Loading...
Larger font
Smaller font
Copy
Print
Contents
Πράξεις των Αποστόλων - Contents
  • Results
  • Related
  • Featured
No results found for: "".
  • Weighted Relevancy
  • Content Sequence
  • Relevancy
  • Earliest First
  • Latest First
    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents

    ΚΕΦΆΛΑΙΟ 31—ΑΠΟΔΕΚΤΟ ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ

    (Βασίζεται στη Δεύτερη Επιστολή προς Κορινθίους.)ΠΑ 283.1

    Από την Έφεσο ο Παύλος ξεκίνησε για μία νέα ιεραποστολική περιοδεία κατά την οποία ήλπιζε να επισκεφτεί και πάλι τα μέρη όπου είχε προηγουμένως εργαστεί στην Ευρώπη. Παραμένοντας ένα διάστημα στην Τροία με σκοπό να κηρύξει «το ευαγγέλιο του Χριστού» συνάντησε μερικούς που ήταν πρόθυμοι να ακούσουν αυτά που είχε να πει. «Ηνοίχθη εις εμέ θύρα εν Κυρίω,» ανέφερε αργότερα σχετικά με τις προσπάθειές του εκεί. Παρά την επιτυχία των προσπαθειών του όμως στην Τροία, δεν μπορούσε να παραμείνει εκεί περισσότερο. Η φροντίδα όλων των Εκκλησιών και ιδιαίτερα η φροντίδα της Εκκλησίας της Κορίνθου πίεζε βαριά την ψυχή του. Έλπιζε να συναντήσει τον Τίτο στην Τροία και να μάθει από αυτόν πως είχαν δεχτεί οι Κορίνθιοι αδελφοί τις συμβουλές και τις επιπλήξεις που τους είχε απευθύνει. Αλλά απογοητεύθηκε. «Δεν έλαβον άνεσιν εις το πνεύμα μου,» έγραφε αναφερόμενος στην περίπτωση αυτή, «διότι δεν εύρον Τίτον τον αδελφόν μου.» Έτσι έφυγε από την Τροία και έφθασε στη Μακεδονία όπου, συνάντησε στους Φιλίππους τον Τιμόθεο.ΠΑ 283.2

    Στο διάστημα της αγωνίας που αισθάνονταν για την εκκλησία της Κορίνθου, ο Παύλος εύχονταν τα πράγματα να πήγαιναν καλά. Έρχονταν στιγμές όμως που ένοιωθε βαθιά λύπη στην ψυχή του, μη τυχόν οι συμβουλές και οι επιπλήξεις του είχαν παρεξηγηθεί. «Ουδεμίαν άνεσιν έλαβεν η σάρξ ημών,» έγραφε αργότερα, «αλλά κατά πάντα εθλιβόμεθα έξωθεν μάχαι, έσωθεν φόβοι. Αλλ’ ο Θεός, ο παρηγορών τους ταπεινούς, παρηγόρησεν ημάς δια της παρουσίας του Τίτου.»ΠΑ 283.3

    Ο πιστός αυτός μηνυτής έφερε τη χαρμόσυνη είδηση, ότι μία θαυμάσια μεταβολή είχε επέλθει μεταξύ των Χριστιανών της Κορίνθου. Πολλοί είχαν δεχθεί τη νουθεσία που περιείχε η επιστολή του Παύλου και είχαν μετανοήσει για τις αμαρτίες τους. Δεν ντρόπιαζαν πια με τον τρόπο της ζωής τους τη χριστιανική θρησκεία, αλλά ασκούσαν τώρα μία σημαντική θετική επιρροή στον τομέα της έμπρακτης ευσέβειας.ΠΑ 284.1

    Γεμάτος χαρά, ο απόστολος έστειλε τότε ένα άλλο γράμμα στους Κορινθίους πιστούς όπου εξέφραζε την ικανοποίηση της ψυχής του για το έργο που είχε επιτελεστεί γι’ αυτούς. «Εάν και σας ελύπησα δια της επιστολής, δεν μετανοώ, αν και μετενόουν,» τους έγραφε. Όταν βασανίζονταν από το φόβο ότι τα λόγια του μπορούσαν να έχουν περιφρονηθεί, έρχονταν σε στιγμές που μετάνιωνε ότι είχε γράψει με τέτοιο αποφασιστικό και αυστηρό ύφος. «Τώρα χαίρω,» συνεχίζει, «ουχί ότι ελυπήθητε, αλλ’ ότι ελυπήθητε πρός μετάνοιαν διότι ελυπήθητε κατά Θεόν, δια να μη ζημιωθήτε εξ ημών εις ουδέν. Διότι η κατά Θεόν λύπη γεννά μετάνοιαν πρός σωτηρίαν αμεταμέλητον.» Η μετάνοια που προέρχεται από την επίδραση της θείας χάρης μέσα στην καρδιά οδηγεί στην εξομολόγηση και στην εγκατάλειψη της αμαρτίας. Αυτού του είδους οι καρποί, ο απόστολος είπε ότι είχαν φανερωθεί στη ζωή των Κορινθίων πιστών. «Πόσην σπουδήν εγέννησεν εις εσάς, αλλά απολογίαν, αλλά αγανάκτησιν, αλλά φόβον, αλλά πόθον, αλλά ζήλον.»ΠΑ 284.2

    Για ένα διάστημα ο Παύλος υπέφερε από μεγάλο ψυχικό άγχος για τις Εκκλησίες, ένα άγχος τόσο έντονο που με δυσκολία μπόρεσε να αντέξει. Ψευτοδιδάσκαλοι είχαν προσπαθήσει να καταστρέψουν την επιρροή που αυτός ασκούσε μεταξύ των πιστών, συνιστώντας τις δικές τους διδαχές αντί για τις αλήθειες του Ευαγγελίου. Τα ακόλουθα λόγια εκφράζουν το μέγεθος των δυσχερειών και απογοητεύσεων που αντιμετώπισε ο Παύλος: «Καθ’ υπερβολήν εστενοχωρήθημεν υπέρ δύναμιν, ώστε απηλπίσθημεν και του ζήν.»ΠΑ 284.3

    Τώρα όμως οι λόγοι της αγωνίας εξέλιπαν. Όταν έλαβε την είδηση της αποδοχής της επιστολής του προς τους Κορινθίους, η χαρά του Παύλου ξέσπασε με το χαρούμενο αυτό λεκτικό : «Ευλογητός ο Θεός και Πατήρ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ο Πατήρ των οικτιρμών και Θεός πάσης παρηγοριάς, ο παρηγορών ημάς εν πάση τη θλίψει ημών, δια να δυνάμεθα ημείς να παρηγορώμεν τους εν πάση θλίψει δια της παρηγορίας με την οποίαν παρηγορούμεθα ημείς αυτοί υπό του Θεού διότι καθώς περισσεύουσι τα παθήματα του Χριστού εις ημάς, ούτω δια του Χριστού περισσεύει και η παρηγορία ημών. Και είτε θλιβόμεθα, θλιβόμεθα υπέρ της παρηγορίας σας και σωτηρίας της ενεργουμένης δια της υπομονής των αυτών παθημάτων, τα οποία και ημείς πάσχομεν είτε παρηγορούμεθα, παρηγορούμεθα υπέρ της παρηγορίας σας και σωτηρίας και η ελπίς την οποίαν έχομεν είναι βεβαία υπέρ ημών επειδή εξεύρομεν ότι καθώς είσθε κοινωνοί των παθημάτων, ούτω και της παρηγορίας.»ΠΑ 284.4

    Εκφράζοντας τη χαρά του για την εκ νέου επιστροφή τους στο Θεό και την αύξησή τους στη χάρη, ο Παύλος αποδίδει στο Θεό όλη τη δόξα για τη μεταλλαγή της καρδιάς και της ζωής τους. «Χάρις εις τον Θεόν, όστις πάντοτε κάμνει ημάς να θριαμβεύωμεν δια του Χριστού και φανερώνει εν παντί τόπω δι’ ημών την οσμήν της γνώσεως Αυτού διότι του Χριστού ευωδία είμεθα πρός τον Θεόν εις τους σωζομένους και εις τους απολλυμένους.» Επικρατούσε την εποχή εκείνη η συνήθεια όταν ένας στρατηγός επέστρεφε νικητής από τον πόλεμο να συνοδεύεται από πλήθος αιχμαλώτων. Στις περιπτώσεις αυτές, σε ορισμένα άτομα είχε ανατεθεί να φέρουν το καιόμενο λιβάνι και καθώς το στράτευμα βάβιζε θριαμ-βευτικά προς την πατρίδα, η ευωδιαστή οσμή του λιβανιού γίνονταν οσμή θανάτου για τους αιχμαλώτους που ήταν καταδικασμένοι να πεθάνουν. Η ιεροτελεστίααύτηέδειχνεότι η ώρα της εκτέλεσής για τους αιχμαλώτους πλησίαζε. Εκείνοι όμως που είχαν βρει χάρη στα μάτια των αιχμαλωτισμένων και των οποίων η ζωή θα φυλάγονταν, ήταν οσμή ζωής,αφούσήμαινε ότι η ώρα της απελευθέρωσής πλησίαζε.ΠΑ 285.1

    Ο Παύλος ήταν τώρα γεμάτος εμπιστοσύνη και ελπίδα. Ήξερε ότι ο Σατανάς δεν επρόκειτο να θριαμβεύσει στο έργο του Κυρίου στην Κόρινθο και με λόγια δοξολογίας εξέφρασε την ευγνωμοσύνη της καρδιάς του. Ο ίδιος καθώς και οι συνεργάτες του μπορούσαν στο σημείο αυτό να γιορτάσουν τη νίκη τους κατά των εχθρών του Χριστού και της αλήθειας Του, συνεχίζοντας με καινούργιο ζήλο να γνωστοποιούν την επίγνωση του Κυρίου. Σαν λιβάνι η ευωδιά του Ευαγγελίου έμελλε να πλημμυρίσει τον κόσμο. Γι’ αυτούς που θα δέχονταν το Χριστό, το ευαγγελικό άγγελμα θα απέβαινε οσμή ζωής για ζωή, ενώ γι’ αυτούς που θα επέμεναν στην απιστία, θα γίνονταν οσμή θανάτου για θάνατο.ΠΑ 285.2

    Αναγνωρίζοντας την εξαιρετική σπουδαιότητα του έργου αυτού, ο Παύλος αναφώνησε: «Πρός ταύτα τις είναι ικανός;» Ποιός είναι ικανός να κηρύξει το Χριστό με τρόπο που οι εχθροί Του να μη βρίσκουν δικαιολογία για να περιφρονούν τον αγγελιοφόρο Του ή την αγγελία που μεταδίδει; Ο Παύλος επιθυμούσε να εντυπώσει στους πιστούς με τη μεγάλη ευθύνη που συνεπάγεται η διακονία του Ευαγγελίου. Μόνο η πιστότητα στο κήρυγμα του λόγου, συνοδευόμενη από μία αγνή, σταθερή ζωή, μπορεί να κάνει τις προσπάθειες των λειτουργών του Ευαγγελίου ευπρόσδεκτες στο Θεό και ωφέλιμες στους ανθρώπους. Οι σύγχρονοι ιεροκήρυκες, συναισθανόμενοι το απέραντο έργο του Κυρίου, μπορούν και αυτοί να αναφωνήσουν μαζί με τον απόστολο: «Πρός ταύτα τις είναι ικανός;»ΠΑ 286.1

    Υπήρχαν άτομα που είχαν κατηγορήσει τον Παύλο ότι είχε γράψει το προηγούμενο γράμμα του αποβλέποντας στο να αυτοσυσταθεί. Ο απόστολος τώρα αναφέρεται στο περιστατικό αυτό ερωτώντας τα μέλη της Εκκλησίας αν έτσι έκριναν τα κίνητρά του. «Αρχίζομεν πάλιν να συνιστώμεν εαυτούς;» ρωτάει, «ή μήπως έχομεν χρείαν, καθώς τινές, συστατικών επιστολών πρός εσάς ή συστατικών από σας;» Όταν οι πιστοί μετοικούσαν σ’ ένα άλλο μέρος συχνά έφερναν μαζί τους συστατικές επιστολές από την Εκκλησία στην οποία ανήκαν προηγουμένως. Οι ιδρυτές των εκκλησιών αυτών, δεν είχαν ανάγκη από τέτοιες συστάσεις. Οι Κορίνθιοι πιστοί που είχαν οδηγηθεί από τη λατρεία των ειδώλων στην πίστη του Ευαγγελίου αποτελούσαν όλη τη σύσταση που χρειάζονταν ο Παύλος. Η από μέρους τους αποδοχή της αλήθειας και η μετάλλαξη της ζωής τους προσέδιδαν εύγλωττη μαρτυρία στην ειλικρίνεια των προσπαθειών του και στο κύρος των συμβουλών, των παρατηρήσεων και των παραινέσεών του σαν λειτουργού του Χριστού.ΠΑ 286.2

    Ο Παύλος θεωρούσε τους Κορινθίους αδελφούς συστατική του επιστολή. «Σείς είσθε η επιστολή ημών, » έλεγε, «εγγεγραμμένη εν ταις καρδίαις ημών, γινωσκομένη και αναγινωσκομένη υπό πάντων ανθρώπων, και φανερώνεσθε ότι είσθε επιστολή Χριστού, γενομένη δια της διακονίας ημών, εγγεγραμμένη ουχί με μελάνην, αλλά με το Πνεύμα του Θεού του ζώντος, ουχί εις πλάκας λιθίνας, αλλ’ εις πλάκας σαρκίνας της καρδίας.»ΠΑ 287.1

    Η μεταστροφή των αμαρτωλών και ο αγιασμός τους μέσω της αλήθειας αποτελούν την τρανότερη απόδειξη για το λειτουργό του Ευαγγελίου ότι ο Θεός τον έχει καλέσει στην υπηρεσία Του. Η ένδειξη της αποστολικής του κλίσης γράφεται πάνω στις καρδιές των μεταστρεφόμενων και εκδηλώνεται με την αναγεννημένη τους ζωή. Μέσα τους σχηματίζεται ο Χριστός, η ελπίδα της δόξας. Ο ιεροκήρυκας ενισχύεται με τις ζωντανές αυτές σφραγίδες της διακονίας του.ΠΑ 287.2

    Στους σύγχρονους ιεροκήρυκες του Χριστού θα έπρεπε να προσφέρεται η ίδια μαρτυρία που η εκκλησία της Κορίνθου πρόσδιδε στους μόχθους του Παύλου. Αν και υπάρχουν στην εποχή μας πολλοί ιεροκήρυκες, σπανίζουν οι ικανοί, καθιερωμένοι ιεροκήρυκες, Οι ιεροκήρυκεςπρέπει να είναι άνθρωποι γεμάτοι από την αγάπη που ενοικούσε στην καρδιά του Χριστού. Η υπερηφάνεια, η αυτοπεποίθηση, η αγάπη των εγκοσμίων, η επίκριση, η πικρία, η ζηλοφθονία είναι καρποί που παράγουν πολλοί οι οποίοι ισχυρίζονται, ότι εφαρμόζουν τη θρησκεία του Χριστού. Η ζωή τους, ερχόμενη σε χτυπητή αντίθεση με τη ζωή του Σωτήρα, συχνά αποτελεί θλιβερή μαρτυρία για το χαρακτήρα του ευαγγελικού έργου χάρη του οποίου ήρθαν στο Χριστό.ΠΑ 287.3

    Δεν υπάρχει μεγαλύτερη τιμή για τον άνθρωπο από του να τον παραδεχθεί ο Θεός σαν ικανό κήρυκα του ευαγγελίου. Μολαταύτα εκείνοι που ο Θεός ευλογεί με δύναμη και με επιτυχία το έργο Του δεν καυχώνται. Παραδέχονται ότι εξαρτώνται καθ’ολοκληρίαν από Αυτόν, αναγνωρίζοντας ότι οι ίδιοι δεν διαθέτουν καμία δύναμη. Μαζί με τον Παύλο λένε: «Ουχί διότι είμεθα ικανοί αφ’ εαυτών να νοήσωμέν τι ως εξ ημών αυτών, αλλ’ η ικανότης ημών είναι εκ του Θεού, όστις και έκαμεν ημάς ικανούς να ήμεθα διάκονοι της καινής διαθήκης.»ΠΑ 287.4

    Ο πραγματικός ιεροκήρυκας εκτελεί το έργο του Κυρίου. Συναισθάνεται τη σπουδαιότητα του έργου του, αναγνωρίζοντας ότι οφείλει να διατηρεί τόσο στην Εκκλησία όσο και στον κόσμο την ίδια σχέση που διατηρούσε ο Χριστός. Εργάζεται ακούραστα για να οδηγεί τους αμαρτωλούς σε μία ανώτερη, ευγενέστερη ζωή ώστε να τους απονεμηθεί η αμοιβή του νικητή. Τα χείλη του ευαγγελίζονται από το αναμμένο κάρβουνο του θυσιαστηρίου και εξυψώνουν το Χριστό σαν τη μοναδική ελπίδα του αμαρτωλού. Αυτοί που τον ακούν ξέρουν ότι μπόρεσε να πλησιάσει στο Θεό μόνο χάρη στην ένθερμη και αποτελεσματική προσευχή. Το Άγιο Πνεύμα αναπαύεται επάνω του, η ψυχή του αισθάνθηκε τη ζωτική ουράνια φλόγα και είναι σε θέση να συγκρίνει τα πνευματικά. Είναι μια δύναμη του έχει χορηγηθεί να καταρρίψει τα φρούρια του Σατανά. Οι καρδιές συντρίβονται από τον τρόπο με τον οποίο τους παρουσιάζει το λόγο του Θεού και πολλοί καταλήγουν να διερωτώνται: «Τι πρέπει να κάμω δια να σωθώ;»ΠΑ 288.1

    «Δια τούτο, έχοντες την διακονίαν ταύτην, καθώς ηλεήθημεν, δεν αποκάμνομεν, αλλ’ απηρνήθημεν τα κρυπτά της αισχύνης, μη περιπατούντες εν πανουργία μηδέ δολώνοντες τον λόγον του Θεού, αλλά με την φανέρωσιν της αλήθειας συνιστώντες εαυτούς πρός πάσαν συνείδησιν ανθρώπων ενώπιον του Θεού. Εάν δε και ήναι το ευαγγέλιον ημών κεκαλυμμένον, των οποίων απίστων όντων ο Θεός του κόσμου τούτου ετύφλωσε τον νούν δια να μη επιλάμψη εις αυτούς ο φωτισμός του ευαγγελίου της δόξης του Χριστού, όστις είναι εικών του Θεού. Διότι ημείς δεν κηρύττομεν εαυτούς, αλλά τον Χριστόν Ιησούν τον Κύριον, εαυτούς δε δούλους υμών δια τον Ιησούν. Διότι ο Θεός ο ειπών να λάμψη φώς εκ του σκότους, είναι όστις έλαμψεν εν ταις καρδίαις ημών πρός φωτισμόν της γνώσεως της δόξης του Θεού δια του προσώπου του Ιησού Χριστού.»ΠΑ 288.2

    Με τον τρόπο αυτό ο απόστολος εγκωμίαζε τη δόξα και το έλεος του Θεού που ανατέθηκαν σαν ιερή παρακαταθήκη, ως λειτουργού του Χριστού. Χάρη στα πλούσια ελέη του Θεού, τόσο αυτός όσο και οι αδελφοί του διατηρήθηκαν κατά τις δοκιμασίες, τα παθήματα και τους κινδύνους. Δεν διαμόρφωναν την πίστη τους και τη διδαχή τους με σκοπό να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες των ακροατών τους, ούτε και απέκρυπταν αλήθειες απαραίτητες για τη σωτηρία με σκοπό να παρουσιάσουν τη διδασκαλία τους ελκυστικότερη. Είχαν εκθέσει την αλήθεια με απλότητα και με σαφήνεια. Προσεύχονταν να πειστούν οι άνθρωποι και να μεταλλαχθούν. Και είχαν προσπαθήσει να δείξουν διαγωγή σύμφωνη με τη διδασκαλία τους, έτσι ώστε η αλήθεια που παρουσίαζαν να μπορεί να μιλήσει στη συνείδηση του κάθε ανθρώπου.ΠΑ 289.1

    «Έχομεν τον θησαυρόν τούτον» συνεχίζει ο απόστολος, «εις οστράκινα σκεύη, δια να ήναι η υπερβολή της δυνάμεως του Θεού και ουχί εξ ημών.» Ο Θεός θα μπορούσε να εξαγγείλει την αλήθεια Του με τη βοήθεια των αναμάρτητων αγγέλων, αλλά αυτό δεν είναι το σχέδιό Του. Προτιμάει τις ανθρώπινες υπάρξεις που είναι υποκείμενες σε αδυναμίες, για να τις μεταχειριστεί σαν όργανα για την εκπλήρωση των προθέσεών Του. Ο ανεκτίμητος θησαυρός τοποθετείται μέσα σε γήινα σκεύη. Μέσω των ανθρώπων πρόκειται να μεταδοθούν οι ευλογίες Του στον κόσμο. Με αυτούς η δόξα Του μέλλει να λάμψει μέσα στο σκότος της αμαρτίας. Αυτοί οφείλουν να αναζητήσουν με αγάπη τους αμαρτωλούς και όσους έχουν ανάγκη από βοήθεια, οδηγώντας τους στο σταυρό. Και καθ’όλο τους το έργο πρέπει να αποδίδουν τη δόξα, την τιμή και τη λατρεία σ’ Εκείνον που είναι υπεράνω όλων και κατευθύνει τα πάντα.ΠΑ 289.2

    Αναφερόμενος στη δική του πείρα, ο Παύλος απέδειξε ότι δεν διάλεξε την υπηρεσία του Χριστού ορμώμενος από εγωκεντρικά κίνητρα. Επειδή το μονοπάτι όπου βάδιζε ήταν γεμάτο από δοκιμασίες και πειρασμούς. Είμαστε «κατά πάντα θλιβόμενοι, » έγραφε, «αλλ’ ουχί στενοχωρούμενοι, απορούμενοι αλλ’ ουχί απελπιζόμενοι, διωκόμενοι αλλ’ ουχί εγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι αλλ’ ουχί απολλύμενοι, πάντοτε την νέκρωσιν του Κυρίου Ιησού περιφέροντες εν τω σώματι, δια να φανερωθή εν τω σώματι ημών και η ζωή του Ιησού.»ΠΑ 289.3

    Ο Παύλος υπενθύμιζε στους αδελφούς του ότι σαν απεσταλμένοι του Χριστού, τόσο αυτός όσο και οι συνεργάτες του, ήταν διαρκώς εκτεθειμένοι στον κίνδυνο. Οι δυσχέρειες τις οποίες υφίσταντο τους εξαντλούσαν σωματικά. «Ημείς οι ζώντες,» έγραφε, «παραδιδόμεθα πάντοτε εις τον θάνατον δια του Ιησού, δια να φανερωθή και η ζωή του Ιησού εν τη θνητή ημών σαρκί. Ώστε ο μεν θάνατος ενεργείται εν ημίν, η δε ζωή εν υμίν. » Υποφέροντας σωματικώς από τις στερήσεις και τους μόχθους, οι υπηρέτες αυτοί του Χριστού προσαρμόζονταν στο θάνατό Του. Εκείνο όμως που προξενούσε σε αυτούς θάνατο, έφερνε πνευματική ζωή και υγεία στους Κορινθίους, οι οποίοι με το να πιστεύουν στην αλήθεια γίνονταν συμμέτοχοι της αιώνιας ζωής. Ενόψει του γεγονότος αυτού, οι οπαδοί του Ιησού έπρεπε να είναι προσεκτικοί ώστε να μη προσθέτουν πρόσθετα βάρη λόγω βάσανων των εργατών Του από αμέλεια και δυσαρέσκειά.ΠΑ 290.1

    «Έχοντες το αυτό πνεύμα της πίστεως,» συνεχίζει ο Παύλος, «κατά το γεγραμμένον, Επίστευσα, διό ελάλησα και ημείς πιστεύομεν, διό και λαλούμεν.» Πιστεύοντας ακράδαντα στην πραγματικότητα της αλήθειας που του είχε εμπιστευθεί ο Θεός, τίποτε δεν μπορούσε να επηρεάσει τον Παύλο να χειριστεί το λόγο του Θεού πλημμελώς ή να αποκρύψει τις ακράδαντες πεποιθήσεις του. Δεν θα αγόραζε πλούτη, δόξα και απολαύσεις ερχόμενος σε συμβιβασμό με το φρόνημα του κόσμου. Αν και διέτρεχε συνεχώς τον κίνδυνο του μαρτυρικού θανάτου εξαιτίας της πίστης που είχε κηρύξει στους Κορινθίους, δεν φοβόνταν επειδή ήξερε ότι Εκείνος που είχε πεθάνει και αναστηθεί θα ανάσταινε και αυτόν από τον τάφο, και θα τον παρουσίαζε στον Πατέρα.ΠΑ 290.2

    «Τα πάντα είναι δια σας,» τους έγραφε, «ώστε η χάρις, πλεονάσασα δια την ευχαριστίαν των πλειοτέρων, να περισεύση εις την δόξαν του Θεού.» Οι απόστολοι δεν κήρυτταν το Ευαγγέλιο για να μεγαλοποιήσουν τον εαυτό τους. Η ελπίδα που έτρεφαν για τη σωτηρία των ψυχών, τους έκανε να αφιερώσουν τη ζωή τους στο έργο αυτό. Και αυτή ακριβώς η ελπίδα τους συγκρατούσε να μην σταματήσουν τις προσπάθειές τους λόγο των προβλεπομένων κινδύνων ή των παρόντων βασάνων.ΠΑ 291.1

    «Δια τούτο δεν αποκάμνομεν,» δήλωνε ο Παύλος, «αλλ’ εάν ο εξωτερικός ημών άνθρωπος φθείρεται, ο εσωτερικός όμως ανανεούται καθ’ εκάστην ημέραν. » Ο Παύλος αισθάνονταν τη δύναμη του εχθρού. Παρόλο όμως ότι οι φυσικές του δυνάμεις εξασθενούσαν, αυτός πιστά και ατρόμητα κήρυττε το Ευαγγέλιο του Χριστού. Φέροντας την πανοπλία του Θεού, ο ήρωας αυτός του σταυρού συνέχιζε τον αγώνα. Η χαρούμενη φωνή του τον ανακήρυττε νικητή της μάχης. Στερεώνοντας το βλέμμα στην αμοιβή των πιστών, αναφωνούσε με νικητήριες εκφράσεις: «Η προσωρινή ελαφρά θλίψις ημών εργάζεται εις ημάς καθ’ υπερβολήν εις υπερβολήν αιώνιον βάρος δόξης, επειδή ημείς δεν ενατενίζομεν εις τα βλεπόμενα αλλ’ εις τα μη βλεπόμενα διότι τα βλεπόμενα, είναι πρόσκαιρα, τα δε μη βλεπόμενα αιώνια.»ΠΑ 291.2

    Με σοβαρότατα και συγκινητικά λόγια ο απόστολος κάνει έκκληση στους Κορινθίους αδελφούς να αναλογιστούν και πάλι την ανεκτίμητη αγάπη του Λυτρωτή τους. «Εξεύρετε την χάριν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού,» τους γράφει, «ότι πλούσιος ών επτώχευσε, δια να πλουτίσητε σεις με την πτωχείαν Εκείνου.» Ξέρετε από ποιό ύψος κατέβηκε. Ξέρετε σε ποιό βάθος ταπείνωσης βυθίστηκε. Μια και πήρε το μονοπάτι της αυταπάρνησης και της θυσίας, δεν στράφηκε ποτέ από αυτό μέχρι που έδωσε και τη ζωή Του. Από το θρόνο στο σταυρό δεν ήξερε ποτέ τι θα πει ανάπαυση.ΠΑ 291.3

    Ο Παύλος προχωρούσε από το ένα σημείο στο άλλο χωρίς να βιάζεται ώστε να μπορέσουν αυτοί που θα διάβαζαν το γράμμα του να εννοήσουν σε βάθος τη θαυμάσια συγκατάβαση του Σωτήρα σε αυτούς. Παρουσιάζοντάς τους το Χριστό από τότε που ήταν ισός με τον Θεο και απολάμβανε μαζί Του τη λατρεία των αγγέλων, ο απόστολος χάραξε την πορεία Του μέχρι που Αυτός έφθασε στα κατώτερα βάθη της ταπείνωσης. Ο απόστολος ήταν σίγουρος πως αν μπορούσε να τους κάνει να καταλάβουν την καταπληκτική θυσία την οποία υπέστη η Μεγαλειότητα του Ουρανού, κάθε ίχνος φιλαυτίας θα εξέλειπε από τη ζωή τους. Έδειξε πως ο Υιός του Θεού άφησε κατά μέρος τη δόξα Του για να υποταχθεί θεληματικά στις συνθήκες της ανθρώπινης φύσης. Και τότε ταπεινώθηκε σαν δούλος γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου «θανάτου δε σταυρού,» (Φιλ. 2:8,) με σκοπό να ανυψώσει τον αμαρτωλό άνθρωπο από την εξαθλίωσηπρος την ελπίδα, τη ζωή και τον ουρανό.ΠΑ 291.4

    Όταν μελετούμε το θεϊκό χαρακτήρα κάτω από το φώς του σταυρού, διακρίνουμε ευσπλαχνία, τρυφερότητα και συγχώρηση συγκερασμένες με ισότητα και δικαιοσύνη. Στη μέση του θρόνου παρατηρούμε Κάποιον στου οποίου ταπλευρά, τα χέρια και τα πόδια παρουσιάζονται τα σημάδια των παθημάτων που υπέστη προκειμένου να συμφιλιώσει τον άνθρωπο με το Θεό. Βλέπουμε έναν Πατέρα, απεριόριστο που ενώ κατοικεί φώς απρόσιτο, δέχεται εμάς κοντά Του με την αξία του Υιού Του. Το σύννεφο της εκδίκησης που προμήνυε μόνο συμφορά και απόγνωση, μέσα στο φώς που απαυγάζειτώρα από το σταυρό, αποκαλύπτει γραμμένο από το Θεό: «Ζήσε, αμαρτωλέ, ζήσε! Σεις οι μετανοούσες, πιστεύουσες ψυχές, ζήσετε! Εγώ πλήρωσα τα λύτρα.»ΠΑ 292.1

    Παρατηρώντας το Χριστό, περιφερόμαστε στην ακτή μιας ανυπολόγιστης θάλασσας από αγάπη. Προσπαθούμε να περιγράψουμε την αγάπη αυτή, αλλά δεν βρίσκουμε τα κατάλληλα λόγια. Ρίχνοντας μια προσεκτικήματιάστην επίγεια ζωή Του, τη θυσία Του για μας, το μεσιτικό Του έργο στον Ουρανό και τα οικήματα που ετοιμάζει εκεί για όσους Τον αγαπούν, και τότε μπορούμε μόνο να αναφωνήσουμε: Ώ, ύψος και βάθος της αγάπης του Χριστού! «Εν τούτω είναι η αγάπη, ουχί ότι ημείς ηγαπήσαμεν τον Υιόν του Θεού, αλλ’ ότι Αυτός ηγάπησεν ημάς και απέστειλε τον Υιόν Αυτού ιλασμόν περί των αμαρτιών ημών.» «Ίδετε οποίαν αγάπην έδωκεν εις ημάς ο Πατήρ, ώστε να ονομασθώμεν τέκνα Θεού.» (Α ', Ιωάν. 4:10, 3:1.)ΠΑ 292.2

    Για τον κάθε πιστό μαθητή η αγάπη αυτή καίει σαν ιερή φωτιά πάνω στο βωμό της καρδιάς. Επάνω στη Γη η αγάπη του Θεού αποκαλύφθηκε μέσω του Χριστού. Και επάνω στη Γή τα παιδιά Του οφείλουν να αντανακλούν την αγάπη αυτή με την άσπιλη ζωή τους. Έτσι οι αμαρτωλοί θα οδηγηθούν στο σταυρό για να θεωρήσουν τον Αμνό του Θεού.ΠΑ 293.1

    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents