Loading...
Larger font
Smaller font
Copy
Print
Contents
Η Τελικη Παγκοσμια Συρραξη - Contents
  • Results
  • Related
  • Featured
No results found for: "".
  • Weighted Relevancy
  • Content Sequence
  • Relevancy
  • Earliest First
  • Latest First
    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents

    Κεφάλαιο 18 - Ένας Αμερικανός Μεταρρυθμιστής

    Ένας αγροκτηματίας, ευθύς και τίμιος, ο οποίος είχε άλλοτε οδηγηθεί να αμφιβάλει γιά τη θεϊκή αυθεντία των Αγίων Γραφών, αλλ’ ο οποίος ειλικρινά ποθούσε να γνωρίσει την αλήθεια, υπήρξε το σκεύος που ιδιαίτερα διάλεξε ο Θεός γιά να αναλάβει να εξαγγείλει στον κόσμο τη δευτέρα παρουσία του Χριστού. Ο Γουλλιέλμος Μύλλερ, όπως τόσοι άλλοι μεταρρυθμιστές, πέρασε τα παιδικά του χρόνια μέσα στο σχολείο της φτώχειας όπου διδάχθηκε τα πολύτιμα μαθήματα της αυτοθυσίας και της δραστηριότητας. Τα μέλη της οικογένειας από την οποία κατάγονταν, χαρακτηρίζονταν από ένα ανεξάρτητο, φιλελεύθερο πνεύμα, εξαιρετική αντοχή και ένθερμο πατριωτισμό. Οι ιδιότητες αυτές ήταν έκδηλες και στη ζωή αυτού του ιδίου. Ο πατέρας του υπηρέτησε στον Αμερικανικό στρατό με το βαθμό του λοχαγού τον καιρό της επανάστασης, και στις θυσίες, στους αγώνες και στα δεινοπαθήματα της θυελλώδους εκείνης εποχής μπορούν μάλλον να αποδοθούν οι δυσχερείς συνθήκες της παιδικής ηλικίας του Μύλλερ.TΠ88 377.1

    Υγιέστατος και με αντίληψη ανώτερη της συνειθισμένης γιά ένα παιδί της ηλικίας του, εκδήλωνε περισσότερο την υπεροχή αυτή όσο μεγάλωνε. Διακρίνονταν από ένα ξύπνιο και ώριμο πνεύμα και μία μεγάλη δίψα γιά μάθηση. Αν και δεν είχε το προνόμιο μιάς πανεπιστημιακής μόρφωσης, η φιλομάθειά του, η στοχαστικότητά του, και η λεπτομερής εξέταση των πραγμάτων, τον έκαναν άνθρωπο ευθυκρισίας και υγιών απόψεων. Με άψογο ηθικό χαρακτήρα και αξιοζήλευτη υπόληψη, εκτιμώταν ιδιαίτερα γιά την ακεραιότητά του, τη λιτότητά του και την καλοκαγαθία του. Χάρη στη μεγάλη του ενεργητικότητα και επιμέλεια, κατώρθωσε μέσα σε λίγα χρόνια να δημιουργηθεί, χωρίς ποτέ να εγκαταλείψει τις συνήθειές του γιά τη μελέτη. Κατέλαβε διάφορα πολιτικά και στρατιωτικά αξιώματα στα οποία διέπρεψε και ο δρόμος πρός τον πλούτο και τη δόξα παρουσιάζονταν ορθάνοιχτος μπροστά του.TΠ88 377.2

    Η μητέρα του ήταν γυναίκα εξαιρετικής θεοσέβειας, και το παιδί πολύ νωρίς ακόμη, είχε εκτεθεί στις ζωηρές εντυπώσεις του ευλαβικού περιβάλλοντος που δεν άργησε όμως να τις αφομοιώσει με τη συναναστροφή του με τους δεϊστές. Οι άνθρωποι αυτοί—που πίστευαν στην ύπαρξη του Θεού αλλ’ όχι στη θεϊκή αποκάλυψη—ασκούσαν μεγαλύτερη ακόμη επιρροή επειδή ο κόσμος τους ήξερε γιά καλούς πολίτες με ανθρωπιστικά και καλοκάγαθα αισθήματα. Ενώ ζούσαν τριγυρισμένοι από διάφορες χριστιανικές οργανώσεις, είχαν υποστεί ευεργετική μέχρι ενός σημείου επίδραση στη διαμόρφωση του χαρακτήρα τους. Τις έξοχες αυτές αρετές που τους καθιστούσαν αξιοσέβαστους και εβυπόληπτους τις χρωστούσαν στην Αγία Γραφή. Και όμως τα αγαθά αυτά χαρίσματα είχαν διαστρεβλωθεί σε βαθμό που να ασκούν αρνητική επιρροή κατά του λόγου του Θεού. Συναναστρεφόμενος με τους ανθρώπους αυτούς, ο Μύλλερ συμμερίσθηκε και τις απόψεις τους. Οι καθιερωμένες Βιβλικές ερμηνείες παρουσίαζαν τρωτά σημεία που γι’ αυτόν ήταν ανυπέρβλητα. Από το άλλο μέρος, η νέα αυτή πίστη, με το να παραμερίζει τη Γραφή χωρίς να την αντικαθιστά με τίποτε άλλο, δεν τον ικανοποιούσε καθόλου. Παρ’ όλα αυτά, δώδεκα χρόνια έμεινε προσηλωμένος στις υιοθετημένες εκείνες αρχές. Όταν όμως έγινε τριαντατεσσάρων ετών, το Άγιο Πνεύμα επηρέασε την καρδιά του και αντελήφθηκε την αμαρτωλή του κατάσταση. Οι πρότερες πεποιθήσεις του δεν του παρείχαν καμία διαβεβαίωση ότι υπήρχε ευτυχία μετά το θάνατο. Το μέλλον παρουσιάζονταν σκοτεινό και αβέβαιο. Περιγράφοντας τα αισθήματα που τον κατείχαν την εποχή εκείνη, αναφέρει:TΠ88 378.1

    « Η σκέψη ότι με το θάνατο όλα εκμηδενίζονται μου προξενούσε ρίγος και η ημέρα των τελικών λογαριασμών ισοδυναμούσε με τον ολοσχερή εξολοθρεμό των πάντων. Ο ουρανός έκαιγε σαν φλογισμένος χαλκός πάνω απο το κεφάλι μου και η γή σαν πυρωμένο σίδερο κάτω απο τα πόδια μου. Τι να είναι η αιωνιότητα; γιατί να υπάρχει ο θάνατος; Όσο περισσότερο αναζητούσα την αιτία, τόσο λιγότερες ενδείξεις έβρισκα. Όσο περισσότερο σκεπτόμουν, τόσο λιγότερο κατέληγα σε συμπεράσματα. Προσπάθησα να μη το σκέπτομαι καθόλου αλλά δεν μπορούσα να κυριαρχήσω στις σκέψεις μου. Ήμουν στ’ αλήθεια αξιοθρήνητος, αλλά δεν καταλάβαινα γιατί. Γόγγυζα και παραπονιόμουν χωρίς να ξέρω ποιός μου φταίει. Ήξερα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, αλλά δεν ήξερα ούτε που ούτε πως να ανακαλύψω το σωστό. Πενθούσα αλλά ήμουν χωρίς ελπίδα.»TΠ88 378.2

    Στην κατάσταση αυτή παρέμεινε γιά μερικούς μήνες. «Ξαφνικά ο χαρακτήρας ενός Σωτήρα αποτυπώθηκε ζωηρά στο νού μου,» διηγείται ο Μύλλερ . « Μου φαινόταν ότι θα έπρεπε οπωσδήποτε να υπάρχει μία ύπαρξη τόσο αγαθή και φιλεύσπλαχνη ώστε να προσφερθεί αφ’ εαυτού της ιλασμός γιά τις παραβάσεις μας και έτσι να μας σώσει από την καταδίκη της αμαρτίας. Αμέσως σκέφθηκα πόσο αξιαγάπητη μία τέτοια ύπαρξη θα έπρεπε να είναι και ένοιωσα την ανάγκη να πέσω στην αγκάλη Της και να αφεθώ στο έλεός Της. Αλλά η ερώτηση που με βασάνιζε ήταν, πως να ξέρω ότι μία τέτοια ύπαρξη πραγματικά υφίσταται; Εκτός από τη Βίβλο, διαπίστωσα ότι δεν υπήρχε καμία ένδειξη γιά την ύπαρξη ενός τέτοιου Λυτρωτή, ούτε ακόμη και γιά τη μελλοντική ζωή ...TΠ88 379.1

    «Διαπίστωσα ότι η Γραφή παρουσιάζει ακριβώς ένα τέτοιο Σωτήρα όπως Τον χρειαζόμουν. Δυσκολευόμουν να καταλάβω πώς ένα βιβλίο, αν δεν ήταν εμπνευσμένο, μπορούσε να αναπτύσσει αρχές που να ανταποκρίνονται τόσο τέλεια στις ανάγκες ενός αμαρτωλού κόσμου. Βρέθηκα αναγκασμένος να ομολογήσω ότι οι Γραφές αποτελούσαν πράγματι τη θεϊκή αποκάλυψη. Το βιβλίο αυτό με γοήτευσε και στο πρόσωπο του Ιησού ανακάλυψα ένα φίλο. Ο Σωτήρας έγινε γιά μένα ο «διακρινόμενος μεταξύ μυριάδων.» Οι Άγιες Γραφές, οι μέχρι τότε δυσνόητες και αντιφατικές, γίνονταν τώρα «φώς εις τους πόδας μου και λύχνος εις τας τρίβους μου. ” Ικανοποιημένη τότε η ψυχή μου γαλήνεψε. Είχα ανακαλύψει ότι Κύριος ο Θεός παρουσιάζονταν σαν Βράχος μέσα στη θάλασσα του βίου. Τώρα η Βίβλος αποτελούσε την κυριότερη μελέτη μου και ειλικρινά μπορώ να πώ ότι την ερευνούσα με μεγάλη ευχαρίστηση. Βρήκα ότι γιά το μισό περίπου απο το περιεχόμενό της δεν είχα ακούσει ποτέ μου. Διερωτώμoυν γιατί να μην έχω προσέξει νωρίτερα την τόση ομορφιά και λαμπρότητά της και απορούσα πώς μπορούσα ποτέ να την έχω απορρίψει. Ανακάλυψα σ’ αυτή κάθε επιθυμία της καρδιάς μου και το βάλσαμο γιά κάθε ψυχικό μου άγχος. Έχασα κάθε ενδιαφέρον γιά οποιοδήποτε άλλο βιβλίο, και έδωσα την καρδιά μου στο να εκζητώ τη σοφία του Θεού.» (S. Bliss, Memoirs of Wm. Miller, σελ. 65-67.)TΠ88 379.2

    Ο Μύλλερ απροκάλυπτα ομολογούσε την πίστη του πρός τη θρησκεία την οποία άλλοτε περιφρονούσε. Αλλά οι άπιστοι σύντροφοί του δεν άργησαν να του προβάλουν όλα εκείνα τα επιχειρήματα τα οποία ο ίδιος είχε πολλές φορές χρησιμοποιήσει κατά της θεϊκής αυθεντίας των Γραφών. Την εποχή εκείνη δεν ήταν ακόμη κατηρτισμένος γιά να τους απαντήσει όπως έπρεπε. Σκεπτόταν όμως ότι αν η Γραφή είναι αποκάλυψη προερχόμενη από το Θεό, θα πρέπει να είναι συνεπής προς τον εαυτό της και ότι αφού χορηγήθηκε γιά την εκπαίδευση του ανθρώπου, θα πρέπει να ανταποκρίνεται στη διανοητική του ικανότητα. Πήρε την απόφαση να τη μελετήσει γιά λογαριασμό του και να διαπιστώσει αν η κάθε φαινομενική αντίφαση μπορούσε να διευθετηθεί.TΠ88 380.1

    Αποφασισμένος να αγνοήσει όλες τις προκατειλημμένες γνώμες, και αφίνοντας κατά μέρος όλα τα ερμηνευτικά σχόλια, άρχισε να συγκρίνει αποκλνειστικά τα γραφικά εδάφια με άλλα γραφικά εδάφια, χρησιμοποιώντας γιά βοήθεια τις περιθωριακές παραπομπές καθώς και τα ευρετήρια-βιβλία των γραφικών χωρίων. Επεδόθηκε στην τακτική και μεθοδική μελέτη. Αρχίζοντας από τη Γένεση, διάβαζε σιγά-σιγά, εδάφιο πρός εδάφιο και δεν προχωρούσε παρά μόνο όταν το νόημα μέχρι το σημείο αυτό γίνονταν αντιληπτό χωρίς να αφήνει πίσω του κανένα ερωτηματικό. Όταν συναντούσε κάτι το δυσνόητο, συνείθιζε να το συγκρίνει με όλα τα άλλα παρεμφερή προς το θέμα αυτό εδάφια. Χωρίς να περιορίζεται στην απόλυτη κυριολεξία των όρων ενός και του αυτού θέματος, όταν ανακάλυπτε ότι η γνώμη που είχε σχηματίσει εναρμονίζονταν με την κάθε μία από τις παραλληλιζόμενες περικοπές, δεν έβλεπε πια καμία δυσκολία. Έτσι, κάθε φορά που έρχονταν αντιμέτωπος με μία δυσκολοερμήνευτη περικοπή, αναζητούσε την εξήγηση σε κάποιο άλλο τμήμα της Γραφής μέχρι που την έβρισκε. Και ενώ πάντοτε μελετούσε με ένθερμη προσευχή γιά θεϊκή καθοδήγηση, κάθε τι που πρώτα παρουσιάζονταν στο νού του σκοτεινό, το έβλεπε μετά τελείως καθαρό. Και γνώρισε τότε την αληθοφάνεια των λόγων του ψαλμωδού: «Η φανέρωσις των λόγων Σου φωτίζει, συνετίζει τους απλούς.» (Ψαλμοί 119:130.)TΠ88 380.2

    Με ζωηρό ενδιαφέρον μελέτησε τα βιβλία του Δανιήλ και της Αποκάλυψης, εφαρμόζοντας την ίδια ερμηνευτική μέθοδο που χρησιμοποιούσε γιά την υπόλοιπη Γραφή και, πρός μεγάλη του ικανοποίηση, ανακάλυψε ότι τα διάφορα προφητικά σύμβολα ήταν δυνατό να κατανοηθούν. Είδε ότι όσες προφητείες είχαν ήδη εκπληρωθεί, είχαν εκπληρωθεί κατά γράμμα και ότι όλα τα ποικίλα σχήματα, οι παραστατικές εικόνες, οι παραβολές, οι αλληγορίες κ.λ.π., αν δεν τύχαινε να εξηγούνται μέσα στην ίδια την περικοπή όπου συναντώνταν οι όροι οι οποίοι χρησιμοποιούνταν γιά τη διατύπωσή τους, καθορίζονταν σε άλλα μέρη της Γραφής. Και όταν κατ’ αυτό τον τρόπο ερμηνεύονταν, τότε έπρεπε να εκλαμβάνονται στην κυριολεξία τους. «Αυτό με ικανοποιούσε,” έλεγε, «ότι η Γραφή παρουσιάζει ένα σύνολο αποκαλυμμένων αληθειών που εκτίθενται με τέτοια σαφήνεια και απλότητα, ώστε προχωρώντας ο ερευνητής, όσο ανήξερος και άν είναι, να μη κινδυνεύει να παραπλανηθεί.» (Bliss, ίδιο έργο, σελ. 70.) Ο ένας κρίκος της αλυσίδας της αλήθειας μετά τον άλλον αντάμοιβε τις προσπάθειές του καθώς βήμα πρός βήμα εξιχνίαζε τα σπουδαία προφητικά μονοπάτια. Άγγελοι σταλμένοι από τον ουρανό καθοδηγούσαν τη σκέψη του και τον βοηθούσαν να κατανοήσει τις Γραφές.TΠ88 381.1

    Παίρνοντας τον τρόπο με τον οποίο οι προφητείες είχαν εκπληρωθεί στο παρελθόν σαν κριτήριο γιά την εκπλήρωση των προφητειών που ανήκαν ακόμη στο μέλλον, ανακάλυψε πρός ικανοποίησή του ότι η γενικά ασπαζόμενη πεποίθηση της πνευματικής βασιλείας του Χριστού—γνωστή ως εγκόσμια χιλιετηρίδα πρίν από τη συντέλεια του κόσμου—δεν στηρίζονταν στο λόγο του Θεού. Η διδαχή αυτή, η αναφερόμενη σε μία περίοδο χιλίων ετών κατά την οποία θα βασιλεύει η δικαιοσύνη και η ειρήνη πρίν από την παρουσία του Χριστού σ’ αυτή τη γή, απέβλεπε στο να αναβάλει γιά το απώτερο μέλλον τα συγκλονιστικά γεγονότα της ημέρας του Κυρίου. Όσο ευχάριστα και άν αντηχεί η διδασκαλία αυτή, είναι αντίθετη προς τη διδασκαλία του Χριστού και των αποστόλων που δήλωσαν ότι το σιτάρι και τα ζιζάνια θα αυξάνουν μαζύ μέχρι τον καιρό του θερισμού, της συντέλειας δηλαδή του κόσμου. Ότι «πονηροί άνθρωποι και γόητες θέλουσι προκόψει επί το χείρον και χείρον.» Ότι « εν ταις εσχάταις ημέραις θέλουσιν ελθεί καιροί κακοί,» και ότι η βασιλεία του σκότους θα εξακολουθεί να υπάρχει μέχρι την παρουσία του Κυρίου, οπότε θα την «απολέσει με το πνεύμα του στόματος Αυτού και θα [την] εξαφανίσει με την επιφάνειαν της παρουσίας Αυτού.» (Ματθαίου 13:30, 38-41, Β’Τιμοθέου 3:13, 1, Β’ Θεσσαλονικείς 2:8.)TΠ88 382.1

    Η αποστολική εκκλησία δεν υποστήριξε την ολοσχερή μετάνοια του κόσμου, ούτε την πνευματική βασιλεία του Χριστού. Η εκδοχή αυτή δεν είχε γενικευθεί μεταξύ του χριστιανικού κόσμου πρίν τις αρχές του δεκάτου ογδόου αιώνα. Τα αποτελέσματά της ήταν άσχημα, όπως πάντοτε συμβαίνει με την πλάνη. Δίδασκε τους ανθρώπους να ατενίζουν πολύ μακρυά στο απώτερο μέλλον γιά την παρουσία του Κυρίου και τους έκανε να μη δίνουν προσοχή στα σημεία που εξαγγέλλουν την εγγύτητα της παρουσίας Του. Δημιουργούσε στους ανθρώπους την ψευδαίσθηση της σιγουριάς και της ασφάλειας και έγινε αφορμή ώστε άπειρες ψυχές να παραμελήσουν την απαραίτητη προετοιμασία τους γιά να συναντήσουν τον Κύριό τους.TΠ88 382.2

    Ο Μύλλερ διαπίστωσε ότι οι Γραφές διδάσκουν με κάθε σαφήνεια την κυριολεκτική, την προσωπική παρουσία του Χριστού. Ο απόστολος Παύλος λέγει: «Αυτός ο Κύριος θέλει καταβεί απ’ ουρανού με κέλευσμα, με φωνήν αρχαγγέλου, και με σάλπιγγα Θεού.» (Α’ Θεσσαλονικείς 4:16.) Και ο Σωτήρας δηλώνει: «Θέλουσιν ιδεί τον Υιόν του ανθρώπου ερχόμενον επί των νεφελών του ουρανού μετά δυνάμεως και δόξης πολλής.» «Διότι καθώς η αστραπή εξέρχεται από ανατολών και φαίνεται έως δυσμών, ούτω θέλει είσθαι και η παρουσία του Υιού του ανθρώπου.» (Ματθαίου 24:30, 27.) Συνοδεύεται από όλα τα στρατεύματα του ουρανού. «Όταν έλθη ο Υιός του ανθρώπου και πάντες οι άγιοι άγγελοι μετ’ Αυτού.» (Ματθαίου 25:31.) «Και θέλει αποστείλει τους αγγέλους Αυτού μετά σάλπιγγος φωνής μεγάλης και θέλουσι συνάξει τους εκλεκτούς Αυτού.» (Ματθαίου 24:31.)TΠ88 383.1

    Κατά την παρουσία Του οι δίκαιοι νεκροί εγείρονται και οι δίκαιοι ζώντες μεταμορφώνονται. « Πάντες μεν δεν θέλομεν κοιμηθή,» εξηγεί ο Παύλος, «πάντες όμως θέλομεν μεταμορφωθή, εν μιά στιγμή, εν ριπή οφθαλμού, εν τη εσχάτη σάλπιγγι διότι θέλει σαλπίσει και οι νεκροί θέλουσιν αναστηθή άφθαρτοι, και ημείς θέλομεν μεταμορφωθή. Διότι πρέπει το φθαρτόν τούτο να ενδυθή αφθαρσίαν, και το θνητόν τούτο να ενδυθή αθανασίαν.» (Α’ Κορινθίους 15:51-53.) Και στην επιστολή του προς τους Θεσσαλονικείς, αφού περιγράφει την παρουσία του Κυρίου, καταλήγει: «Οι αποθανόντες εν Χριστώ θέλουσιν αναστηθή πρώτον έπειτα ημείς οι ζώντες όσοι απομένομεν θέλομεν αρπαχθή μετ’ αυτών εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου εις τον αέρα και ούτω θέλομεν είσθαι πάντοτε μετά του Κυρίου.» (Α’ Θεσσαλονικείς 4:16-17.)TΠ88 383.2

    Ο λαός του Θεού δεν κληρονομεί τη βασιλεία παρά μόνο κατά την προσωπική παρουσία του Χριστού. «Όταν δε έλθη ο Υιός του ανθρώπου εν τη δόξη Αυτού, και πάντες οι άγιοι άγγελοι, μέτ’ Αυτού, τότε θέλει καθίσει επί του θρόνου της δόξης Αυτού και θέλουσι συναχθή έμπροσθεν Αυτού πάντα τα έθνη και θέλει χωρίσει αυτούς απ’ αλλήλων, καθώς ο ποιμήν χωρίζει τα πρόβατα από των εριφίων και θέλει στήσει τα μεν πρόβατα εκ δεξιών Αυτού, τα δε ερίφια εξ αριστερών. Τότε ο Βασιλεύς θέλει ειπεί προς τους εκ δεξιών Αυτού, έλθετε, οι ευλογημένοι του Πατρός Μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην εις εσάς βασιλείαν από καταβολής κόσμου.» (Ματθαίου 25:31 -34.) Όπως είδαμε από τα παραπάνω εδάφια, όταν παρουσιάζεται ο Υιός του ανθρώπου, οι νεκροί εγείρονται άφθαρτοι και οι ζώντες μεταλλάσσονται. Και αυτή η σημαντική μεταλλαγή τους καθιστά έτοιμους να παραλάβουν τη βασιλεία. Επειδή, όπως εξηγεί ο Παύλος, «σάρξ και αίμα βασιλείαν Θεού δεν δύνανται να κληρονομήσωσιν, ουδέ η φθορά κληρονομεί την αφθαρσίαν.» (Α’ Κορινθίους 15:50.) Στην τωρινή του κατάσταση ο άνθρωπος είναι θνητός, φθαρτός. Η βασιλεία όμως του Θεού είναι άφθαρτη και αιώνια. Επομένως είναι αδύνατο στην παρούσα του κατάσταση ο άνθρωπος να εισέλθει στη βασιλεία του Θεού. Αλλ’ όταν έρχεται ο Χριστός χορηγεί την αθανασία στο λαό Του. Και τότε τους καλεί να κληρονομήσουν τη βασιλεία της οποίας μέχρι τότε λογίζονταν οι μελλοντικοί κληρονόμοι.TΠ88 383.3

    Αυτά, καθώς και άλλα γραφικά κείμενα, έπεισαν το Μύλλερ ότι τα γεγονότα που γενικά ο κόσμος πίστευε ότι θα μεσολαβούσαν πρίν από την παρουσία του Χριστού, όπως η παγκόσμια βασιλεία της ειρήνης και η επίγεια εγκαθίδρυση της βασιλείας του Θεού, στην πραγματικότητα θα συνέβαιναν μετά τη δευτέρα παρουσία. Επί πλέον, όλα γενικά τα σημεία των καιρών, καθώς και οι επικρατούσες συνθήκες του κόσμου ανταποκρίνονταν στις προφητικές περιγραφές που αφορούν τις έσχατες ημέρες. Και μόνη η μελέτη της Γραφής τον ώθησε να κατασταλάξει στο συμπέρασμα ότι η προθεσμία γιά τη συνέχιση του πλανήτη μας στην παρούσα του κατάσταση πλησίαζε να λήξει.TΠ88 384.1

    «Μία άλλη απόδειξη που είχε βαρυσήμαντη γιά μένα σημασία ήταν η χρονολογία των γραφικών γεγονότων,» διηγείται ο Μύλλερ «... Ανακάλυψα ότι πολλά από τα προρρηθέντα γεγονότα του παρελθόντος είχαν εξελιχθεί κατά το προσδιορισμένο από την προφητεία χρονικό διάστημα. Αίφνης τα εκατόν είκοσι χρόνια του Κατακλυσμού. (Γένεση 6:3.) Οι σαράντα μέρες της νεροποντής καθώς και οι επτά μέρες που την προηγήθηκαν. (Γένεση 7:4.) Τα τετρακόσια χρόνια της παραμονής του γένους του Αβραάμ στην Αίγυπτο. (Γένεση 15:13.) Οι τρείς μέρες των ονείρων του οινοχόου και του αρτοποιού του Φαραώ. (Γένεση 40:12-20.) Τα επτά χρόνια των ονείρων του Φαραώ. (Γένεση 41:28-54.) Τα σαράντα χρόνια των περιπλανήσεων του λαού Ισραήλ στην έρημο. (Αριθμοί 14:43.) Τα τριάμισυ χρόνια της πείνας. (Α’ Βασιλέων 17:1.) [Βλέπε και Λουκά 4:25.] Τα εβδομήντα χρόνια της αιχμαλωσίας. (Ιερεμίας 25:11.) Οι επτά καιροί του Ναβουχοδονόσορα. (Δανιήλ 4:13-16.) Και οι εβδομήντα εβδομάδες οι προσδιορισμένες γιά τον ιουδαϊκό λαό. (Δανιήλ 9:24 - 27.) Τα γεγονότα που συμπεριλαμβάνονται μέσα στα χρονικά αυτά διαστήματα ήταν κάποτε αποκλειστικά και μόνο ζητήματα προφητικής σημασίας. Όλα όμως εκπληρώθηκαν σύμφωνα με τις γενόμενες προρρήσεις.» (Βλέπε Bliss, σελ. 74, 75.)TΠ88 384.2

    Όσες φορές λοιπόν ανακάλυπτε μελετώντας τη Γραφή διάφορες χρονολογικές περιόδους που, κατά την αντίληψή του, αναφέρονταν στη δευτέρα παρουσία του Χριστού, τις εκλάμβανε σαν «προκαθορισθέντας καιρούς » τους οποίους ο Θεός είχε αποκαλύψει στους δούλους Του. «Τα κρυπτά» λέγει ο Μωϋσής, «ανήκουσιν εις Κύριον τον Θεόν ημών τα δε αποκεκαλυμμένα εις ημάς και εις τα τέκνα ημών διαπαντός.» Και μέσο του προφήτη Αμώς ο Κύριος δηλώνει ότι «δεν θέλει κάμει ουδέν χωρίς να αποκαλύψη το απόκρυφον Αυτού εις τους δούλους Αυτού τους προφήτας.» (Δευτερονόμιο 29:29, Αμώς 3:7.) Άρα οι μελετητές του λόγου του Θεού έχουν κάθε λόγο να πιστεύουν ότι θα συναντήσουν το καταπληκτικότερο γεγονός που πρόκειται να λάβει χώρα στην ιστορία του κόσμου σαφώς καταχωρημένο στις Γραφές της αλήθειας.TΠ88 385.1

    «Αφού είχα εντελώς πεισθεί,» λεγει ο Μύλλερ, «ότι όλη η Γραφή είναι θεόπνευστος και ωφέλιμος,” (Β’ Τιμοθέου 3:16,) ότι «δεν ήλθε ποτέ προφητεία εκ θελήματος ανθρώπου, αλλ’ υπό του Πνεύματος του Αγίου κινούμενοι ελάλησαν οι άγιοι άνθρωποι του Θεού,” (Β’ Πέτρου 1:21,) και ότι «όσαTΠ88 385.2

    προεγράφησαν δια την διδασκαλίαν ημών προεγράφησαν, δια να έχωμεν την ελπίδα διά της υπομονής και της παρηγορίας των Γραφών,” (Ρωμαίους 15:4,) δεν μπορούσα να καταλήξω σε άλλο συμπέρασμα παρά ότι τα χρονολογικά τμήματα της Βίβλου αποτελούν ένα εξίσου αναπόσπαστο μέρος του λόγου του Θεού, που απαιτεί την εξίσου σοβαρή από μέρους μας περίσκεψη όπως και οποιοδήποτε άλλο μέρος των Γραφών. Πείσθηκα τότε ότι αν ήθελα να κατανοήσω όσα ο Θεός είχε μέσα στη μεγάλη Του ευσπλαχνία κρίνει καλό να μας αποκαλύψει, δεν είχα το δικαίωμα να παραβλέψω τις χρονολογικές περιόδους. (Bliss, σελ. 75.)TΠ88 386.1

    Η προφητεία που φαίνονταν να αναφέρεται με τη μεγαλύτερη ακρίβεια στον καιρό της δευτέρας παρουσίας, ήταν του Δανιήλ 8:14: «Έως δύο χιλιάδων και τριακοσίων ημερονυκτίων • τότε το αγιαστήριον θέλει καθαρισθή.» Ακολουθώντας το σύστημα του να εκζητεί την ερμηνεία της Γραφής μέσα από την ίδια τη Γραφή, ο Μύλλερ διεπίστωσε ότι μία συμβολική προφητική ημέρα αντιστοιχεί με ένα ολόκληρο χρόνο. (Αριθμοί 14:34, Ιεζεκιήλ 4:6.) Διεπίστωσε επίσης ότι το διάστημα των 2300 προφητικών ημερονυκτίων, ή πραγματικών ετών, ξεπερνούσε κατά πολύ τα χρονικά όρια της ιουδαϊκής οικονομίας. Επομένως η εφαρμογή του δεν μπορούσε να αποδοθεί στο ιουδαϊκό αγιαστήριο. Ασπαζόμενος την επικρατούσα στην εποχή του γνώμη ότι κατά τη χριστιανική οικονομία το αγιαστήριο συμβολίζει τη γή, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο καθαρισμός του αγιαστηρίου του Δανιήλ 8:14 απεικονίζει τον εξαγνισμό της γής με τη φωτιά κατά τη δευτέρα παρουσία του Χριστού. Συμπέρανε λοιπόν ότι αν η αφετηρία των 2300 ημερονυκτίων μπορούσε να προσδιορισθεί, τότε ο χρόνος της δευτέρας παρουσίας θα μπορούσε να καθορισθεί χωρίς δυσκολία. Έτσι θα γίνονταν γνωστός ο καιρός της θεσπέσιας ολοκλήρωσης των πάντων, ο καιρός που θα σήμαινε το τέλος της τωρινής κατάστασης «με όλη της την υπερηφάνεια, τη δύναμη, την επιδεικτικότητα, τη ματαιοδοξία, την ασέβεια και την καταδυνάστευση » ο καιρός οπόταν η κατάρα θα « απομακρύνονταν από προσώπου της γής, ο θάνατος θα εξαφανίζονταν, οι πιστοί δούλοι του Θεού—άγιοι και προφήτες και όσοι τιμούν το όνομά Του—θα αμοίβονταν και οι εξολοθρευτές της γής θα εξολοθρεύονταν.» (Bliss, σελ. 76.)TΠ88 386.2

    Με καινούργιο και ζωηρότερο τώρα ενδιαφέρον ο Μύλλερ επεδόθηκε στην έρευνα των προφητειών, αφιερώνοντας όχι μόνο μέρες ολόκληρες, αλλά και νύχτες ακόμη στη μελέτη του θέματος εκείνου που παρουσίαζε καταπληκτική σημασία και βαθύτατο ενδιαφέρον. Στο όγδοο κεφάλαιο του Δανιήλ δεν γίνονταν καμία νύξη γιά τον προσδιορισμό της αφετηρίας των 2300 ημερών. Ο άγγελος Γαβριήλ, αν και είχε εντολή να εξηγήσει την όραση στο Δανιήλ, μερική μόνο ερμηνεία του είχε δώσει. Καθώς έβλεπε να εκτυλίσσονται μπροστά στα μάτια του οι τρομακτικές σκηνές των διωγμών που θα αντιμετώπιζε η εκκλησία, ο προφήτης είχε χάσει τις αισθήσεις του. Δεν μπορούσε να υπομείνει περισσότερο και ο άγγελος τον άφησε γιά ένα διάστημα. «Ελιποθύμησα,” λέγει ο Δανιήλ, «και ήμην ασθενής ημέρας τινάς ... Εθαύμαζον δε δια την όρασιν, και δεν υπήρχεν ο εννοών.» (Δανιήλ 8:27.)TΠ88 387.1

    Ο Θεός όμως είχε προστάξει τον αγγελιοφόρο Του: «Κάμε τον άνθρωπον τούτον να εννοήση την όρασιν.» (Εδ. 16.) Και η προσταγή έπρεπε να εκτελεσθεί. Υπακούοντας στην εντολή, ο άγγελος ύστερα από ένα διάστημα ξαναγύρισε στο Δανιήλ λέγοντας: «Τώρα εξήλθον δια να σε κάμω να λάβης σύνεσιν.» «Δια τούτο εννόησον τον λόγον και κατάλαβε την οπτασίαν.» (Κεφ. 9:22, 23.) Ιδιαίτερα υπήρχε ένα σημαντικό σημείο του οράματος του ογδόου κεφαλαίου που είχε μείνει ανεξήγητο, συγκεκριμμένα το σημείο εκείνο που αφoρά το χρόνο—των 2300 ημερών—Γι’ αυτό και ο άγγελος, συνεχίζοντας την ερμηνεία του μετά από τη διακοπή, ασχολείται κυρίως με το θέμα του χρόνου:TΠ88 387.2

    «Εβδομήκοντα εβδομάδες διωρίσθησαν επί του λαού σου και επί την Πόλιν την Αγίαν ... Γνώρισον λοιπόν και κατάλαβε ότι από της εξελεύσεως της προσταγής του να ανοικοδομηθή η Ιερουσαλήμ, έως του Χριστού του Ηγουμένου, θέλουσιν είσθαι εβδομάδες επτά και εβδομάδες εξήκοντα δύο θέλει οικοδομηθή πάλιν η πλατεία και το τείχος, μάλιστα εν καιροίς στενοχωρίας. Και μετά τας εξήκοντα δύο εβδομάδας, θέλει εκκοπή ο Χριστός πλήν ουχί δι’ Εαυτόν ... Και θέλει στερεώσει την διαθήκην εις πολλούς εν μιά εβδομάδι και εν τω ημίσει της εβδομάδος θέλει παύσει η θυσία και η προσφορά.» (Δανιήλ 9:25-27.)TΠ88 387.3

    Ο άγγελος είχε σταλεί στο Δανιήλ με τον αποκλειστικό σκοπό να τoυ διευκρινήσει το σημείο ακριβώς που δεν είχε ακόμη κατανοήσει από την όραση του ογδόου κεφαλαίου, το χρονολογικό εκείνο σημείο που συγκεκριμμένα ανέφερε: «Έως δύοTΠ88 388.1

    χιλιάδων και τριακοσίων ημερονυκτίων τότε το αγιαστήριον θέλει καθαρισθή.» Αφού συνέστησε στο Δανιήλ «εννόησον τον λόγον, και κατάλαβε την οπτασίαν,” οι αμέσως επόμενες λέξεις του αγγέλου ήταν: «Εβδομήκοντα εβδομάδες διωρίσθησαν επί τον λαόν σου και επί την Πόλιν την Αγίαν σου.» Το ρήμα «διωρίσθησαν» εδώ σημαίνει «απεκόπησαν.» Εβδομήντα εβδομάδες που ισοδυναμούν με 490 χρόνια αναφέρονται από τον άγγελο ότι απεκόπησαν και ανήκουν ειδικά στο λαό Ισραήλ. Γεννάται όμως το ερώτημα: από που απεκόπησαν; Αφού οι 2300 μέρες αποτελούν τη μοναδική χρονική περίοδο το υ ογδόου κεφαλαίου, αυτό θα πρέπει να είναι το χρονικό διάστημα από το οποίο απεκόπησαν οι εβδομήντα εβδομάδες. Έπεται μέ αυτό ότι οι εβδομήντα εβδομάδες αποτελούν μερικό τμήμα των 2300 ημερών και ότι τα δύο χρονικά τμήματα—το ολικό και το μερικό—ξεκινούν από το ίδιο αρχικό σημείο. Σύμφωνα με την εξήγηση του αγγέλου, οι εβδομήντα εβδομάδες χρονολογούνται από τον καιρό της έκδοσης του διατάγματος γιά την ανοικοδόμηση της Ιερουσαλήμ. Αν μπορούσε να καθορισθεί η ημερομηνία του διατάγματος αυτού, τότε το σημείο της αφετηρίας της μεγάλης περιόδου των 2300 ημερών θεωρείτο βέβαιο.TΠ88 388.2

    Το έβδομο κεφάλαιο του Έσδρα (εδάφια 12-26) κάνει μνεία του διατάγματος αυτού. Η τελειότερη έκδοσή του οφείλεται στο βασιλιά της Περσίας Αρταξέρξη το 457 π.Χ. Στο έκτο κεφάλαιο του Έσδρα και εδάφιο 14 αναφέρεται επίσης ότι ο οίκος του Κυρίου είχε οικοδομηθεί «κατά την προσταγήν του Κύρου και Δαρείου και Αρταξέρξου βασιλέως της Περσίας.» Μετά την αρχική εκπόνηση, την επικύρωση, τη βαθμιαία βελτίωση και την ολοσχερή τελειοποίηση του διατάγματος αυτού, οι τρείς Πέρσες μονάρχες το έθεσαν τελικά σε εφαρμογή ακριβώς τον καιρό που, κατά την προφητική υπαγόρευση, θα σήμαινε την αρχή των 2300 ημερών. Λογαριάζοντας το 457—χρονολογία της ολοκλήρωσης του διατάγματος—σαν την ακριβή χρονολογία της επικυρωμένης βασιλικής εντολής, κάθε λεπτομέρεια της προφητείας των εβδομήντα εβδομάδων παρουσιάζεται εκπληρωμένη.TΠ88 388.3

    «Από της εξελεύσεως της διαταγής του να ανοικοδομηθή η Ιερουσαλήμ μέχρι του Χριστού, του Ηγουμένου θέλουσιν είσθαι εβδομάδες επτά και εβδομάδες εξήκοντα δύο,» συγκεκριμμένα εξήκοντα εννέα εβδομάδες ή 483 χρόνια. Το διάταγμα του Αρταξέρξη τέθηκε σε εφαρμογή το φθινόπωρο του 457 π.Χ. Προσθέτοντας στην ημερομηνία αυτή τα 483 χρόνια, φθάνομε στο έτος 27 μ.Χ. Ακριβώς τότε εκπληρώθηκε η προφητεία. Η λέξη «Μεσσίας» σημαίνει «Κεχρισμένος.» Το φθινόπωρο του 27 μ.Χ. ο Χριστός βαπτίσθηκε από τον Ιωάννη και δέχθηκε το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος. Ο απόστολος Πέτρος πιστοποιεί ότι « ο Θεός έχρισε τον Ιησούν τον από Ναζαρέτ με Πνεύμα Άγιον και με δύναμιν.» (Πράξεις 10:38.) Και ο ίδιος ο Σωτήρας δήλωσε: «Πνεύμα Κυρίου είναι επ’ Εμέ δια τούτο Με έχρισε Με απέστειλε διά να ευαγγελίζωμαι προς τους πτωχούς.» (Λουκά 4:18.) Μετά το βάπτισμα πήγε στη Γαλιλαία «κηρύττων το ευαγγέλιον της βασιλείας του Θεού και λέγων, ότι επληρώθη ο καιρός.» (Μάρκου 1:14-15.)TΠ88 389.1

    « Καί θέλει στηρίξει την διαθήκην μετά πολλών εν μιά εβδομάδι,” συνεχίζει η προφητεία του Δανιήλ. Η «εβδομάδα,» που αναφέρεται εδώ είναι η τελευταία από τις εβδομήντα. Με άλλα λόγια, είναι τα τελευταία επτά έτη του συνολικού χρόνου που είχε ιδιαίτερα προσδιορισθεί γιά το ιουδαϊκό έθνος. Κατά το διάστημα αυτό, δηλαδή από το 27 μέχρι το 34 μ.Χ, πρώτα ο ίδιος ο Χριστός και κατόπιν οι μαθητές Του, απηύθυναν την πρόσκληση του ευαγγελίου αποκλειστικά και μόνο στους Ιουδαίους. Στέλλοντας τους αποστόλους να κηρύξουν την αγαθή αγγελία της βασιλείας των ουρανών, ο Σωτήρας είχε δώσει την εντολή: «Εις οδόν εθνών μη υπάγητε και εις πόλιν Σαμαρειτών μη εισέλθητε. Υπάγετε δε μάλλον προς τα πρόβατα τα απολωλότα του οίκου Ισραήλ.» (Ματθαίου 10:5-6.)TΠ88 389.2

    «Εν τω μέσω της εβδομάδος,» πρόσθετε η προφητεία του Δανιήλ, «θέλει σταματήσει η θυσία και η προσφορά.» Το 31 μ.Χ., τριάμισυ χρόνια μετά το βάπτισμά Του, ο Κύριός μας σταυρώθηκε. Η μεγάλη θυσία του Γολγοθά σήμανε το τέλος του συστήματος των θυσιών που επί τέσσερες χιλιάδες χρόνια συγκέντρωναν την προσοχή των ανθρώπων στον Αμνό του Θεού. Και όταν ο τύπος συνάντησε το αντίτυπο, τότε πιά όλες οι προσφορές και οι θυσίες του τελετουργικού συστήματος έπαψαν.TΠ88 390.1

    Οι εβδομήντα εβδομάδες, ή τα 490 χρόνια της προθεσμίας του λαού του Ισραήλ έληξαν, όπως είδαμε, το 34 μ.Χ. Τη χρονιά εκείνη, με την απόφαση του ανωτάτου ιουδαϊκού δικαστηρίου, το έθνος επίσημα σφράγιζε γιά πάντα την από μέρους του απόρριψη του ευαγγελίου με το μαρτυρικό θάνατο του Στεφάνου και τον αμείλικτο κατά των Χριστιανών διωγμό που επηκολούθησε. Από τότε, η αγγελία της σωτηρίας, που δεν περιορίζονταν πιά στο μέχρι τoύδε εκλεκτό λαό του Θεού, άρχισε να μεταδίδεται ελεύθερα στον υπόλοιπο κόσμο. Οι μαθητές, αναγκασμένοι λόγο του διωγμού να απομακρυνθούν από την Ιερουσαλήμ, «διασπαρέντες διήλθον, ευαγγελιζόμενοι τον λόγον.» Ο Φίλιππος, «καταβάς εις την πόλιν της Σαμαρείας, εκήρυττεν εις αυτούς τον Χριστόν.» Ο Πέτρος, «αποκαλυφθείς θεόθεν,” εξέθεσε τις αλήθειες του ευαγγελίου στον εκατόνταρχο της Καισαρείας, τον θεοφοβούμενο Κορνήλιο και ο Παύλος, ο ζηλωτής, μετά την επιστροφή του στο Χριστό, εξουσιοδοτήθηκε να διαδώσει τις χαρμόσυνες αγγελίες με το πρόσταγμα: «ύπαγε διότι Εγώ θέλω σε εξαποστείλει εις έθνη μακράν.» (Πράξεις 8:4-5,22:21.)TΠ88 390.2

    Μέχρι το σημείο αυτό, αφού όλες οι προφητείες βρήκαν κατά γράμμα την εκπλήρωσή τους, παραμένει γεγονός αναντίρρητο ότι η αρχή των εβδομήντα εβδομάδων τοποθετείται στο 457 π.Χ. και η λήξη τους στο 34 μ.Χ. Σύμφωνα μ’ αυτά τα δεδομένα, ο υπολογισμός του τερματισμού των 2300 ημερών δεν παρουσιάζει καμία δυσκολία. Αφού αφαιρεθούν οι εβδομήντα εβδομάδες—490 μέρες ή χρόνια—από το συνολικό αριθμό των 2300, μένει ένα υπόλοιπο διάστημα 1810 ημερών. Αν στη χρονολογία 34 μ.Χ. προστεθούν τα 1810 χρόνια, φθάνομε στο έτος 1844. Επομένως οι 2300 ημέρες του Δανιήλ 8:14 λήγουν το 1844. Και, σύμφωνα με την επεξήγηση του αγγέλου, όταν εκπνεύσει η μεγάλη αυτή προφητική περίοδος, «το αγιαστήριον θέλει καθαρισθή.» Έτσι ο χρόνος του καθαρισμού του αγιαστηρίου—που κατά γενική, σχεδόν παγκόσμια γνώμη, πιστεύονταν ότι θα μεσολαβούσε κατά τη δευτέρα παρουσία—είχε συγκεκριμένα προκαθορισθεί.TΠ88 391.1

    Ο Μύλλερ και οι σύντροφοί του στην αρχή πίστευαν ότι οι 2300 μέρες έληγαν την άνοιξη του 1844, ενώ η προφητεία υπονοεί το φθινόπωρο του χρόνου εκείνου. Η παρανόηση του σημείου αυτού προξένησε αμηχανία και απογοήτευση σ’ αυτούς που είχαν ορίσει ότι η επιστροφή του Κυρίου θα μεσολαβούσε την άνοιξη της χρονιάς εκείνης. Παρ’ όλα αυτά, το γεγονός εξακολουθούσε να παραμένει αναντίρρητο ότι οι 2300 μέρες έληγαν τη χρονιά του 1844 και ότι τότε έπρεπε να εκπληρωθεί οπωσδήποτε το γεγονός που συμβολίζονταν με τον καθαρισμό του αγιαστηρίου.TΠ88 391.2

    Όταν από μιάς αρχής ανέλαβε να ερευνήσει τις Άγιες Γραφές όπως και έκανε, με σκοπό να αποδείξει ότι αυτές αποτελούσαν τη θεϊκή αποκάλυψη, ο Μύλλερ δεν είχε την παραμικρή ιδέα ότι θα κατέληγε στα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε. Και αυτός ο ίδιος δυσκολεύονταν να πεισθεί γιά τα αποτελέσματα της έρευνάς του. Και όμως οι γραφικές αποδείξεις ήταν τόσο αναμφισβήτητες και δυναμικές που δεν μπορούσε κανείς να τις αγνοήσει.TΠ88 391.3

    Αφού αφιέρωσε δύο χρόνια στην προσεκτική μελέτη της Γραφής, το 1818 ήταν ακράδαντα πεπεισμένος ότι σε εικοσιπέντε περίπου χρόνια ο Χριστός θα επανέρχονταν γιά την απολύτρωση του λαού Του. «Περιττό να μιλήσω,” διηγείται αργότερα ο Μύλλερ, «γιά τη χαρά που πλημμύρισε την καρδιά μου με τη σκέψη αυτή, καθώς και τη λαχτάρα της ψυχής μου με την προοπτική της συμμετοχής μου στη χαρά των λυτρωμένων. Η Βίβλος πήρε καινούργιο νόημα γιά μένα. Η σκέψη μου έβρισκε σ’ αυτή πραγματική πανδαισία. Ότι μου φαίνονταν πρίν σκοτεινό, μυστηριακό και άδηλο στις διδαχές της, μου παρουσιάζονταν φανερό και ξάστερο, λουσμένο στο φώς που ξεπηδούσε τώρα από τις αγιασμένες της σελίδες. Ω, με τι δόξα και μεγαλοπρέπεια μου παρουσιάζονταν η αλήθεια! Όλα τα αντιφατικά και ασυμβίβαστα στοιχεία που συναντούσα προηγουμένως στο λόγο του Θεού εξαφανίσθηκαν. Και παρ’ όλο ότι υπήρχαν ακόμη αρκετά τμήματά του γιά τα οποία δεν ένοιωθα την ικανοποίηση ότι τα είχα κατανοήσει εντελώς, το φώς όμως που προέρχονταν από αυτόν φώτιζε τη σκοτεινή μέχρι τότε διάνοιά μου, ώστε έβρισκα στη μελέτη της Γραφής μιά απόλαυση που δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα μπορούσαν να προξενήσουν οι διδαχές της.» (Bliss, σελ. 76, 77.)TΠ88 393.1

    «Με την ακράδαντη πεποίθηση ότι τα βαρυσήμαντα γεγονότα που προανήγγειλε η Γραφή έμελλαν να εκπληρωθούν σε τόσο βραχύ χρονικό διάστημα, γεννήθηκε μέσα μου το ακαταμάχητο ερώτημα της ευθύνης που έφερνα απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο ενόψη των αποδεικτικών στοιχείων που είχαν τόσο επηρεάσει τη δική μου ψυχή.» (’Iδιο μέρος, σελ. 81.) Δεν μπορούσε παρά να αισθάνεται πως ήταν υποχρεωμένος να μεταδώσει και στους άλλους το φώς που είχε δεχθεί. Περίμενε ότι θα συναντούσε αντίδραση από μέρους των απίστων. Αλλά ήταν σίγουρος ότι όλοι οι Χριστιανοί θα χαίρονταν με τη σκέψη ότι θα συναντώνταν με τον Σωτήρα τους τον οποίο διατείνονταν ότι αγαπούσαν. Το μόνο που φοβώταν ήταν μήπως από τη μεγάλη τους χαρά γιά την ένδοξη και την τόσο επικείμενη απολύτρωσή τους, πολλοί θα δέχονταν τη διδαχή χωρίς να ερευνήσουν οι ίδιοι τις Γραφές γιά να ανακαλύψουν την αλήθεια της αυτή. Γι’ αυτό και δίσταζε να μιλήσει, μη τυχόν είχε πέσει ο ίδιος σε λάθος και γίνονταν αφορμή να πλανηθούν και οι άλλοι. Αποφάσισε μάλλον να κάνει μία γενική ανασκόπηση των συμπερασμάτων στα οποία είχε καταλήξει και να εξετάσει με μεγάλη προσοχή κάθε τυχόν δυσκολία που θα συναντούσε. Διεπίστωσε ότι, μπροστά στο φώς του λόγου του Θεού, οι αμφιβολίες του διαλύονταν όπως η πάχνη με τις ακτίνες του ηλίου. Πέντε χρόνια καταναλωμένα σ’ αυτή την εντατική μελέτη τον απήλλαξαν από κάθε ενδοιασμό γιά την ορθότητα της γνώμης του.TΠ88 393.2

    Τότε αισθάνθηκε να πιέζεται διπλά από την υποχρέωση να γνωστοποιήσει στους άλλους εκείνο που πίστευε ότι με τόση μεγάλη σαφήνεια δίδασκαν οι Γραφές. «Όταν ήμουν απασχολημένος με τη δουλειά μου,» έλεγε, «συνεχώς αντηχούσαν στα αυτιά μου τα λόγια: «Πήγαινε να μιλήσεις στον κόσμο γιά τον κίνδυνο που τον περιμένει.» Και διαρκώς τριγύριζαν στη σκέψη μου τα ακόλουθα εδάφια: «Όταν λέγω εις τον άνομον, ‘Ανομε, θέλεις εξάπαντος θανατωθή και σύ δεν λαλήσης δια να αποτρέψεις τον άνομον από της οδού αυτού, εκείνος μεν ο άνομος θέλει αποθάνει εν τη ανομία αυτού, πλήν εκ της χειρός σου θέλω εκζητήσει το αίμα αυτού. Αλλ’ εάν συ αποτρέπης τον άνομον από της οδού αυτού δια να επιστρέψη απ’ αυτής, και δεν επιστρέψη από της οδού αυτού, εκείνος μεν θέλει αποθάνει εν τη ανομία αυτού, συ δε ηλευθέρωσας την ψυχήν σου.» (Ιεζεκιήλ 33:8-9.) Σκεπτόμουν ότι αν οι ασεβείς μπορούσαν να προειδοποιηθούν με τον κατάλληλο τρόπο, πλήθη ολόκληρα θα ήταν δυνατόν να έρθουν σε μετάνοια ενώ αν δεν τους προειδοποιούσα, το αίμα τους θα το ζητούσε από μένα ο Θεός.» (Bliss, σελ. 92.)TΠ88 394.1

    Άρχισε να εκθέτει τις απόψεις του σε διάφορα άτομα κάθε φορά που του δίνονταν η ευκαιρία, και προσεύχονταν γιά να του παρουσιασθεί κάποτε ένας ιεροκήρυκας που να νοιώσει το βάθος της σημασίας τους και να αναλάβει να τις διακηρύξει δημόσια. Μ’ αυτό όμως δεν έκρινε ότι απαλλάσσονταν ο ίδιος από το προσωπικό του χρέος να καταστήσει την προειδοποίηση γνωστή. Τα ίδια πάντοτε λόγια στριφογύριζαν διαρκώς στο νού του. «Πήγαινε να προειδοποιήσεις τον κόσμο. Από τα χέρια σου θα ζητήσω το αίμα τους.» Εννέα χρόνια δίσταζε με το βάρος αυτό στη συνείδησή του μέχρι το 1831, οπότε γιά πρώτη φορά εξέθεσε δημόσια τις λογικές βάσεις των πεποιθήσεών του.TΠ88 394.2

    Όπως ο Ελισσαιέ είχε κληθεί από το ζευγολάτισμα του χωραφιού να περιβληθεί τη μηλωτή της καθιέρωσης στο προφητικό λειτούργημα, έτσι και ο Γουλλιέλμος Μύλλερ έλαβε την κλήση να παρατήσει το αλέτρι του και να παρουσιάσει στον κόσμο τα μυστήρια της βασιλείας του Θεού. Με φόβο και τρόμο ανέλαβε το καινούργιο του αυτό καθήκον, οδηγώντας τους ακροατές του βήμα προς βήμα στο δρόμο των προφητικών εκπληρώσεων μέχρι τον καιρό της δευτέρας παρουσίας του Χριστού. Κάθε καινούργια προσπάθεια του χορηγούσε πρόσθετη δύναμη και θάρρος καθώς διαπίστωνε το γενικό ενδιαφέρον που δημιουργούσαν τα λόγια του.TΠ88 395.1

    Μόνο κατόπιν της επιμονής των Χριστιανών αδελφών του, στα λόγια των οποίων διέκρινε την κλήση του Θεού, ο Μύλλερ συγκατατέθηκε να γνωστοποιήσει δημόσια τις απόψεις του. Την εποχή εκείνη ήταν πενήντα χρονών, μη έχοντας πείρα δημοσίου ομιλητή, αλλ’ έχοντας πλήρη συναίσθηση της ακαταλληλότητάς του γιά ένα τέτοιο έργο. Απ’ αρχής όμως οι προσπάθειές του αμείφθηκαν κατά ένα θαυμάσιο τρόπο γιά τη σωτηρία των ψυχών. Η πρώτη του ομιλία είχε σαν αποτέλεσμα μία τέτοια πνευματική αφύπνιση που δέκα τρείς ολόκληρες οικογένειες, με την εξαίρεση δύο μόνο ατόμων, επέστρεψαν στο Χριστό. Αμέσως του ζήτησαν να μιλήσει και σε άλλα μέρη. Οπουδήποτε πήγαινε, τα κηρύγματά του κατέληγαν στην αφύπνιση του έργου του Κυρίου. Αμαρτωλοί πίστευαν στο Χριστό, Χριστιανοί καθιερώνονταν περισσότερο και δεϊστές και άθεοι έφθαναν να παραδεχθούν την αληθοφάνεια της Βίβλου και της χριστιανικής θρησκείας. Γενικά οι ακροατές του ομολογούσαν ότι το κήρυγμα του Μύλλερ «είχε βρεί απήχηση σε μία κατηγορία ανθρώπων τους οποίους άλλοι δεν μπορούσαν να επηρεάσουν.» (Ίδιο μέρος, σελ. 138.) Τα κηρύγματά του απέβλεπαν στο να κινήσουν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης στα βασικά ζητήματα θρησκευτικού χαρακτήρα, και να αναχαιτίσουν το συνεχώς αυξανόμενο κύμα της κοσμικότητας και της φιληδονίας της εποχής του.TΠ88 395.2

    Σχεδόν σε κάθε πόλη, εκείνοι που ακούοντας τα κηρύγματά του επέστρεφαν στο Χριστό ανέρχονταν σε δεκάδες, ακόμη και σε εκατοντάδες. Σε πολλά μέρη, οι Προτεσταντικές εκκλησίες όλων των αποχρώσεων τον καλούσαν να κηρύξει από τον άμβωνα τους και συνήθως οι ιεροκήρυκες πολλών μαζύ εκκλησιών του απηύθυναν ομαδικές προσκλήσεις. Είχε θέσει απαράβατο όρο στον εαυτό του να μή πηγαίνει πουθενά να κηρύξει χωρίς να έχει προηγουμένως προσκληθεί. Σε λίγο όμως διαπίστωσε ότι δεν μπορούσε να ανταποκριθεί ούτε στις μισές από τις προσκλήσεις που του απευθύνονταν. Υπήρχαν και πολλοί που, παρ’ όλο ότι δεν παραδέχονταν την άποψη του Μύλλερ γιά την ακριβή χρονολογία της δευτέρας παρουσίας, πείθονταν όμως ότι η παρουσία αναντίρρητα πλησίαζε και ότι έπρεπε να προετοιμασθούν. Σε ορισμένες μεγαλουπόλεις οι προσπάθειές του είχαν προξενήσει εξαιρετική εντύπωση. Ποτοποιοί εγκατέλειπαν το εμπόριό τους και μετέραλλαν τα καταστήματά τους σε τόπους θρησκευτικών συναθροίσεων. Τα άντρα των τυχερών παιγνιδιών διαλύονταν. Άπιστοι, δεϊστές, θιασώτες της θεωρίας της Γενικής Σωτηρίας, ακόμη και υποκείμενα της κατώτερης υποστάθμης, άτομα που δεν είχαν πατήσει στην εκκλησία γιά χρόνια, γίνονταν άλλοι άνθρωποι. Σε διάφορες συνοικίες, θρησκευτικές οργανώσεις ποικίλων εκκλησιών διοργάνωναν συναθροίσεις συμπροσευχής σχεδόν κάθε μία ώρα, όπου οι καταστηματάρχες συγκεντρώνονταν το μεσημέρι γιά να προσευχηθούν και να υμνήσουν το Θεό. Οι άνθρωποι δεν καταλαμβάνονταν από κανένα θρησκευτικό παροξυσμό, αλλά μάλλον από μία γενική, βαθειά θεοσέβεια. Το έργο του Μύλλερ, όπως και των πρώτων Μεταρρυθμιστών, αποσκοπούσε να βρεί απήχηση στο βάθος της καρδιάς και να αφυπνίσει τη συνείδηση, αντί να επι δράσει μόνο στις αισθήσεις των ανθρώπων.TΠ88 396.1

    Το 1833 η εκκλησία των Βαπτιστών όπου ανήκε ο Μύλλερ, του χορήγησε επίσημα την άδεια να κηρύττει το λόγο του Θεού. Πολλοί από τους ιεροκήρυκες της εκκλησίας του επεβράβευαν το έργο του, και με την επίσημη έγκρισή τους, εκείνος συνέχιζε τις προσπάθειές του. Ταξίδευε και κήρυττε συνέχεια, χωρίς διακοπή, αν και ο αγρός της προσωπικής εργασίας του βασικά περιορίζονταν στις Πολιτείες της Νέας Αγγλίας καθώς και στις Κεντρώες Πολιτείες της Αμερικής. Γιά αρκετά χρόνια, τα έξοδα κινήσεως τα είχε αναλάβει αυτός ο ίδιος. Αλλά και αργότερα, τα χρήματα που του έστελναν δεν επαρκούσαν ποτέ γιά να καλύψουν τις οδοιπορικές δαπάνες στα διάφορα μέρη όπου τον καλούσαν να κηρύξει. ‘Ωστε η δημόσια καριέρα του όχι μόνο δεν του επέφερε κανένα χρηματικό κέρδος, αλλ’ αντίθετα απομυζούσε την ατομική περιουσία του που βαθμηδόν μειώθηκε αισθητά σ’ αυτή την περίοδο της ζωής του. Ήταν οικογενειάρχης άνθρωπος με πολυμελή οικογένεια. Αλλά, μαθημένοι όλοι τους στην οικονομία και στην εργατικότητα, κατόρθωναν να ζούν με τα έσοδα του αγροκτήματος και να καλύπτουν ακόμη και τα δικά του έξοδα.TΠ88 397.1

    Το 1833, δύο χρόνια αφ’ ότου ο Μύλλερ άρχισε να κηρύττει δημοσία τα σημεία της επικείμενης επιστροφής του Χριστού, εμφανίσθηκε το τελευταίο από τα σημεία τα οποία ο Σωτήρας είχε δώσει σαν προάγγελους της δευτέρας παρουσίας Του. Ο Χριστός είχε πεί: «Οι αστέρες θέλουσι πέσει από του ουρανού.» (Ματθαίου 24:29.) Το ίδιο και ο Ιωάννης ο Αποκαλυπτής, οραματιζόμενος τις προκαταρκτικές σκηνές που θα ήταν οι προάγγελοι της μεγάλης του Θεού ημέρας, παρατήρησε: « Οι αστέρες του ουρανού έπεσαν εις την γήν, καθώς η συκή ρίπτει τα άωρα σύκα αυτής, σειομένη υπό μεγάλου ανέμου.» (Αποκάλυψη 6:13.) Η προφητεία αυτή εκπληρώθηκε με τον πιό εντυπωσιακό τρόπο κατά τη θεαματική πτώση των μετεωρικών αστέρων της 13 Νοεμβρίου του 1833. Αυτή ήταν η πιό φαντασμαγορική επίδειξη διαττόντων αστέρων που αναφέρει η ιστορία. «Ολόκληρος ο ουράνιος θόλος πάνω απ’ όλη την έκταση των Ηνωμένων Πολιτειών ταράσσονταν ώρες ολόκληρες μέσα σ’ ένα φλογισμένο σάλο! Ποτέ αφ’ ότου παρουσιάσθηκαν οι πρώτοι άποικοι, δεν φανερώθηκε σ’ αυτή την ήπειρο ένα τέτοιο ουράνιο φαινόμενο που να προκαλει στη μία μερίδα του πληθυσμού τον απερίγραπτο θαυμασμό και στην άλλη τον ασύγκριτο φόβο και τον πανικό ... Η μεγαλόπρεπη θέα και ομορφιά της σκηνής εκείνης βρίσκεται ακόμη ανεξίτηλα χαραγμένη στη μνήμη πολλών ... Ποτέ δεν έπεσε πυκνότερη βροχή στη γή, απ’ εκείνη τη βροχή των διαττόντων αστέρων. Η πτώση είχε την ίδια ένταση στο νότο, στο βορρά, σ’ ανατολή και δύση. Μέ άλλα λόγια ολόκληρος ο ουρανός βρίσκονταν σε κίνηση ... Το θέαμα, όπως το περιγράφει ο καθηγητής Σίλλιμαν στο περιοδικό Journal, ήταν ορατό σ’ ολόκληρη την έκταση της Βόρειας Αμερικής ... Από τις δύο η ώρα μέχρι αργά τα χαράματα, ο αίθριος και ανέφελος ουρανός είχε μεταβληθεί σ’ ένα αεικίνητο αστραποβόλο παίγνιο φωτεινών σωμάτων που διακρίνονταν σ’ ολόκληρο το στερέωμα.» (R. Μ. Devens, American Progress, ή The Great Events of the Greatest Century, κεφ. 28, παράγραφοι 1-5.)TΠ88 397.2

    «Καμία γλώσσα δεν μπορεί να περιγράψει ακριβώς τη λαμπρότητα και τη μεγαλοπρέπεια αυτού του θεάματος ... Κανείς δεν μπορεί να φαντασθεί την ένδοξη οπτασία αν δεν την έχει ιδεί με τα μάτια του. Φαίνονταν πως όλα τα ουράνια σώματα είχαν συγκεντρωθεί όλα μαζύ σ’ ένα σημείο κοντά στο ζενίθ του ουρανού από όπου, σε μία ορισμένη στιγμή, άρχισαν να εκσφενδονίζονται με αστραπιαία εκτυφλωτική ταχύτητα πρός όλα τα σημεία του ορίζοντα χωρίς ποτέ να εξαντλούνται. Χιλιάδες έσβυναν, χιλιάδες άναβαν σε μία αδιάσπαστη αλληλουχία, σα να είχαν δημιουργηθεί ειδικά γι’ αυτή την περίπτωση.» (F. Reed στο Christian Advocate and Journal, 13 Δεκ. 1833.) «Παραστατικότερη από αυτή την εικόνα της συκιάς που ρίχνει τα άγουρα ακόμη σύκα της με το φύσημα σφοδρού ανέμου, δεν μπορούσε να αποδοθεί.» (The Old Countryman, στο Evening Adviser, του Πόρτλαντ, 26 Νοεμβρίου 1833.)TΠ88 398.1

    To Journal of Commerce της Νέας Υόρκης, με ημερομηνία 26 Νοεμβρίου 1833, αφιέρωσε ένα μακροσκελές άρθρο στην περιγραφή του θαυμαστού αυτού φαινομένου, όπου αναφέρεται το ακόλουθο σχόλιο: «Δεν νομίζω ότι κανένας φιλόσοφος ή λόγιος ανέφερε ποτέ ή περιέγραψε φαινόμενο σαν αυτό που αντικρύσαμε χθές το πρωί. Ένας προφήτης, εδώ και δέκα οκτώ αιώνες, το περιέγραψε με ακρίβεια, φθάνει να είμαστε διατεθειμένοι να καταλάβομε ότι όταν μιλούσε γιά πίπτοντες αστέρες, εννοούσε πίπτοντες αστέρες με την αποκλειστική έννοια με την οποία μπορούμε να εκλάβομε τα λόγια του στην κυριολεξία τους.»TΠ88 399.1

    Έτσι εκπληρώθηκε και το τελευταίο από τα σημεία εκείνα που θα ανήγγειλαν την έλευση του Χριστού και γιά τα οποία ο Ιησούς είχε πεί στους μαθητές Του: «Όταν ίδετε πάντα ταύτα, εξεύρετε ότι πλησίον είναι επί τας θύρας.» (Ματθαίου 24:33.) Μετά τα σημεία αυτά, το αμέσως επόμενο σημαντικό γεγονός που αντικρύζει ο οραματιστής της Πάτμου είναι ο ουρανός που «απεχωρίσθη ως βιβλίον τετυλιγμένον,” ενώ η γή εσείσθη και «πάν όρος και νήσος εκινήθησαν εκ του τόπου αυτών,» και οι ασεβείς έντρομοι προσπαθούσαν να κρυβούν από την παρουσία του Υιού του ανθρώπου. (Αποκάλυψη 6:12-17.)TΠ88 399.2

    Πολλοί από αυτούς που παρακολούθησαν το φαινόμενο των αστέρων το εξέλαβαν σαν προάγγελο της επικείμενης ημέρας της κρίσης, σαν « ένα δείγμα που προκαλεί δέος, ένα αναντίρρητο πρόδρομο, ένα στοργικό σημείο που προειδοποιεί γιά τη μεγάλη και τρομερή εκείνη ημέρα.» (The Old Countryman, στο Evening Adviser, του Πόρτλαντ, 26 Νοεμβρίου 1833.) Μέ αυτά τα γεγονότα, το ενδιαφέρον του κόσμου στράφηκε στην εκπλήρωση της προφητείας και πολλοί ήταν εκείνοι που έδιναν προσοχή στην αγγελία της δευτέρας παρουσίας.TΠ88 399.3

    Το 1840 η εκπλήρωση μιάς άλλης σπουδαίας προφητείας κίνησε το γενικό ενδιαφέρον. Δύο χρόνια νωρίτερα, ο Ιωσίας Λήτς, ένας από τους ηγετικούς ιεροκήρυκες που ανήγγειλαν τη δευτέρα παρουσία του Χριστού, δημοσίευσε μία έκθεση αναφερόμενη στο κεφάλαιο 9 της Αποκάλυψης όπου έκανε νύξη γιά την πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του, η δύναμη αυτή έμελλε να ανατραπεί τον Αύγουστο του 1840. Λίγες μόνο μέρες πρίν εκπνεύσει η προθεσμία, έγραφε: « Συμπεραίνοντας ότι η πρώτη περίοδος των 150 ετών βρήκε την ακριβή εκπλήρωσή της με την ανάρρηση στο θρόνο του Διακόζη κατ’ εντολή των Τούρκων, και ότι τα 391 χρόνια και οι 15 μέρες άρχισαν αμέσως μετά το πέρας της πρώτης εκείνης περιόδου, τότε ο χρόνος αυτός λήγει στις 11 Αυγούστου του 1840, οπότε αναμένεται η κατάρρευση της Οθωμανικής δύναμης της Κωνσταντινούπολης. Και πιστεύω ότι αυτό ακριβώς θα συμβεί.» (Josiah Litch, στο Signs of the Times, και στον Expositor of Prophecy, 1 Αυγούστου 1840.)TΠ88 399.4

    Ακριβώς τον προκαθορισμένο καιρό, η Τουρκία μέσο των πρεσβευτών της αποδέχονταν την προστασία των συμμαχικών Ευρωπαϊκών δυνάμεων και επαφίονταν στον έλεγχο των χριστιανικών εθνών. Το γεγονός αυτό εκπλήρωσε την πρόρρηση ακριβέστατα. Και όταν έγινε γνωστό, πλήθη ολόκληρα είχαν πεισθεί γιά το αλάθητο των προφητικών στοιχείων και των ερμηνειών που απέδιδαν σ’ αυτές ο Μύλλερ και οι συνεργάτες του, πράγμα που έδωσε μεγάλη ώθηση στην κίνηση του Αντβεντισμού. [Δηλαδή της δευτέρας παρουσίας του Χριστού.] Άνθρωποι με θέση και με μόρφωση ενώθηκαν με το Μύλλερ τόσο στο να κηρύξουν όσο και στο να δημοσιεύσουν τις απόψεις του και το έργο σημείωσε καταπληκτική πρόοδο από το 1840 μέχρι το 1844.TΠ88 400.1

    Ο Γουλλιέλμος Μύλλερ κατέχονταν από εξαιρετικές διανοητικές ικανότητες που ήταν απόρροια βαθειάς περισυλλογής και επισταμένης μελέτης. Στα χαρίσματα αυτά προστίθονταν η σοφία του ουρανού αφ’ ότου ενώθηκε με την Πηγή της σοφίας. Ήταν άνθρωπος ανυπολόγιστης αξίας που ενέπνεε το σέβας και την εκτίμηση σε όλους όσους ήξεραν να διακρίνουν την εντιμότητα του χαρακτήρα. Συγκεντρώνοντας την έμφυτη καλωσύνη της ψυχής με τη χριστιανική ταπεινοφροσύνη και την αδάμαστη αυτοκυριαρχία, ήταν προσιτός σε όλους, πρόθυμος να ακούσει τις γνώμες των άλλων και να ζυγίσει το βάρος των επιχειρημάτων τους. Δίχως πάθος ή έξαψη, σύγκρινε κάθε θεωρία και κάθε διδαχή με το λόγο του Θεού και, με την ευθυκρισία που τον διέκρινε και με τη βαθειά του γνώση των Γραφών, ήταν ικανός να αποφεύγει τις πλάνες και να αποκαλύπτει τα λάθη.TΠ88 400.2

    Παρ’ όλα αυτά στη συνέχεια του έργου του συνήντησε τρομερή αντίσταση. Όπως έγινε με τους προηγούμενους Μεταρρυθμιστές, το ίδιο και στην περίπτωσή του, οι αλήθειες που παρουσίαζε δεν έγιναν ευνοϊκά δεκτές από τους σύγχρονους λαοφιλείς θεολόγους. Αδυνατώντας να αποδείξουν τις απόψεις τους από τις Γραφές, τα άτομα αυτά κατέφευγαν στα λεγόμενα και στις διδασκαλίες των ανθρώπων και στις παραδόσεις των Πατέρων. Αλλά οι αγγελιοφόροι της παρουσίας του Κυρίου αναγνώριζαν μία μοναδική πηγή. «Η Γραφή και μόνο η Γραφή,» ήταν το σύνθημά τους. Το κενό που παρουσίαζαν στη γνώση τους των Βιβλικών επιχειρημάτων οι ανταγωνιστές αυτοί το συμπλήρωναν με ειρωνικά σχόλια και με χλευασμούς. Χρήμα, χρόνος, τάλαντα, όλα χρησιμοποιήθηκαν προκειμένου να βλάψουν εκείνους των οποίων το μοναδικό πταίσμα ήταν ότι απέβλεπαν με χαρά στην επιστροφή του Κυρίου τους, αγωνιζόμενοι να ζήσουν μία αγνή ζωή και παρακινώντας άλλους να προετοιμασθούν γιά την παρουσία Του.TΠ88 401.1

    Σοβαρές προσπάθειες καταβλήθηκαν προκειμένου να αποσπασθεί η προσοχή του κοινού από το θέμα της δευτέρας παρουσίας. Το έκαναν να φαίνεται σαν κάτι το κοινό, κάτι το προσβλητικό να μελετούν οι άνθρωποι τις προφητείες που αφορούσαν τον ερχομό του Χριστού και το τέλος του κόσμου. Μ’ αυτό οι λαοφιλείς προπαγανδιστές του ευαγγελίου υπονόμευαν την πίστη στο λόγο του Θεού. Η διδασκαλία τους μετέβαλλε τους ανθρώπους σε άπιστους και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που ευκαιρία ζητούσαν γιά να ζήσουν σύμφωνα με τις αμαρτωλές σαρκικές επιθυμίες τους. Τότε οι πρωταίτιοι του κακού έρριχναν το βάρος πάνω στους Αντβεντιστές. [Τους προσμένοντες τον Κύριο οπαδούς του Μύλλερ.]TΠ88 401.2

    Παρά το γεγονός ότι στο πυκνό ακροατήριο του Μύλλερ σύχναζαν μορφωμένοι, σοβαροί άνθρωποι, το όνομά του όμως σπάνια αναφέρονταν στον εκκλησιαστικό τύπο, εκτός αν ήταν γιά να τον γελοιοποιήσουν και να τον επικρίνουν δημοσία. Ενθαρρυνόμενοι από τη στάση των θρησκευτικών ηγετών, οι άθεοι και οι αδιάφοροι χρησιμοποιούσαν προσβλητικά επίθετα και χαμερπή και βλάσφημα ευφυολογήματα γιά να διασύρουν τόσο τον ίδιο, όσο και το έργο του. Ο ασπρομάλλης άνθρωπος του Θεού που είχε εγκαταλείψει τη θαλπωρή του σπιτιού και ταξίδευε με δικά του έξοδα από μέρος σε μέρος, από πόλη σε πόλη, κοπιάζοντας συνεχώς με σκοπό να προειδοποιήσει τον κόσμο γιά την εγγύτητα της ημέρας της κρίσης, επικρίνονταν σαρκαστικά σαν φανατικός, σαν ψεύτης, σαν κερδοσκόπος και σαν απατεώνας.TΠ88 402.1

    Τέτοιες ήταν οι γελοιοποιήσεις, οι ψευτιές και οι ύβρεις που εκτοξεύονταν εναντίον του, ώστε έφθασαν να προκαλέσουν την αγανακτησμένη διαμαρτυρία και αυτού ακόμη του ημερησίου τύπου. «Να χειρίζεται κανείς ένα θέμα μιάς τέτοιας καταπληκτικής σημασίας και με τόσο συγκλονιστικές συνέπειες, μ’ αυτού του είδους την ελαφρότητα και την αισχρολογία,» έγραφαν οι κοσμικοί δημοσιογράφοι, « είναι όχι μόνο να παίζει με τα αισθήματα εκείνων που το προάγουν και εκείνων που το πιστεύουν, αλλά και να χλευάζει την ημέρα της κρίσης, να ειρωνεύεται την ίδια τη Θεότητα και να περι φρονεί τις φοβερές συνέπειες του θεϊκού δικαστηρίου.» (Bliss, σελ. 183.)TΠ88 402.2

    Ο ηθικός αυτουργός του κάθε κακού κατέβαλλε κάθε προσπάθεια όχι μόνο γιά να εκμηδενίσει τα αποτελέσματα της αγγελίας της παρουσίας του Κυρίου, αλλά και να εξολοθρεύσει αυτόν τον ίδιο τον κήρυκα. Η πρακτική εφαρμογή των Βιβλικών αληθειών όπως τις κήρυττε ο Μύλλερ, επηρέαζε τις καρδιές των ανθρώπων σαν δίστομο μαχαίρι, ελέγχοντάς τους γιά τις αμαρτίες τους και ενοχλώντας την ατάραχη νωχέλειά τους. Και αυτό προκαλούσε την εχθρότητά τους. Η αντίδραση που έδειχναν τα μέλη της εκκλησίας πρός το μήνυμά του ενεθάρρυνε υποκείμενα της κατώτερης υποστάθμης να προχωρήσουν μέχρι τα άκρα και οι εχθροί αυτοί αποφάσισαν να τον δολοφονήσουν την ώρα που θα έφευγε από την αίθουσα της συνάθροισης. Άγιοι άγγελοι όμως βρίσκονταν μέσα στο πλήθος. Ένας απ’ αυτούς, με ανθρώπινη μορφή, άρπαξε το δούλο του Θεού από το χέρι και τον οδήγησε σε ασφαλές μέρος, μακρυά από τον εξημμένο όχλο. Το έργο του δεν είχε ακόμη τελειώσει. Μία μεγάλη απογοήτευση κυρίευσε το Σατανά και τους θιασώτες του βλέποντας την αποτυχία του σκοπού του.TΠ88 402.3

    Παρ’ όλη την εναντίωση, το ενδιαφέρον γιά τη δευτέρα παρουσία του Χριστού εξακολουθούσε να αυξάνει. Από τους είκοσι και τους εκατό με τους οποίους είχε αρχίσει, το ακροατήριο έφθασε τώρα να αριθμεί χιλιάδες. Και σαν αποτέλεσμα των κηρυγμάτων, τα μέλη των διαφόρων εκκλησιών πολλαπλασιάζονταν. Ύστερα από ένα διάστημα όμως, το αντιδραστικό πνεύμα εκδηλώθηκε ακόμη και εναντίον των νεοφώτιστων αυτών μελών και οι εκκλησίες άρχισαν να εφαρμόζουν μέτρα πειθαρχίας εναντίον εκείνων που ασπάζονταν τις απόψεις του Μύλλερ. Στην πράξη αυτή ο Μύλλερ απάντησε με μία ανοικτή επιστολή που απηύθυνε στους Χριστιανούς όλων των εκκλησιαστικών αποχρώσεων παροτρύνοντας τους, άν έβρισκαν λαθεμένη τη διδαχή του, να του αποδείξουν την πλάνη του από τη Γραφή.TΠ88 403.1

    «Τι πιστεύομε,» έγραφε, «χωρίς να εντελλόμαστε να το πιστεύομε από το λόγο του Θεού που εσείς οι ίδιοι παραδέχεσθε ότι είναι ο κανόνας, ο μοναδικός κανόνας της πίστης και της έμπρακτης ζωής; Τι κάναμε γιά να επιφέρομε εναντίον μας τέτοιες σφοδρές επιθέσεις τόσο από τον άμβωνα όσο και από τον τύπο και να δώσομε αφορμή να μας αποκλείσετε [τους οπαδούς του Αντβεντισμού], από τις εκκλησίες σας και από τη συντροφιά σας;» «Αν έχομε λάθος, σας παρακαλούμε να μας δείξετε που είναι το λάθος μας. Αποδείξτε μας από το λόγο του Θεού ότι πλανώμαστε. Αρκετά έχομε χλευασθεί. Με αυτό δεν θα μπορέσομε ποτέ να πεισθούμε ότι βρισκόμαστε στην πλάνη. Μόνο ο λόγος του Θεού μπορεί να μας κάνει να αλλάξομε τη γνώμη μας. Επειδή στα συμπεράσματα αυτά καταλήξαμε ύστερα από πολλή προσοχή και προσευχή, στηριζόμενοι στη μαρτυρία των Αγίων Γραφών.» (Ίδιο μέρος, σελ. 250, 252.)TΠ88 403.2

    Από γενεά σε γενεά, τις προειδοποιήσεις που έστελνε ο Θεός στον κόσμο με τους δούλους Του, πάντοτε οι άνθρωποι τις αντιμετώπιζαν με απιστία και αδιαφορία. ‘Οταν η παρανομία των προκατακλυσμιαίων ανάγκασε το Θεό να καταστρέψει τον κόσμο με τη νεροποντή, τους γνωστοποίησε προηγουμένως το σκοπό Του, γιά να τους δώσει την ευκαιρία να στραφούν από τις αμαρτωλές συνήθειές τους. Εκατόν είκοσι χρόνια αντηχούσε στα αυτιά τους η αγγελία που τους καλούσε σε μετάνοια γιά να μην εξολοθρευθούν από τη θεϊκή οργή. Αλλά η προειδοποίηση τους φάνηκε σαν παραμύθι και δεν την πίστεψαν. Απορροφημένοι από την κακία τους, βάλθηκαν να ειρωνεύονται τον απεσταλμένο του Θεού, να τον χλευάζουν γιά τις επικλήσεις του, ακόμη και να τον κατηγορούν γιά θρασύτητα. Πως τολμούσε μόνος ένας άνθρωπος αυτός να σταθεί αντιμέτωπος με όλους τους μεγάλους της γής; Αν η αγγελία του Νώε ήταν αληθινή, τότε γιατί ολόκληρος ο κόσμος δεν την αναγνώριζε, ούτε πίστευε σ’ αυτή; Ενός ανθρώπου η γνώμη μπροστά στη σοφία χιλιάδων! Καμία διάθεση δεν είχαν ούτε την αγγελία να πιστέψουν ούτε στην κιβωτό να καταφύγουν.TΠ88 404.1

    Οι εμπαίκτες εκείνοι έβλεπαν καθημερινά την όμορφη φύση γύρω τους—την αλληλοδιαδοχή των εποχών του έτους, τον καταγάλανο ουρανό που δεν τους είχε ποτέ βρέξει ως τότε, τα καταπράσινα λειβάδια φρεσκαρισμένα με τις στάλες της νυχτερινής δροσιάς—και έλεγαν μεταξύ τους: «Τι παραμύθια είναι αυτά που λέει;” Περιφρονητικά αποκαλούσαν τον κήρυκα της δικαιοσύνης θρησκόληπτο παράφρονα και συνέχιζαν το δρόμο τους, τρέφοντας πίσω από τις απολαύσεις και τις αμαρτωλές τους έξεις με μεγαλύτερη ακόμη απληστία παρά ποτέ άλλοτε. Η απιστία τους όμως δεν ματαίωσε την εκπλήρωση του προρρηθέντος γεγονότος. Πολύν καιρό υπέμεινε ο Θεός την ασέβειά τους προσφέροντάς τους κάθε ευκαιρία να μετανοήσουν. Στον προσδιορισμένο όμως καιρό, οι θεϊκές Του τιμωρές κρίσεις ξέσπασαν πάνω στους καταφρονητές της ευσπλαχνίας Του.TΠ88 404.2

    Ο Χριστός δήλωσε ότι η ίδια απιστία θα εκδηλώνονταν σχετικά και με τη δευτέρα παρουσία Του. Όπως οι άνθρωποι των ημερών του Νώε «δεν εννόησαν έως ότου ήλθεν ο κατακλυσμός και εσήκωσε πάντας ούτω,” λέγει ο Σωτήρας, « θέλει είσθαι και η παρουσία του Υιού του ανθρώπου.» (Ματθαίου 24:39.) Όταν ο καλούμενος λαός του Θεού γίνεται ένα με τον κόσμο, ακολουθώντας τις συνήθειές του και συμμεριζόμενος τις απαγορευμένες απολαύσεις του, όταν η εκκλησία μιμείται τη σπαταλη συμπεριφορά του κόσμου, όταν οι γαμήλιες τελετές δίνουν και παίρνουν και ο κόσμος αποβλέπει σε πολλά ακόμη χρόνια κοσμικής ευημερίας, τότε, ξαφνικά όπως η αστραπή που φεγγοβολάει απ’ άκρη σ’ άκρη του ουρανού, θα σημάνει το τέλος όλων των λαμπρών οραματισμών τους και των απατηλών προσδοκιών τους.TΠ88 405.1

    Όπως είχε αποστείλει ο Θεός το δούλο Του να προειδοποιήσει τον κόσμο γιά τον επερχόμενο κατακλυσμό, έτσι απέστειλε και αγγελιοφόρους της εκλογής Του να γνωστοποιήσουν την εγγύτητα της τελικής κρίσης. Και όπως οι σύγχρονοι του Νώε αντιμετώπιζαν με εμπαιγμούς τις προρρήσεις του κήρυκα της δικαιοσύνης, έτσι και πολλοί σύγχρονοι του Μύλλερ, ακόμη και ανάμεσα από το θεωρούμενο λαό του Θεού, χλεύαζαν τα προειδοποιητικά του λόγια.TΠ88 405.2

    Γιατί όμως οι χριστιανικές εκκλησίες έδειξαν τέτοια απαρέσκεια γιά τη διδαχή και το κήρυγμα της δευτέρας παρουσίας του Χριστού; Αν η παρουσία του Κυρίου στους ασεβείς φέρνει τη συμφορά και την καταστροφή, στους δικαίους όμως έρχεται γεμάτη με χαρά και ελπίδα. Η μεγάλη αυτή αλήθεια απετέλεσε την παρηγορία του πιστού λαού του Θεού όλων των αιώνων. Γιατί λοιπόν κατέληξε να θεωρείται αυτή όπως και ο εισηγητής της «λίθος προσκόμματος» και «πέτρα σκανδάλου” από τον καλούμενο λαό Του; Ο ίδιος ο Κύριός μας είχε υποσχεθεί στους μαθητές Του: «Αφού υπάγω και σας ετοιμάσω τόπον, πάλιν έρχομαι και θέλω σας παραλάβει προς Εμαυτόν.» (Ιωάννη 14:3.) Ο ίδιος πανεύσπλαχνος Σωτήρας, αντιλαμβανόμενος τη μοναξιά και τον ψυχικό πόνο των οπαδών Του, διέταξε τους αγγέλους Του να τους παρηγορήσουν με τη διαβεβαίωση ότι θα ξαναγύριζε, προσωπικά, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο με τον οποίο αναλήφθηκε στον ουρανό. Όταν οι μαθητές με στηλωμένα τότε μάτια στον ουρανό προσπαθούσαν να ρίξουν μία τελευταία ματιά πάνω σ’ Εκείνον που τόσο αγαπούσαν, την προσοχή τους απόσπασαν τα ακόλουθα λόγια: «Άνδρες Γαλιλαίοι, τι ίστασθε εμβλέποντες εις τον ουρανόν; Ούτος ο Ιησούς, όστις ανελήφθη αφ’ υμών εις τον ουρανόν, θέλει ελθεί ούτω, καθ’ όν τρόπον είδετε Αυτόν πορευόμενον εις τον ουρανόν.» (Πράξεις 1:11.) Η ελπίδα θέριεψε πάλι μέσα τους με το αγγελικό αυτό μήνυμα. Οι μαθητές «υπέστρεψαν εις Ιερουσαλήμ μετά χαράς μεγάλης. Και ήσαν διά παντός εν τω ιερώ, αινούντες και ευλογούντες τον Θεόν.» (Λουκά 24:52-53.) Δεν χαίρονταν επειδή ο Χριστός είχε φύγει από κοντά τους και αυτοί έμειναν μόνοι να αγωνισθούν ενάντια στις δοκιμασίες και στους πειρασμούς του κόσμου, αλλά επειδή ο άγγελος τους είχε διαβεβαιώσει ότι Εκείνος θα ξανάρχονταν.TΠ88 405.3

    Η διακήρυξη της έλευσης του Χριστού θα έπρεπε και σήμερα, όπως και στην εποχή που τη μετέδωσαν οι άγγελοι στους βοσκούς της Βηθλεέμ, να είναι αγγελία αγαθή και πρόξενος χαράς μεγάλης. Όσοι πραγματικά αγαπούν το Σωτήρα, δεν μπορούν παρά να χαιρετίζουν με χαρά το μήνυμα μέσα από το λόγο του Θεού ότι Εκείνος που αντιπροσωπεύει την εκπλήρωση όλων των ελπίδων τους γιά τη μελλοντική ζωή πρόκειται να ξανάρθει. Όχι τώρα πιά γιά να εμπαιχθεί, να περιφρονηθεί και να απορριφθεί όπως στον πρώτο Του ερχομό, αλλά με όλη Του τη δόξα και τη δύναμη γιά να ελευθερώσει το λαό Του. Μόνον όσοι δεν αγαπούν το Σωτήρα τους, Τον θέλουν να παραμείνει μακρυά τους. Και μεγαλύτερη απόδειξη του ότι οι εκκλησίες έχουν απομακρυνθεί από το Θεό δεν μπορεί να υπάρξει από τον ερεθισμό και την εχθροπάθεια που προξενεί το θεόσταλτο αυτό άγγελμα.TΠ88 406.1

    Όσοι είχαν αποδεχθεί το μήνυμα του αντβεντισμού αναγνώριζαν ότι έπρεπε να μετανοήσουν και να ταπεινωθούν μπροστά στο Θεό. Πολλοί που χώλαιναν ανάμεσα στο Χριστό και στον κόσμο γιά πολύν καιρό, κατάλαβαν ότι έφθασε η στιγμή να πάρουν μία οριστική απόφαση: «Τα αιώνια πράγματα έπαιρναν γι’ αυτούς μία πρωτόγνωρη θωριά. Ένοιωθαν πλησιέστερα στον ουρανό και συναισθάνονταν ότι ήταν ένοχοι έναντι του Θεού.» (Bliss, σελ. 146.) Οι Χριστιανοί παρακινούνταν σε μία πνευματική ανακαίνιση. Έβλεπαν ότι δεν υπήρχε καιρός γιά χάσιμο και ότι οτιδήποτε είχαν να κάνουν γιά το καλό των συνανθρώπων τους, έπρεπε να το κάνουν το συντομότερο. Η γή έμοιαζε να υποχωρεί, η αιωνιότητα φαίνονταν να ανοίγεται μπροστά τους. Και η σημασία της ψυχής με όλα όσα αφορούσαν την αιώνια ευτυχία ή τη δυστυχία της, φαίνονταν να εκμηδενίζει κάθε πρόσκαιρο ενδιαφέρον. Το Πνεύμα του Θεού επαναπαύονταν επάνω τους, προσδίδοντας ιδιαίτερη ένταση στις ένθερμες εκκλήσεις τους, πρός τους αδελφούς τους, καθώς και πρός τους ασεβείς γιά να ετοιμασθούν γιά την ημέρα του Κυρίου. Η σιωπηλή αυτή μαρτυρία της καθημερινής ζωής τους αποτελούσε ένα διαρκή έλεγχο γιά τα μή καθιερωμένα μέλη της εκκλησίας που δεν ήθελαν να ενοχλούνται μέσα στην απόλαυση των διασκεδάσεων, μέσα στο κυνηγητό του πλούτου και στη φιλοδοξία γιά πρόσκαιρες τιμές. Σ’ αυτό οφείλονταν η εξωτερίκευση της εχθρότητας και της αντίδρασης εναντίον της αντβεντιστικής πίστης [της πίστης στην παρουσία του Κυρίου], καθώς και εναντίον εκείνων που τη μετέδιδαν.TΠ88 406.2

    Βλέποντας ότι τα επιχειρήματα των προφητικών ερμηνειών ήταν αναντίρρητα, οι αντιδραστικοί γιά να αποθαρρύνουν τον κόσμο από τη μελέτη του θέματος, διέδιδαν ότι οι προφητείες ήταν σφραγισμένα βιβλία. Έτσι οι Διαμαρτυρόμενοι ακολουθούσαν τα ίχνη των Ρωμαιοκαθολικών. Όπως η παπική εκκλησία κατακρατούσε τη Γραφή από το λαό, τώρα οι Προτεσταντικές εκκλησίες ισχυρίζονταν ότι ένα σημαντικό μέρος του λόγου της θεοπνευστίας—και μάλιστα εκείνο το οποίο αναφέρει γεγονότα που αφορούν ιδιαίτερα την εποχή μας—ήταν ακατανόητο.TΠ88 407.1

    Κήρυκες και λαϊκά μέλη δήλωναν ότι οι προφητείες του Δανιήλ και της Αποκάλυψης ήταν μυστήρια ακατάληπτα. Αλλά ο Χριστός παρέπεμψε τους μαθητές Του στα λόγια του προφήτη Δανιήλ γιά γεγονότα που θα εξελίσσονταν στην εποχή τους και τους είπε: «Ο αναγινώσκων ας εννοή.» (Ματθαίου 24:15.) Όσο γιά τον ισχυρισμό ότι η Αποκάλυψη είναι μυστήριο ακατανόητο, αυτός έρχεται σε αντίφαση και με αυτόν ακόμη τον τίτλο του βιβλίου: «Αποκάλυψις Ιησού Χριστού, την οποίαν έδωκεν εις Αυτόν ο Θεός, διά να δείξη εις τους δούλους Αυτού όσα πρέπει να γείνωσι ταχέως ... Μακάριος ο αναγινώσκων και οι ακούοντες τους λόγους της προφητείας και οι φυλάττοντες τα γεγραμμένα εν αυτή • διότι ο καιρός είναι πλησίον.» (Αποκάλυψη 1:1-3.)TΠ88 407.2

    Ο προφήτης λέγει «μακάριος ο αναγινώσκων.» Υπάρχουν φυσικά και εκείνοι που δεν αναγινώσκουν. Ο μακαρισμός δεν είναι γι’ αυτούς. «Και οι ακούοντες.» Είναι επίσης μερικοί που αρνούνται να ακούσουν οτιδήποτε σχετίζεται με την προφητεία. Ούτε γι’ αυτούς είναι ο μακαρισμός. Και οι «φυλάττοντες τα γεγραμμένα εν αυτή.» Πολλοί αρνούνται να δώσουν σημασία στις προειδοποιήσεις και στις καθοδηγήσεις της Αποκάλυψης. Κανείς από αυτούς δεν μπορεί να έχει την απαίτηση να λογισθεί μακάριος. Όλοι όσοι κοροϊδεύουν τα θέματα της προφητείας και γελοιοποιούν τα σπουδαία σύμβολά της, όλοι όσοι αρνούνται να διορθωθούν και να προετοιμασθούν γιά την παρουσία του Υιού του ανθρώπου, δεν μπορούν να θεωρούνται μακάριοι.TΠ88 408.1

    ’Υστερα από μία τέτοια μαρτυρία της θεοπνευστίας, πώς τολμούν οι άνθρωποι να διδάσκουν ότι η Αποκάλυψη είναι ένα μυστήριο αδιαπέραστο από την ανθρώπινη αντίληψη; Είναι ένα αποκαλυμμένο μυστήριο—ένα βιβλίο ανοικτό. Η μελέτη της Αποκάλυψης κατευθύνει το νού στις προφητείες του Δανιήλ. Και οι δύο περιέχουν σπουδαιότατες οδηγίες τις οποίες ο Θεός δίνει στους ανθρώπους σχετικά με τα γεγονότα τα μέλλοντα να διαδραματισθούν στο τέλος της ιστορίας του κόσμου.TΠ88 408.2

    Στον Ιωάννη αποκαλύφθηκαν σκηνές με βαθύτατο και συγκλονιστικό ενδιαφέρον από τις σελίδες της εκκλησιαστικής ζωής και πείρας. Του επετράπηκε να ιδεί τη στάση, τους κινδύνους, τους αγώνες και την τελική απολύτρωση του λαού του Θεού. Καταχωρεί τα τελευταία μηνύματα που δίνονται και με τα οποία ωριμάζει ο θερισμός της γής, είτε με δεμάτια σιταριού προορισμένα γιά τις αποθήκες του ουρανού, είτε με αχυροστιβάδες γιά τις φλόγες του αφανισμού. Του παρουσιάσθηκαν θέματα υψίστης σημασίας, ιδιαίτερα γιά την εκκλησία των εσχάτων ημερών, ώστε εκείνοι που θα στραφούν από την πλάνη στην αλήθεια να είναι ενήμεροι γιά τους κινδύνους και τις συγκρούσεις που τους περιμένουν. Κανείς δεν χρειάζεται να βρίσκεται στο σκότος όσοναφορά τα μέλλοντα να συμβούν στον κόσμο.TΠ88 408.3

    Πως δικαιολογείται λοιπόν μία τέτοια τεράστια άγνοια γιά ένα τόσο σημαντικό τμήμα της Αγίας Γραφής; γιατί ο γενικός αυτός δισταγμός γιά τη διερεύνηση των διδασκαλιών της; Αυτό είναι το μοναδικό αποτέλεσμα των προμελετημένων προσπαθειών του άρχοντα του σκότους γιά να αποκρύψει από τους ανθρώπους τα όσα αποκαλύπτουν τις ραδιουργίες του. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο ο Χριστός, Αυτός που έδωσε την Αποκάλυψη, προβλέποντας την επίθεση που θα εξαπολύονταν κατά της μελέτης του βιβλίου αυτού, πρόφερε ένα ιδιαίτερο μακαρισμό γιά όλους εκείνους που θα μελετούσαν, θα άκουγαν και θα εφήρμοζαν τους λόγους της προφητείας.TΠ88 409.1

    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents