ 30—ΚΑΛΕΣΜΕΝΟΙ ΓΙΑ ΑΝΩΤΕΡΑ ΙΔΑΝΙΚΑ

    (Βασίζεται στην πρώτη προς Κορινθίους επιστολή.)ΠΑ 271.1

    Με την ελπίδα να χαράξει βαθειά στη σκέψη των Κορινθίων πιστών τη σπουδαιότητα της σταθερής αυθυποβολής, της αυστηρής εγκράτειας και του αδιάπτωτου ζήλου για την υπηρεσία του Χριστού, ο Παύλος, στο γράμμα που τους έγραψε, έκανε μία εντυπωσιακή σύγκριση ανάμεσα στο χριστιανικό αγώνα και στους περίφημους αγώνες δρόμου που γίνονταν κατά διαστήματα στην Κόρινθο. Από όλα τα αγωνίσματα που είχαν καθιερωθεί από τους Έλληνες και τους Ρωμαίους, οι αγώνες δρόμου ήταν οι αρχαιότεροι και θεωρούντο οι σπουδαιότεροι. Τους παρακολουθούσαν βασιλείς, ευγενείς και κυβερνητικοί επίτροποι. Πλούσιοι νέοι, αριστοκρατικής καταγωγής έπαιρναν μέρος σ’ αυτούς και δεν δίσταζαν μπροστά σε καμία θυσία και υποβάλλονταν σε πειθαρχία προκειμένου να κερδίσουν το βραβείο.ΠΑ 271.2

    Οι αγώνες ρυθμίζονταν από τους πιο αυστηρούς κανονισμούς από τους οποίους κανείς δεν αποτελούσε εξαίρεση. Αυτοί που επιθυμούσαν να δουν το όνομά τους μεταξύ των υποψηφίων αγωνιστών για το βραβείο όφειλαν προηγουμένως να υποβληθούν σε σκληρή προπόνηση. Δεν ακολουθούν βλαβερές συνήθειες στο φαγητό, ή οποιαδήποτε άλλη έξη που μπορούσε να μειώσει τις φυσικές ή πνευματικές τους δυνάμεις απαγορεύονταν αυστηρότατα. Προκειμένου να τρέφει κανείς κάποια ελπίδα για να επιτύχει στις δοκιμασίες αυτές της αντοχής ή της ταχύτητας, έπρεπε να διατηρεί τους μύες γερούς και ευλύγιστους, ενώ έπρεπε και να είναι κυρίαρχος των νεύρων του. Η κάθε κίνηση έπρεπε να είναι μελετημένη, το κάθε βήμα ταχύ και σταθερό. Οι φυσικές δυνάμεις έπρεπε να αναπτυχθούν στο ανώτερο δυνατό σημείο.ΠΑ 271.3

    Όταν οι δρομείς έκαναν την εμφάνισή τους μπροστά στα αναμενόμενα πλήθη, τα ονόματά τους αναγγέλλονταν δυνατά και οι όροι του αγωνίσματος αναφέρονταν με σαφήνεια. Τότε ξεκινούσαν όλοι μαζί, ενώ η εντατική προσοχή των θεατών τους ενέπνεε με αποφασιστικότητα να νικήσουν. Οι κριτές έπαιρναν τη θέση τους κοντά στο σημείο του τέρματος για να μπορούν να παρακολουθούν τον αγώνα απ’ την αρχή μέχρι το τέλος, απονέμοντας το βραβείο στον πραγματικό νικητή. Αν κάποιος έφθανε πρώτος στο τέρμα επωφελούμενος από κάποιο παράνομο μέσο, δεν έπαιρνε το βραβείο.ΠΑ 272.1

    Οι αγώνες αυτοί ήταν πολύ επικίνδυνοι. Μερικοί δεν συνέρχονταν ποτέ από την τρομερή σωματική καταπόνηση. Δεν ήταν ασυνήθιστο το θέαμα των ανδρών που ενώ αγωνίζονταν, έπεφταν κάτω αιμορραγώντας από τη μύτη και το στόμα. Πολλές φορές ο αγωνιζόμενος σωριάζονταν νεκρός τη στιγμή που ήταν έτοιμος να πάρει το βραβείο. Η πιθανότητα όμως αυτή μιας ισόβιας σωματικής βλάβης ή και του θανάτου δεν θεωρείτο απροσπέλαστος κίνδυνος προκειμένου να αγωνισθεί κανείς για την τιμή που περίμενε τον αγωνιζόμενο νικητή.ΠΑ 272.2

    Όταν ο νικητής έφτανε στο τέρμα, τα χειροκροτήματα του τεράστιου πλήθους των θεατών έσχιζαν τον αέρα και αντηχούσαν στους λόφους και στα γύρω βουνά. Μπροστά σε όλους τους θεατές, ο κριτής του προσέφερε τα σύμβολα της νίκης - ένα στεφάνι από φύλλα δάφνης και ένα κλαδί από φοίνικα που το κρατούσε στο δεξί του χέρι. Οι άνθρωποι έπλεκαν το εγκώμιό του απ’ άκρη σ’ άκρη της χώρας. Οι γονείς του συμπεριλαμβάνονταν και αυτοί στις αποδιδόμενες τιμές. Ακόμη και η γενέτειρά του απολάμβανε μεγάλη εκτίμηση για το ότι είχε παράγει ένα τόσο διάσημο αθλητή.ΠΑ 272.3

    Παραβάλλοντας τα αθλητικά αυτά αγωνίσματα με το χριστιανικό αγώνα, ο Παύλος τόνισε την κατάλληλη προκατάρτιση για την εξασφάλιση της επιτυχίας των συμμετεχόντων στον αγώνα: την προεισαγωγική πειθαρχία, την προσεκτική δίαιτα, την απαραίτητη εγκράτεια. «Πας ο αγωνιζόμενος εις πάντα εγκρατεύεται,» δήλωσε. Οι δρομείς εγκατέλειπαν κάθε ροπή που μπορούσε να εξασθενήσει τις φυσικές τους δυνάμεις και με αυστηρή και συνεχή πειθαρχία ασκούσαν τους μύες τους σε δύναμη και σε αντοχή ώστε όταν θα έφθανε η ημέρα του αγωνίσματος, να είναι σε θέση να τους χρησιμοποιήσουν όσο γίνονταν σκληρότερα. Πόσο σημαντικότερο είναι για το Χριστιανό του οποίου τα αιώνια συμφέροντα διακυβεύονται, να υποτάξει τα πάθη και τις ορέξεις του στη λογική και στο θέλημα του Θεού! Δεν πρέπει να επιτρέψει ποτέ να αποσπασθεί η προσοχή του από τις διασκεδάσεις, τις απολαύσεις και την καλοπέραση. Πρέπει να υποβάλει όλες τις έξεις και τα πάθη του στην αυστηρότερη πειθαρχία. Η λογική, φωτισμένη από τα διδάγματα του λόγου του Θεού και καθοδηγούμενη από το Πνεύμα Του, πρέπει να κρατάει γερά τα ηνία του ελέγχου.ΠΑ 272.4

    Και όταν αυτό επιτευχθεί, ο Χριστιανός πρέπει να καταβάλει τις πιο σθεναρές προσπάθειες για να αποσπάσει τη νίκη. Στους Κορινθιακούς αγώνες, τα τελευταία αλματώδη βήματα των αγωνιζομένων γίνονταν με αγωνία, προσπαθώντας να διατηρήσουν αμείωτη την ανεπτυγμένη ταχύτητα. Έτσι και ο Χριστιανός, ενώ πλησιάζει προς το τέρμα του σκοπού, θα βαδίσει προς τα εμπρός με μεγαλύτερο ακόμη ζήλο και αποφασιστικότητα από ότι στην αρχή της πορείας του.ΠΑ 273.1

    Ο Παύλος παρουσιάζει την αντίθεση ανάμεσα στο φθαρτό δάφνινο στεφάνι που λάβαινε ως έπαθλο ο νικητής δρομέας και στο στεφάνι της αιώνιας δόξας που θα απονεμηθεί σ’ αυτόν που τρέχει θριαμβευτικά στο χριστιανικό αγώνα. Αγωνίζονται, λέγει, «εκείνοι μεν δια να λάβωσι φθαρτόν στέφανον, ημείς δε άφθαρτον.» Προκειμένου να εξασφαλίσουν ένα φθαρτό έπαθλο, οι Έλληνες δρομείς δεν υπολόγιζαν ούτε τους κόπους ούτε την αυστηρή πειθαρχία. Εμείς όμως αγωνιζόμαστε για ένα έπαθλο ασύγκριτα πολυτιμότερο, γι’ αυτό μάλιστα το στεφάνι της αιώνιας ζωής. Πόσο προσεκτικότερες πρέπει να είναι οι δικές μας προσπάθειες, πόσο θεληματικότερη η δική μας θυσία και η αυταπάρνηση!ΠΑ 273.2

    Στην επιστολή προς Εβραίους τονίζεται η ολόψυχη προσπάθεια που πρέπει να χαρακτηρίζει τον αγώνα του Χριστιανού για την αιώνια ζωή: «Ας απορρίψωμεν παν βάρος και την ευκόλως εμπεριπλέκουσαν ημάς αμαρτίαν, και ας τρέχωμεν μεθ’ υπομονής τον προκείμενον εις ημάς αγώνα, αποβλέποντες εις τον Ιησούν, τον αρχηγόν και τελειωτήν της πίστεώς μας.» (Εβρ. 12:1 - 2.) Φθόνος, μοχθηρία, πονηρές σκέψεις, κακολογία, πλεονεξία - αυτά είναι τα βάρη που πρέπει να απορρίψει ο Χριστιανός αν θέλει να αγωνιστεί με επιτυχία για την αθανασία. Κάθε πράξη, κάθε συνήθεια που οδηγεί στην αμαρτία και δημιουργεί αισχύνη στο Χριστό, πρέπει να αποβληθεί όσο και αν στοιχίζει η θυσία αυτή. Η ευλογία του Ουρανού δεν αποδίδεται σε κανένα άνθρωπο που παραβιάζει τις αιώνιες αρχές του δικαίου. Και μία μόνο υποθαλπόμενη αμαρτία είναι αρκετή για να επιφέρει την εξαχρείωση του χαρακτήρα και να παρασύρει και άλλους.ΠΑ 274.1

    «Εάν σε σκανδαλίζη η χείρ σου,» είπε ο Σωτήρας, «απόκοψον αυτήν καλύτερον σοι είναι να εισέλθης εις την ζωήν κουλλός, παρά έχων τας δύο χείρας να απέλθης εις την γέενναν, εις το πύρ το άσβεστον. . . Και εάν ο πούς σου σε σκανδαλίζη, απόκοψον αυτόν καλύτερον σοι είναι να εισέλθης εις την ζωήν χωλός, παρά έχων τους δύο πόδας να ριφθής εις την γέενναν.» (Μάρκ. 9:43 - 45.) Αν, προκειμένου να γλυτώσει το σώμα από το θάνατο, χρειάζεται να ακρωτηριαστεί το χέρι ή το πόδι ή και να βγει το μάτι ολότελα, πόσο προθυμότερα θα πρέπει ο Χριστιανός να αποβάλει την αμαρτία που προκαλεί το θάνατο της ψυχής!ΠΑ 274.2

    Οι αγωνιστές των αρχαίων αγωνισμάτων αφού υποβάλλονταν στην αυταπάρνηση και στην αυστηρή πειθαρχία, ούτε και τότε ακόμη ήταν σίγουροι για τη νίκη. «Δεν εξεύρετε, » ρωτάει ο Παύλος, «ότι οι τρέχοντες εν τω σταδίω πάντες μεν τρέχουσιν, είς όμως λαμβάνει το βραβείον;» Μπορεί οι δρομείς να αγωνίζονταν με προθυμία και με ευσυνειδησία, ένας όμως μόνο έπαιρνε το βραβείο. Ένα μόνο χέρι μπορούσε να δράξει το πολυπόθητο στεφάνι. Μερικοί μπορεί να είχαν καταβάλει απεγνωσμένες προσπάθειες για να αποκτήσουν το έπαθλο, μόλις όμως άπλωναν το χέρι για να το εξασφαλίσουν, κάποιος άλλος που τους είχε προσπεράσει κατά ένα δευτερόλεπτο μπορούσε να αρπάξει τον επιθυμητό εκείνο θησαυρό.ΠΑ 274.3

    Έτσι όμως δεν γίνεται στο χριστιανικό αγώνα. Ούτε ένας από αυτούς που συμμορφώνονται με τους όρους πρόκειται να βγει απογοητευμένος στο τέλος του αγώνα. Ούτε ένας που αγωνίζεται με υπομονή και επιμονή πρόκειται να αποτύχει. Ο αγώνας αυτός δεν είναι για τον πιο ευκίνητο, ούτε για τον πιο ισχυρό. Ο πιο αδύναμος άγιος, όπως και ο πιο δυναμικός μπορούν εξίσου να φορέσουν το στεφάνι της αιώνιας δόξας. Νικητές μπορεί να βγουν όλοι εκείνοι οι οποίοι, με τη δύναμη της θεϊκής χάρης εναρμονίζουν τη ζωή τους με το θέλημα του Χριστού. Συχνά η τήρηση μικρολεπτομερειών της ζωής, των αρχών που αναφέρονται στο λόγο του Θεού, παραβλέπεται σαν να μη έχει σημασία, σαν κάτι το ανυπόστατο για να του αποδώσει κανείς προσοχή. Όταν πρόκειται όμως για το ζήτημα που διακυβεύεται εδώ, οτιδήποτε συντελεί με θετική η αρνητική επίδραση θεωρείται αξιόλογο. Η κάθε πράξη ρίχνει το βάρος της στη ζυγαριά που προσδιορίζει τη νίκη ή την ήττα της ζωής. Και η αμοιβή που προσφέρεται στους νικητές είναι ανάλογη με την ένταση και την προθυμία με την οποία διεξήγαν τον αγώνα.ΠΑ 275.1

    Ο απόστολος σύγκρινε τον εαυτό του με ένα δρομέα στον αγωνιστικό στίβο που βάζει τα δυνατά του να κερδίσει το βραβείο. «Ούτω τρέχω,» λέγει, «ουχί ως αβεβαίως, ούτω πυγμαχώ, ουχί ως κτυπών τον αέρα, αλλά δαμάζω το σώμα μου και δουλαγωγώ, μήπως εις άλλους κηρύξας, εγώ μείνω αδόκιμος.» Για να μη τρέχει στο χριστιανικό στίβο με αβεβαιότητα ή στην τύχη, ο Παύλος υπέβαλλε τον εαυτό του σε αυστηρή εκγύμναση. Τα λόγια «δαμάζω το σώμα μου,» στην κυριολεξία σημαίνουν, αποσοβώ με αυστηρή πειθαρχία τις σφοδρές επιθυμίες, τις ροπές και τα πάθη.ΠΑ 275.2

    Ο Παύλος φοβόνταν μήπως, ενώ κήρυττε στους άλλους, ο ίδιος έμενε αδόκιμος. Αναγνώριζε ότι αν δεν εξωτερίκευε με τη ζωή του τις αρχές που πρέσβευε και κήρυττε, οι προσπάθειες που κατέβαλλε για τους άλλους δεν τον ωφελούσαν σε τίποτε. Η συζήτησή του, η επιρροή του, η άρνησή του να ενδίδει στην τρυφηλότητα, όλα έπρεπε να φανερώνουν ότι η θρησκεία του δεν ήταν επίπλαστη, αλλά ήταν μία καθημερινή, ζωντανή επαφή με το Θεό. Ένα σκοπό είχε διαρκώς μπροστά του και σ’ αυτόν αγωνίζονταν να φθάσει, «την δικαιοσύνην την εκ Θεού δια της πίστεως.» (Φιλιπ. 3:9.)ΠΑ 275.3

    Ο Παύλος ήξερε ότι ο αγώνας του κατά της αμαρτίας δεν θα έληγε όσο διαρκούσε η ζωή του. Αντιλαμβάνονταν ότι ήταν πάντοτε αναγκαίο να υποβάλει τον εαυτό του σε σχολαστική επαγρύπνηση ώστε οι κοσμικές επιθυμίες να μη καταβάλουν τον πνευματικό ζήλο. Με όλη του τη δύναμη εξακολουθούσε να αγωνίζεται ενάντια στις φυσικές ροπές. Έφερνε διαρκώς μπροστά του το επινοούμεναιδανικά και αγωνίζονταν να το φτάσει, υπακούοντας με προθυμία το νόμο του Θεού. Τα λόγια του, οι πράξεις του, τα πάθη του - όλα υποβάλλονταν στον έλεγχο του Πνεύματος του Θεού.ΠΑ 276.1

    Αυτή την ολόψυχη επιθυμία να κερδίσουν τον αγώνα της αιώνιας ζωής λαχταρούσε ο Παύλος να δει να εκδηλώνεται στη ζωή των Κορινθίων πιστών. Ήξερε ότι προκειμένου να φθάσουν στο ιδανικό που ο Χριστός έθεσε μπροστά τους, έπρεπε να επιδοθούν σε ένα ισόβιο αγώνα από τον οποίο δεν μπορούσαν να απαλλαγούν. Τους εκλιπαρούσε να αγωνίζονται νόμιμα αναζητώντας καθημερινά την ευσέβεια και την ηθική υπεροχή. Τους ικέτευε να αποβάλλουν κάθε περιττό βάρος και να προχωρούν μέχρι να φθάσουν στο μέτρο της χριστιανικής τελειότητας.ΠΑ 276.2

    Ο Παύλος υπέδειξε στους Κορινθίους τις πείρες του αρχαίου Ισραήλ, τις ευλογίες με τις οποίες αμείφθηκαν για την υπακοή τους, καθώς και τις τιμωρίες που επακολούθησαν τις παραβάσεις τους. Τους υπενθύμισε το θαυμάσιο τρόπο με τον οποίο οι Εβραίοι βγήκαν από την Αίγυπτο καθοδηγούμενοι από το προστατευτικό σύννεφο τη μέρα και από τη στήλη της φωτιάς τη νύχτα. Έτσι οδηγήθηκαν ασφαλώς μέσα από την Ερυθρά Θάλασσα, ενώ οι Αιγύπτιοι που προσπάθησαν να τη διαβούν κατά τον ίδιο τρόπο, καταποντίσθηκαν. Με αυτές τις πράξεις ο Θεός αναγνώριζε τον Ισραήλ σαν εκκλησία Του. «Πάντες την αυτήν πνευματικήν βρώσιν έφαγον, και πάντες το αυτό πνευματικόν ποτόν έπιον διότι έπινον από πνευματικής πέτρας ακολουθούσης η δε πέτρα ήτο ο Χριστός.» Σε όλες τους τις οδοιπορίες οι Εβραίοι είχαν το Χριστό για αρχηγό. Ο σχισμένος βράχος τυποποιούσε το Χριστό ο οποίος έμελλε να τραυματισθεί για τις παραβάσεις των ανθρώπων, ώστε το ρεύμα της σωτηρίας να φθάσει σε όλους.ΠΑ 276.3

    Παρόλη την εύνοια που ο Θεός έδειξε στους Εβραίους, εκείνοι επιθυμούσαν τις πολυτέλειες που άφησαν πίσω τους στην Αίγυπτο. Εξαιτίας της αμαρτίας τους αυτής και της ανταρσίας τους, τους βρήκαν οι τιμωρίες του Θεού. Ο απόστολος παρήγγειλε στους πιστούς της Κορίνθου να προσέξουν στο μάθημα που περιλαμβάνονταν στην πείρα του Ισραήλ. «Ταύτα δε έγιναν παραδείγματα ημών,» τόνισε, «δια να μη ήμεθα ημείς επιθυμητοί κακών, καθώς και εκείνοι επεθύμησαν.» Υπέδειξε πως η αγάπη για την καλοζωία και τις απολαύσεις προετοίμασε το δρόμο για τέτοιες αμαρτίες που τελικά προκάλεσαν την συγκλονιστική εκδίκηση του Θεού. Όταν ο λαός του Ισραήλ κάθισε να φάει, να πιει και σηκώθηκε μετά να παίξει, τότε ήταν που απέβαλε το φόβο του Θεού τον οποίο είχαν αισθανθεί ακούγοντας να του υπαγορεύεται ο δεκάλογος. Κατασκευάζοντας ένα χρυσό μοσχάρι για να αντιπροσωπεύσουν το Θεό, έπεσαν και το προσκύνησαν. Και όταν είχαν απολαύσει ένα ηδονικό συμπόσιο οργανωμένο για τη λατρεία του Βέελφεγώρ τότε ήταν που πολλοί Ιουδαίοι παρασύρθηκαν στην ακολασία. Αυτό προκάλεσε την οργή του Θεού με την εντολή του οποίου εικοσιτρείς χιλιάδες ψυχές θανατώθηκαν με την πληγή μιας μόνο ημέρας.ΠΑ 277.1

    Ο απόστολος κάνει έκκληση στους Κορινθίους: «Ο νομίζων ότι ίσταται ας βλέπη μη πέση.» Αν τους παρέσυρε η έπαρση και η εμπιστοσύνη στον εαυτό τους, αν αμελούσαν να αγρυπνούν και να προσεύχονται, θα έπεφταν σε σοβαρό αμάρτημα και θα προκαλούσαν την οργή του Θεού εναντίον τους. Μολαταύτα ο Παύλος δεν ήθελε να τους αφήσει να παραπαίουν με την αποθάρρυνση και την απελπισία. Τους έδωσε τη διαβεβαίωση: «Πιστός όμως είναι ο Θεός, όστις δεν θέλει σας αφήσει να πειρασθήτε υπέρ την δύναμίν σας, αλλά μετά του πειρασμού θέλει κάμει και την έκβασιν, ώστε να δύνασθε να υποφέρητε.»ΠΑ 277.2

    Ο απόστολος παρότρυνε τους αδελφούς του να διερωτώνται τι είδους επιρροή ασκούσαν με τα λόγια και τις πράξεις τους πάνω στους άλλους και να μη κάνουν τίποτε, όσο αθώο και αν τους φαίνονταν, που να δίνει την εντύπωση ότι συγκατατίθενται με την ειδωλολατρία ή να διεγείρει τους ενδοιασμούς εκείνων που ήταν αδύνατοι στην πίστη. «Είτε λοιπόν τρώγετε, είτε πίνετε, είτε πράττετέ τι, πάντα πράττετε εις δόξαν Θεού. Μη γίνεσθε πρόσκομμα μήτε εις Ιουδαίους, μήτε εις Έλληνας, μήτε εις την εκκλησίαν του Θεού.»ΠΑ 278.1

    Τα προειδοποιητικά λόγια του αποστόλου προς την εκκλησία της Κορίνθου ισχύουν για κάθε εποχή και εφαρμόζονται ιδιαίτερα στις μέρες μας. Αναφερόμενος στην ειδωλολατρία, δεν εννοούσε μόνο τη λατρεία των ειδώλων, αλλά τη φιλαυτία, την καλοπέραση, την ικανοποίηση των ορέξεων και των παθών. Η απλή ομολογία της πίστης στο Χριστό, η κομπαστική γνώση της αλήθειας δεν κάνει τον άνθρωπο Χριστιανό. Θρησκεία που επιδιώκει μόνο να τέρπει την όραση, την ακοή και τις προτιμήσεις της γεύσης ή που εγκρίνει την αυτοεντρύφηση, δεν είναι θρησκεία του Χριστού.ΠΑ 278.2

    Παραβάλλοντας την Εκκλησία με το ανθρώπινο σώμα, ο απόστολος απεικονίζει με επιδεξιότητα τη στενή και αρμονική σχέση που πρέπει να υπάρχει ανάμεσα σε όλα τα μέλη της Εκκλησίας του Χριστού. «Ημείς πάντες δια του ενός Πνεύματος εβαπτίσθημεν,» γράφει, «εις εν σώμα, είτε Ιουδαίοι είτε Έλληνες, είτε δούλοι είτε ελεύθεροι, και πάντες εις εν Πνεύμα εποτίσθημεν. Διότι το σώμα δεν είναι εν μέλος, αλλά πολλά. Εάν είπη ο πούς, Επειδή δεν είμαι χειρ, δεν είμαι εκ του σώματος, δια τούτο τάχα δεν είναι εκ του σώματος; Και εάν είπη το ωτίον, Επειδή δεν είμαι οφθαλμός, δεν είμαι εκ του σώματος, δια τούτο δεν είναι τάχα εκ του σώματος; Εάν όλον το σώμα ήναι οφθαλμός, που η ακοή; Εάν όλον ακοή που η όσφρησις; Αλλά τώρα ο Θεός έθεσε τα μέλη εν έκαστον αυτών εις το σώμα καθώς ηθέλησεν. Εάν όμως πάντα ήσαν εν μέλος, που το σώμα; Αλλά τώρα είναι μεν πολλά μέλη, εν όμως σώμα. Και δεν δύναται ο οφθαλμός να είπη πρός την χείρα δεν έχω χρείαν σου ή πάλιν η κεφαλή πρός τους πόδας Δεν έχω χρείαν υμών. . . Αλλ’ ο Θεός συνεκέρασε το σώμα, δώσας περισσοτέραν τιμήν εις το ευτελέστερον, δια να μη ήναι σχίσμα εν τω σώματι, αλλά να φροντίζωσι τα μέλη το αυτό υπέρ αλλήλων. Και είτε πάσχει εν μέλος, πάντα τα μέλη συμπάσχουσιν. Είτε τιμάται εν μέλος, πάντα τα μέλη συγχαίρουσι. Και σεις είσθε σώμα Χριστού και μέλη κατά μέρος.»ΠΑ 278.3

    Κατόπιν, με λόγια που αποτελούν πηγή έμπνευσης και ενθάρρυνσης για άνδρες και γυναίκες μέχρι σήμερα, ο Παύλος συνιστά τη σημασία της αγάπης την οποία οφείλουν να τρέφουν οι οπαδοί του Χριστού: «Εάν λαλώ τας γλώσσας των ανθρώπων και των αγγέλων, αγάπην δε μη έχω, έγινα χαλκός ηχών ή κύμβαλον αλαλάζον. Και εάν έχω προφητείαν και εξεύρω πάντα τα μυστήρια και πάσαν την γνώσιν, και εάν έχω πάσαν την πίστιν ώστε να μετατοπίζω όρη, αγάπην δε μη έχω, είμαι ουδέν. Και εάν πάντα τα υπάρχοντά μου διανείμω, και εάν παραδώσω το σώμα μου δια να καυθώ, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ωφελούμαι.»ΠΑ 279.1

    Άσχετα πόσο επιτηδευμένη παρουσιάζεται η θρησκευτική ζωήτου, αν η καρδιά δεν έχει πληρωθεί με αγάπη για το Θεό και τους συνανθρώπους του, δεν τον καθιστά πραγματικό οπαδό του Χριστού. Αν και μπορεί να έχει μεγάλη πίστη, να έχει ακόμη και τη δυνατότητα να κάνει θαύματα, χωρίς την αγάπη όμως η πίστη του είναι άχρηστη. Μπορεί να παρουσιάζεται εξαιρετικά γενναιόδωρος. Αν όμως διαθέτει τα υπάρχοντά του για να θρέψει τους φτωχούς κινούμενος από οποιοδήποτε άλλο κίνητρο εκτός από την ειλικρινή αγάπη, η πράξη του αυτή δεν μπορεί να τον συστήσει στην εύνοια του Θεού. Μέσα στο ζήλο του μπορεί ακόμη και να υποστεί μαρτυρικό θάνατο. Όταν όμως δεν εμφορείται από αγάπη, θεωρείται από το Θεό σαν ένας αυταπατώμενος ενθουσιαστής ή ένας φιλόδοξος υποκριτής.ΠΑ 279.2

    «Η αγάπη μακροθυμεί, αγαθοποιεί, η αγάπη δεν φθονεί, η αγάπη δεν αυθαδιάζει, δεν επαίρεται.» Η αγνότερη χαρά πηγάζει από τη βαθύτερη ταπείνωση. Οι ισχυρότεροι και ευγενέστεροι χαρακτήρες δημιουργούνται πάνω στα θεμέλια της υπομονής, της αγάπης και της υποταγής στο θέλημα του Θεού.ΠΑ 280.1

    Η αγάπη «δεν ασχημονεί, δεν ζητεί τα εαυτής, δεν παροξύνεται, δεν διαλογίζεται το κακόν.» Η χριστιανική αγάπη περιβάλλει με τη μεγαλύτερη ευμένεια τα κίνητρα και τις πράξεις των άλλων. Δεν εκθέτει χωρίς λόγο τα λάθη τους. Δεν αρέσκεται να ακούει δυσμενείς πληροφορίες, αλλά μάλλον επιζητεί να υπενθυμίζει τα προτερήματα των άλλων.ΠΑ 280.2

    Η αγάπη «δεν χαίρει εις την αδικίαν, συγχαίρει δε εις την αλήθειαν πάντα ανέχεται, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει.» Η αγάπη αυτή «ουδέποτε εκπίπτει.» Ποτέ δεν χάνει την αξία της. Είναι ιδιότητα του ουρανού. Θα μεταφερθεί σαν πολύτιμος θησαυρός από τον κάτοχό της ανάμεσα από τις πύλες της πόλης του Θεού.ΠΑ 280.3

    «Τώρα δε μένει πίστις, ελπίς, αγάπη, τα τρία ταύτα μεγαλυτέρα δε τούτων είναι η αγάπη.»ΠΑ 280.4

    Με την υποβίβαση του ηθικού επιπέδου που παρατηρείτε μεταξύ των Κορινθίων πιστών, υπήρχαν μερικοί που είχαν εγκαταλείψει ορισμένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της πίστης τους. Μερικοί είχαν απομακρυνθεί μέχρι το σημείο να αρνούνται το δόγμα της ανάστασης. Ο Παύλος αντιμετώπισε την αίρεση αυτή με μία απλούστατη μαρτυρία σχετικά με την αναντίρρητη απόδειξη της ανάστασης του Χριστού. Δήλωσε ότι ο Χριστός μετά το θάνατό Του, «ανέστη την τρίτην ημέραν κατά τας Γραφάς, και ότι εφάνη εις τον Κηφάν, έπειτα εις τους δώδεκα μετά ταύτα εφάνη εις πεντακοσίους και επέκεινα αδελφούς δια μιάς, εκ των οποίων οι πλειότεροι μένουσιν έως τώρα, τινες δε και εκοιμήθησαν έπειτα εφάνη εις τον Ιάκωβον, έπειτα εις πάντας τους αποστόλους τελευταίον δε πάντων εφάνη και εις εμέ.»ΠΑ 280.5

    Με πειστική δυναμικότητα ο απόστολος εκθειάζει τη μεγάλη αλήθεια της ανάστασης. Υποστηρίζει ότι «εάν ανάστασις νεκρών δεν ήναι ουδ’ ο Χριστός ανέστηκαι αν ο Χριστός δεν ανέστη, μάταιον άρα είναι το κήρυγμα ημών, ματαία δε και η πίστις σας. Ευρισκόμεθα δε και ψευδομάρτυρες του Θεού, διότι εμαρτυρήσαμεν περί του Θεού ότι ανέστησε τον Χριστόν, τον οποίον δεν ανέστησεν, εάν καθ’ υπόθεσιν δεν ανασταίνονται νεκροί. Διότι εάν δεν ανασταίνονται νεκροί, ουδ’ ο Χριστός ανέστη αλλ’ εάν ο Χριστός δεν ανέστη, ματαία η πίστις σας έτι είσθε εν ταις αμαρτίαις υμών. Άρα και οι κοιμηθέντες εν Χριστώ απωλέσθησαν. Εάν εν ταύτη τη ζωή μόνον ελπίζωμεν εις τον Χριστόν, είμεθα ελεεινότεροι πάντων των ανθρώπων. Αλλά τώρα ο Χριστός ανέστη εκ νεκρών έγινεν απαρχή των κεκοιμημένων.»ΠΑ 280.6

    Ο απόστολος στρέφει τη σκέψη των Κορινθίων αδελφών στο μέλλον, στα θριαμβευτικά γεγονότα του πρωινού της ανάστασης, όταν όλοι οι κοιμηθέντες άγιοι πρόκειται να εγερθούν και να ζήσουν από εκεί και πέρα με τον Κύριό τους για πάντα.ΠΑ 281.1

    «Ιδού,» δηλώνει ο απόστολος, «μυστήριον λέγω πρός εσάς πάντες μεν δεν θέλομεν κοιμηθή, πάντες όμως θέλομεν μεταμορφωθή, εν μιά στιγμή, εν ριπή οφθαλμού, εν τη εσχάτη σάλπιγγιδιότι θέλει σαλπίσει, και οι νεκροί θέλουσιν αναστηθή άφθαρτοι, και ημείς θέλομεν μεταμορφωθή. Διότι πρέπει το φθαρτόν τούτο να ενδυθή αφθαρσίαν, και το θνητόν τούτο να ενδυθή αθανασίαν, τότε θέλει γίνει ο λόγος ο γεγραμμένος, Κατεπόθη ο θάνατος εν νίκη. Πού, θάνατε, το κέντρον σου; πού, άδη, η νίκη σου; . . . Χάρις εις τον Θεόν όστις δίδει εις ημάς την νίκην δια του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.»ΠΑ 281.2

    Ένδοξος ο θρίαμβος που περιμένει τους πιστούς. Ο απόστολος συνειδητοποιώντας τις πιθανότητες που παρουσίαζαν οι πιστοί της Κορίνθου, προσπάθησε να τους παρουσιάσει αυτό που εξυψώνει από τον εγωκεντρισμό και τον αισθησιασμό και προσδίδει δόξα στη ζωή με την ελπίδα της αθανασίας. Τους παρακαλεί με θέρμη να παραμείνουν πιστοί στην υψηλή τους κλήση του Χριστού. «Αδελφοί μου αγαπητοί,» τους ικετεύει, «γίνεσθε στερεοί, αμετακίνητοι, περισεύοντες πάντοτε εις το έργον του Κυρίου, γινώσκοντες ότι ο κόπος σας δεν είναι μάταιος εν Κυρίω.»ΠΑ 281.3

    Έτσι ο απόστολος, με τον πιο αναμφισβήτητο και εντυπωσιακό τρόπο, προσπάθησε να διορθώσει τις λαθεμένες και επικίνδυνες ιδέες και συνήθειες που κυριαρχούσαν στην εκκλησία της Κορίνθου. Μίλησε με απλότητα αλλά και με αγάπη για τις ψυχές τους. Με τις προειδοποιήσεις και τις επιπλήξεις του, φώς προερχόμενο από το θρόνο του Θεού έλαμπε πάνω στις ψυχές αυτές για να τις αποκαλύψει τα κρυφά αμαρτήματα τα οποία μόλυναν τη ζωή τους. Πώς άραγε θα το δέχονταν;ΠΑ 282.1

    Αφού έστειλε το γράμμα, ο Παύλος φοβήθηκε ότι με αυτά που είχε γράψει πιθανό να πλήγωνε πολύ βαθιά αυτούς στους οποίους ήθελε να κάνει καλό. Έτρεμε μήπως τους αποξενώσει ακόμη περισσότερο και έρχονταν φορές που εύχονταν να μπορούσε να ανακαλέσει τα λόγια του. Αυτοί που, όπως ο απόστολος, έχουν συναισθανθεί την υπευθυνότητα για αγαπητές τους Εκκλησίες ή ιδρύματα, είναι σε θέση να καταλάβουν καλύτερα τη βαθιά θλίψη της ψυχής του και τη μομφή που έριχνε στον εαυτό του. Οι δούλοι του Θεού που πιέζονται από το βάρος του έργου Του για τη σύγχρονη εποχή μας. Όλοι έχουν μια σχετική ιδέα απ’ την εμπειρία των κόπων, των αγώνων και του άγχους της φροντίδας που αποτελούσαν τη μοίρα του μεγάλου αποστόλου. Πιεζόμενος από τις διασπάσεις μέσα στην Εκκλησία, αντιμέτωπος με την αγνωμοσύνη και την προδοσία από μέρους μερικών των οποίων τη συμπάθεια και τη συμπαράσταση περίμενε, αναλογιζόμενος τον κίνδυνο των εκκλησιών που υπέθαλπαν την παρανομία, αναγκασμένος να προβεί σε σαφή, συντριπτική μαρτυρία για την επίπληξη της αμαρτίας, ένοιωθε επιπλέον να πιέζεται και από το φόβο ότι είχε χειριστεί την υπόθεση με υπερβολική αυστηρότητα. Τρέμοντας από την αγωνία, περίμενε να πάρει κάποια είδηση για να μάθει με ποιόν τρόπο είχαν δεχτεί το μήνυμά του.ΠΑ 282.2