Loading...
Larger font
Smaller font
Copy
Print
Contents
Οι Παραβολές του Χριστού - Contents
  • Results
  • Related
  • Featured
No results found for: "".
  • Weighted Relevancy
  • Content Sequence
  • Relevancy
  • Earliest First
  • Latest First
    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents

    Κεφαλαιο 24: Χωρισ ενδυμα γαμου

    Η Παραβολή: Ματθ. 22:1-14.

    Η παραβολή του γαμήλιου ενδύματος μάς διδάσκει ένα μάθημα ύψίστης σημασίας. Ο γάμος εδώ συμβολίζει τήν ένωση τής άνθρωπότητας μέ τή θεότητα. Τό γαμήλιο ένδυμα παριστάνει τόν χαρακτήρα πού πρέπει νά έχουν όλοι όσοι άποδειχθοϋν κατάλληλοι προσκεκλημένοι του γάμου.ΠΧ 236.1

    Στήν παραβολή αυτή, όπως και σ’ έκείνη του μεγάλου δείπνου, άπεικονίζεται ή πρόσκληση του εύαγγελίου, ή άπόρριψή της από τόν ‘Ιουδαϊκό λαό, και ή στροφή τής εύσπλαχνίας πρός τά έθνη. Άλλ’ όσοναφοράαυτούς πού άπορρίπτουν τήν πρόσκληση, ή παραβολή έτούτη παρουσιάζει μιά μεγαλύτερη προσβολή και μιά τρομακτικότερη τιμωρία. Η πρόσκληση του συμποσίου είναι πρόσκληση βασιλική. Προέρχεται από κάποιον πού περιβάλλεται από ήγεμονική δύναμη. Έχει μεγάλη τιμητική άξία. Καί όμως ή άξία της δέν έκτιμάται. Τό κύρος του βασιλιά καταφρονεϊται. ‘Ενώ στήν πρόσκληση του οικοδεσπότη έδειξαν άδιαφορία, στου βασιλιά τήν πρόσκληση τήρησαν στάση προσβλητική, δολοφονική. Φέρθηκαν μέ περιφρονητικό τρόπο στούς δούλους του, τούς κακομεταχειρίσθηκαν και τούς θανάτωσαν.ΠΧ 236.2

    'Όταν ο οικοδεσπότης είδε πώς καταφρονήθηκε ή πρόσκλησή του, δήλωσε ότι κανένας από τούς προσκεκλημένους εκείνους δέν θά γεύονταν τό δείπνο του. Αλλ’ ή τιμωρία πού έπεβλήθηκε στούς καταφρονητές τής βασιλικής πρόσκλησης ηταν βαρύτερη από τήν άπλή άπόκλεισή τους από τό ήγεμονικό τραπέζι. “Πέμψας τά στρατεύματα αυτού, άπώλεσε τούς φονείς έκείνους, και τήν πόλιν αυτών κατέκαυσε.”ΠΧ 236.3

    Καί στίς δύο παραβολές άναφέρονται οι καλεσμένοι του δείπνου. Αλλ’ ή δεύτερη παραβολή άναφέρει ότι μιά ειδική προετοιμασία άπαιτούνταν άπ’ όλους τούς προσκεκλημένους του δείπνου. Όσοι παραμελούν τήν προετοιμασία αυτή, πετιοϋνται έξω. Έίσελθών δέ ο βασιλεύς διά νά θεώρηση τούς άνακεκλημένους, ειδεν έκεϊ άνθρωπον μή ένδεδυμένον ένδυμα γάμου. Καί λέγει πρός αυτόν, Φίλε, πώς εισήλθες ένταϋθα μή έχων ένδυμα γάμου; Ο δέ άπεστομώθη. Τότε ειπεν ο βασιλεύς πρός τούς ύπηρέτας, Δέσαντες αυτού πόδας και χεϊρας, σηκώσατε αυτόν, και ρίψατε εις τό σκότος τό έξώτερον έκεϊ θέλει εισθαι ο κλαυθμός και ο τρυγμός τών όδόντων.”ΠΧ 236.4

    Η πρόσκληση γιά τό γαμήλιο γεϋμα είχε σταλεϊ με τούς μαθητές του Χριστού. Ο Κύριός μας είχε σχείλει άρχικά τούς δώδεκα, και άργότερα άλλους έβδομήντα, γιά νά αναγγείλουν ότι ή βασιλεία του Θεού πλησίαζε και γιά νά καλέσουν τούς άνθρώπους νά μετανοήσουν και νά πιστέψουν στό ευαγγέλιο. Αλλά δέν έδωσαν προσοχή στήν πρόσκληση. οι καλεσμένοι δέν παρουσιάσθηκαν. Άργότερα στέλλονται πάλι οι ύπηρέτες δεύτερη φορά γιά νά ποϋν: “‘Ιδού, τό γεΰμα μου ήτοίμασα· οι ταϋροι μου και τά θρεπτά είναι έσφαγμένα, και πάντα είναι ετοιμα· ελθετε εις τούς γάμους.” Αύτό ηταν τό μήνυμα πού δόθηκε στό ‘Ιουδαϊκό έθνος μετά τή σταύρωση του Χριστού. Αλλά τό έθνος τό όποιο ίσχυριζόταν ότι άποτελοϋσε τόν ιδιαίτερο λαό του Θεού, άπέρριψε τό ευαγγέλιο πού τούς είχε σχαλεϊ μέ τή δύναμη του Αγίου Πνεύματος. Πολλοί τό έκαναν αυτό κατά τόν πιό χλευαστικό τρόπο. ‘Ενώ άλλοι πάλι εξοργίσθηκαν σέ τέτοιο βαθμό μέ τήν προσφορά τής σωτηρίας, τήν προσφορά τής συγχώρησης γιά τήν από μέρους τους απόρριψη του Αρχηγοϋ τής δόξας, πού ώρμησαν κατά πάνω στούς κομιστές τής άγγελίας. Καί τότε εγινε “διωγμός μέγας.” (Πράξ. 8:1). Πολλοί, άνδρες και γυναίκες, ρίχτηκαν στίς φυλακές, ενώ άλλοι από τούς πρέσβεις του Κυρίου, όπως ο Στέφανος και ο ‘Ιάκωβος, βρήκαν τόν θάνατο.ΠΧ 237.1

    'Έτσι έπεσφράγισε ο ‘Ιουδαϊκός λαός τήν από μέρους του απόρριψη τής θεϊκής ευσπλαχνίας. Τίς συνέπειες τίς περιγράφουν τά παραβολικά λόγια του Χριστού: “Ο βασιλεύς ... πέμψας τά στρατεύματα αυτοϋ, άπώλεσε τούς φονεϊς εκείνους, και τήν πόλιν αυτών κατέκαυσε.” Η προφερθείσα καταδίκη κατά τών ‘Ιουδαίων έκτελέσθηκε μέ τήν καταστροφή τής Ιερουσαλήμ και τό διασκορπισμό του έθνους.ΠΧ 237.2

    Η τρίτη πρόσκληση στό γεϋμα άφορά τήν προσφορά του εύαγγελίου πρός τούς εθνικούς, “Ο μέν γάμος είναι έτοιμος, οι δέ προσκεκλημένοι δέν ήσαν άξιοι. Ύπάγεχε λοιπόν εις τάς διεξόδους τών όδών και όσους άν εϋρητε, καλέσατε εις τούς γάμους.”ΠΧ 237.3

    Οι βασιλικοί ύπηρέτες πού βγήκαν στίς οδικές διεξόδους, “συνήγαγον πάντας όσους εύρον, κακούς τε και καλούς.” Ήταν ένα άνακατωμένο πλήθος άνθρώπων. Μερικοί άπ’αυτούς δέν εδειχναν μεγαλύτερο σεβασμό γιά τόν οικοδεσπότη της γιορτής άπ’ ο,τι εκείνοι πού είχαν άπορρίψει τήν πρόσκλησή του. Η πρώτη κατηγορία στήν οποία ειχε άπευθυνθεΐ δέ νόμισαν ότι μπορούσαν νά θυσιάσουν τά κοσμικά τους συμφέροντα μόνο και μόνο γιά νά παρευρεθούν στή γιορτή του βασιλιά. Άπό τούς άλλους πάλι πού δέχθηκαν τήν πρόσκληση, ήταν μερικοί οι οποίοι τό μόνο πού σκέπτονταν ήταν πώς νά έπωφεληθούν οι ίδιοι. Ήρθαν μόνο γιά νά άπολαύσουν τά βασιλικά εδέσματα, άλλά δέν είχαν καμιά επιθυμία νά τιμήσουν τόν βασιλιά.ΠΧ 237.4

    Οταν αυτός παρουσιάσθηκε γιά νά έπιθεωρήσει τούς καλεσμένους, τότε φανερώθηκε ο πραγματικός χαρακτήρας του καθένα. Μιά ιδιαίτερη γαμήλια φορεσιά είχε προμηθευθεϊ γιά τόν κάθε καλεσμένο στό συμπόσιο. Η φορεσιά αυτή ηταν δώρο του βασιλιά. Φορώντας την οι συνδαιτημόνες εδειχναν σεβασμό πρός τόν κύριο τής γιορτής. Κάποιος όμως βρέθηκε ντυμένος μέ τά κοινά καθημερινά του ρούχα. Άρνήθηκε νά ύποβληθεΐ στήν άπαιτούμενη από τόν βασιλιά προετοιμασία. Τό πανάκριβο ρούχο πού προορίζονταν γι’ αυτόν, δέν καταδέχθηκε νά τό φορέσει. Μέ τόν τρόπο του αυτόν πρόσβαλε τόν κύριό του. Στήν ερώτηση του βασιλιά: “Πώς είσήλθες ενταύθα μή εχων ένδυμα γάμου;” δέν μπόρεσε νά άπαντήσει τίποτα. Ήταν αύτοκατάκριτος. Τότε διέταξε ο βασιλιάς: “Δέσαντες αυτού πόδας και χεϊρας, σηκώσατε αυτόν και ρίψατε εις τό σκότος τό εξώτερον.”ΠΧ 238.1

    Η επιθεώρηση τών καλεσμένων του γάμου από τόν βασιλιά ύποδηλεϊ ένα έργο κρίσης. οι προσκεκλημένοι στό συμπόσιο του εύαγγελίου είναι έκεϊνοι πού ομολογούν ότι ύπηρετούν τόν Θεό, εκείνοι τών οποίων τά ονόματα είναι γραμμένα στό βιβλίο τής ζωής. Όμως όλοι όσοι ισχυρίζονται ότι είναι χριστιανοί, δέν είναι πραγματικοί μαθητές. Πρίν άπονεμηθεΐ ή τελική άμοιβή, πρέπει νά άποφασισθεϊ ποιοί είναι κατάλληλοι γιά νά συμμερισθούν τήν κληρονομιά τών δικαίων. Η άπόφαση αυτή πρέπει νά βγει πρίν από τή δευτέρα παρουσία του Χριστού στά σύννεφα του ούρανοϋ. Επειδή όταν ερχεται ο Χριστός, “ο μισθός Μου,” λέγει, “είναι μετ’ Έμοϋ διά νά άποδώσω εις έκαστον ώς θέλει εισθαι τό εργον αυτού.” (Άποκ. 22:12). Επομένως πρίν νά ερθει, πρέπει νά εχει διευκρινισθεΐ τό ποιόν του έργου του καθενός και ή κατάλληλη άμοιβή νά εχει άπονεμηθεΐ στόν κάθε οπαδό του Χριστού σύμφωνα μέ τά εργα του.ΠΧ 238.2

    Η διεξαγωγή τής διαδικαστικής αύτής ερευνάς μεσολαβεί στίς ουράνιες αυλές ενώ οι άνθρωποι ζοϋν άκόμη εδώ στή γή. Η ζωή όλων τών όμολογουμένων οπαδών Του έπιθεωρείται στήν παρουσία του Θεού. Ολοι εξετάζονται σύμφωνα μέ τά καταχωρημένα στά ουράνια κατάστιχα, και ή αιώνια τύχη του καθενός τελεσίδικα σφραγίζεται άνάλογα μέ τά εργα του.ΠΧ 239.1

    Τό γαμήλιο ένδυμα τής παραβολής παριστάνει τόν άγνό, άσπιλο χαρακτήρα πού θά αποκτήσουν οι πραγματικοί οπαδοί του Χριστού. Στήν εκκλησία τήν “μή εχουσαν κηλίδα, ή ρυτίδα, ή τι τών τοιούτων,” “έδόθη νά ένδυθή βύσσινον καθαρόν και λαμπρόν.” ‘Επειδή “τό βύσσινον” (τό λευκό λινό), λέγει ή Γραφή, “είναι τά δικαιώματα τών άγίων.” (Έφ. 5:27, Αποκ. 19:8). Είναι ή δικαιοσύνη του Χριστού, ο δικός Του άσπιλος χαρακτήρας πού μέσο τής πίστης χορηγείται σέ όλους όσους Τόν δέχονται γιά προσωπικό τους Σωτήρα.ΠΧ 239.2

    Τήν άσπρη φορεσιά τής άθωότητας τή φορούσαν οι προπάτορές μας όταν ο Θεός τούς εβαλε στόν Έδεμικό Του κήπο. Ζούσαν σέ πλήρη άρμονία μέ τό θέλημα του Θεού. Αγαπούσαν τόν ούράνιο Πατέρα τους μέ όλη τή δύναμη τής ψυχής τους. Ενα όμορφο, άπαλό φώς, τό φώς του Θεού, περιέβαλλε τό άγιο ζευγάρι. Η φωτεινή εκείνη φορεσιά ηταν τό σύμβολο τής πνευματικής περιβολής τους μέ τήν έπουράνια άθωότητα. Άν είχαν μείνει πιστοί στόν Θεό, θά εξακολουθούσε νά τούς περιβάλει γιά πάντα. Οταν όμως μεσολάβησε ή άμαρτία, ο δεσμός τους μέ τόν Θεό εσπασε και τό φώς πού τούς περιέβαλλε χάθηκε. Γυμνοί και ντροπιασμένοι, προσπάθησαν τότε νά άντικαταστήσουν τήν ούράνια φορεσιά, ράβοντας ενα κάλυμμα φτιαγμένο από φύλλα συκιάς.ΠΧ 239.3

    Αύτό συνεχίζουν νά κάνουν οι παραβάτες του νόμου του Θεού από τή μέρα τής παρακοής Τοϋ Άδάμ και τής Εϋας. ‘Εξακολουθούν νά ράβουν συκόφυλλα, γιά νά καλύψουν τή γυμνότητα πού είναι τό επακόλουθο τής παρακοής. Φορούν τά ρούχα τής δικής τους επινόησης. Προσπαθούν μέ τά δικά τους εργα νά καλύψουν τίς άμαρτίες τους και νά γίνουν άποδεκτοί από τόν Θεό.ΠΧ 239.4

    Άλλ’ αυτό δέν μπορούν νά τό κατορθώσουν ποτέ. Τίποτε δέν μπορεί νά εφεύρει ο άνθρωπος πού νά άντικαταστήσει τή χαμένη του περιβολή τής άθωότητας. Κανένα ρούχο καμωμένο από συκόφυλλα, κανένα κοσμικό, ιδιωτικό έπένδυμα είναι δυνατό νά φορεθεί άπ’αυτούς πού θά καθήσουν μαζί μέ τόν Χριστό και τούς άγγέλους στό γαμήλιο γεύμα του Άρνίου.ΠΧ 239.5

    Μόνο τό κάλυμμα πού προμηθεύει ο ϊδιος ο Χριστός μπορεί νά μάς άξιώσει νά έμφανισθούμε στήν παρουσία του Θεού. Τό κάλυμμα αυτό, τό ένδυμα τής δικής Του δικαιοσύνης, ο Χριστός θά τό φορέσει πάνω στήν κάθε μετανοούσα, πιστή ψυχή. “Συμβουλεύω σε,” λέγει, “νά άγοράσης παρ’ ‘Εμού ... ίμάτια λευκά διά νά ένδυθής και νά μή φανερωθή ή αισχύνη τής γυμνότητός σου.” ('Αποκ. 3:18).ΠΧ 240.1

    Ύφαμένο στόν ούράνιο άργαλειό, τό ρούχο αυτό δέν έχει οϋτε μιά κλωστή άνθρώπινης έπινόησης. Κατά τήν άνθρώπινη ζωή Του ο Χριστός έπέδειξε ένα τέλειο χαρακτήρα και αυτόν τόν χαρακτήρα προθυμοποιείται νά χορηγήσει και σ’ έμάς. “Πάσα ή δικαιοσύνη ήμών είναι ώς ρυπαρόν ίμάτιον.” (Ήσ. 64:6). Κάθε τι πού έμεϊς από μόνοι μας κατορθώνομε είναι μολυσμένο άπ’ τήν άμαρτία. Άλλ’ ο Υίός του Θεού “έφανερώθη διά νά σηκώση τάς άμαρτίας ήμών· και άμαρτία έν Αύτώ δέν ύπάρχει.” Καί, σύμφωνα μέ τόν Γραφικό ορισμό, “άμαρτία είναι ή άνομία.” (Α’ Ίωάν. 3:5,4). Ο Χριστός όμως σεβάσθηκε όλα τά διατάγματα του νόμου. Άναφερόμενος στόν Έαυτό Του έλεγε: “Χαίρω, Θεέ Μου, νά εκτελώ τό θέλημά Σου· και ο νόμος Σου είναι έν τώ μέσω τής καρδίας Μου.” (Ψαλμ. 40:8). Καί στούς μαθητές Του έπίσης είπε: “Έγώ έφύλαξα τάς έντολάς του Πατρός Μου.” (Ίωάν. 15:10). Μέ τή δική Του άψογη ύπακοή καθιστά δυνατή γιά κάθε άνθρώπινη ύπαρξη τήν ύπακοή στίς θεϊκές έντολές. ‘Όταν παραχωρούμε τόν εαυτό μας στόν Χριστό, ή καρδιά μας ένώνεται μέ τή δική Του καρδιά, τό θέλημα συγχωνεύεται μέ τό δικό Του θέλημα, ο νοϋς άφομοιώνεται μέ τό δικό Του νοϋ, οι σκέψεις αιχμαλωτίζονται άπ’ Αύτόν. Μ’ ένα λόγο, ζούμε τή δική Του ζωή. Αυτό σημαίνει νά φορέσομε τό ένδυμα τής δικαιοσύνης Του. Καί τότε, βλέποντάς μας ο Θεός, δέν άντικρύζει πάνω μας τό ρούχο άπ’ τά συκόφυλλα, τή γύμνια και τή διαστρέβλωση τής άμαρτίας, άλλά τή δική Του φορεσιά τής δικαιοσύνης, τήν τέλεια δηλαδή ύποταγή στό νόμο του Ύψίστου.ΠΧ 240.2

    Ο ϊδιος ο βασιλιάς έπιθεωρεϊ τούς καλεσμένους στό γαμήλιο γεύμα. Αποδεκτοί γίνονται μόνο εκείνοι πού είχαν σεβασθεϊ τίς άπαιτήσεις του και είχαν ντυθεί μέ τήν κατάλληλη γαμήλια φορεσιά. Το ίδιο συμβαίνει μέ τούς καλεσμένους στό εύαγγελικό συμπόσιο. ‘Όλοι πρέπει νά περάσουν από τόν εξονυχιστικό ελεγχο του μεγάλου Βασιλιά, και μόνο εκείνοι γίνονται άποδεκτοί πού έχουν φορέσει τό ένδυμα της δικαιοσύνης του Χριστού.ΠΧ 240.3

    Η δικαιοσύνη είναι συνώνυμη μέ τη δικαιοπραγία και ο καθένας θά κριθεϊ σύμφωνα μέ τίς πράξεις του. Ο χαρακτήρας μας φανερώνεται από τά εργα μας. Τά εργα μας δείχνουν τή γνησιότητα τής πίστης μας.ΠΧ 241.1

    Δέν είναι άρκετό νά πιστεύομε ότι ο Χριστός δέν ήταν πλάνος και ότι ή Γραφή δέν άποτελεϊ ενα επιδέξια επινοημένο μύθευμα. Μπορεϊ νά παραδεχόμαστε ότι τό όνομα του Ιησού είναι τό μόνο όνομα κάτω άπ’ τόν ούρανό μέ τό όποιο πρέπει νά σωθούμε, και παρ’ όλα αυτά νά μή Τόν καθιστούμε μέ τήν πίστη προσωπικό μας Σωτήρα. Δέν φθάνει νά άσπαζόμαστε τή θεωρία τής άλήθειας. Ούτε είναι άρκετό νά ομολογούμε ότι πιστεύομε στόν Χριστό και νά εχομε τό όνομά μας καταχωρημένο στά βιβλία τής εκκλησίας. “‘Όστις φυλάττει τάς έντολάς Αύτοϋ μένει έν Αύτώ και Αύτός έν Έκείνω. Καί έκ τούτου γνωρίζομεν ότι μένει έν ήμΐν, έκ του Πνεύματος τό όποιον εδωκεν εις ήμάς.” “Έν τούτω γνωρίζομεν ότι έγνωρίσαμεν Αύτόν, έάν τάς έντολάς Αύτού φυλάττωμεν.” (Α’ Ίωάν. 3:24, 2:3). Αύτή είναι ή γνήσια άπόδειξη τής άναγεννημένης ζωής. Όποιαδήποτε άλλη μορφή εύσέβειας δέν άξίζει άπολύτως τίποτε, άν ο Χριστός δέν έξωτερικεύεται στή ζωή μέ τά εργα τής δικαιοσύνης.ΠΧ 241.2

    Η άλήθεια πρέπει νά φυτευθεΐ μέσα στήν καρδιά. Πρέπει νά κατευθύνει τή σκέψη και νά ελέγχει τόν αισθηματικό κόσμο. ‘Ολόκληρος ο χαρακτήρας πρέπει νά φέρει τή σφραγίδα τής θεϊκής έκφρασης. Κάθε γιώτα και κεραία του λόγου του Θεού πρέπει νά έφαρμόζονται στήν καθημερινή μας ζωή.ΠΧ 241.3

    'Όποιος γίνεται συμμέτοχος τής θεϊκής φύσης πρέπει νά εναρμονίζεται μέ τόν μεγάλο κανόνα τής δικαιοσύνης του Θεού, τόν άγιο δηλαδή νόμο Του. Μ’ αυτόν τόν κανόνα ο Θεός θά κρίνει τίς πράξεις τών άνθρώπων. Μέ βάση αυτόν θά δοκιμασθεΐ ο χαρακτήρας τήν ήμέρα τής κρίσης.ΠΧ 241.4

    Πολλοί ισχυρίζονται ότι μέ τό θάνατό Του ο Χριστός κατήργησε τό νόμο. Αλλά μ’ αυτό έρχονται σέ άντίφαση μέ τά λόγια του Χριστού: “Μή νομίσητε ότι ήλθον νά καταλύσω τόν νόμον ή τούς προφήτας ... εως άν παρέλθη ο ούρανός και ή γή, ίώτα εν ή μία κεραία δέν θέλει παρέλθει από του νόμου.” (Ματθ. 5:17-18). Ο λόγος γιά τόν όποιο ο Χριστός θυσίασε τή ζωή Του ηταν νά εξιλεώσει τόν άνθρωπο από τήν παράβαση του νόμου. “Αν ηταν δυνατό νά ύποστεϊ άλλαγή η νά τεθεί κατά μέρος ο νόμος, δέν θά ηταν άνάγκη νά πεθάνει ο Χριστός. ‘Εκείνος τίμησε τό νόμο του Θεού μέ τήν επίγεια ζωή Του. Καί μέ τό θάνατό Του τόν έδραίωσε. Δέν εκανε τή ζωή Του θυσία γιά νά καταλύσει τό νόμο του Θεού, ούτε γιά νά θεσπίσει κανέναν ύποδεέστερο ηθικό κανόνα, αλλά γιά νά εξασφαλίσει τή δικαιοσύνη, νά άποδείξει τόν άναλλοίωτο χαρακτήρα του νόμου και νά τόν έδραιώσει μιά γιά πάντα.ΠΧ 241.5

    Ο Σατανάς είχε ίσχυρισθεϊ ότι ηταν άδύνατο ο άνθρωπος νά τηρήσει τίς εντολές του Θεού. Καί ή άλήθεια είναι ότι μέ τή δική μας δύναμη δέν μπορούμε νά τίς τηρήσομε. Άλλ’ ηρθε ο Χριστός φορώντας τήν άνθρώπινη φύση και, μέ τήν τέλεια ύπακοή Του, άπέδειξε ότι μέ τή σύζευξη της ανθρωπότητας και της θεότητας είναι δυνατή ή τήρηση όλων τών θεϊκών ενταλμάτων.ΠΧ 242.1

    “'Όσοι δε έδέχθησαν Αύτόν, ειςαυτούς εδωκεν εξουσίαν νά γίνωσι τέκνα Θεού, εις τούς πιστεύοντας εις τό όνομα Αύτού.” (Ίωάν. 1:12). Η εξουσία αυτή δέν άπαντάται στόν άνθρώπινο παράγοντα. Είναι εξουσία θεϊκή. ‘Όταν μιά ψυχή δέχεται τόν Χριστό, δέχεται τή δύναμη νά ζήσει τή ζωή του Χριστού.ΠΧ 242.2

    Ο Θεός απαιτεί τήν τελειότητα από τά παιδιά Του. Ο νόμος Του, αποτελώντας τό άντίγραφο του χαρακτήρα Του, γίνεται γνώμονας γιά τόν κάθε άνθρώπινο χαρακτήρα. Αυτός ο μοναδικός γνώμονας παρουσιάζεται σ’ όλους γενικά ώστε νά άποφευχθοϋν τά λάθη σχετικά μέ τό ποιόν τών άνθρώπων πού κατά τήν εύδοκία του Θεού θά άποτελέσουν τή βασιλεία Του. Η επίγεια ζωή του Χριστού ήταν μιά τέλεια εξωτερίκευση του θεϊκού νόμου, και όταν εκείνοι πού θέλουν νά λέγονται παιδιά του Θεού άποκτήσουν χριστόμορφο χαρακτήρα, τότε θά ύπακούσουν και αύτοί στίς εντολές του Θεού. Καί τότε ο Κύριος μπορεί νά τούς έμπιστευθεϊ ώστε νά συναριθμηθοϋν μ’αυτούς πού θά άποτελέσουν τήν οικογένεια του ουρανού. Ντυμένοι μέ τήν ένδοξη φορεσιά της δικαιοσύνης του Χριστού, θά πάρουν τή θέση τους στό επίσημο βασιλικό τραπέζι. Τούς χορηγείται τό δικαίωμα νά ένωθούν μέ τό πλήθος πού εχει λευκανθεϊ μέ τό αίμα του Άρνίου.ΠΧ 242.3

    Εκείνος πού παρουσιάσθηκε στή γιορτή χωρίς τή γαμήλια φορεσιά, άντιπροσωπεύει μιά μεγάλη μερίδα της σημερινης κοινωνίας. οι άνθρωποι αυτοί διατείνονται ότι είναι Χριστιανοί και άπολαβαίνουν τίς ευλογίες και τά προνόμια του εύαγγελίου. Αλλά δέν βλέπουν καμιά άνάγκη νά μεταβάλουν τόν χαρακτήρα τους. Δέν αίσθάνθηκαν ποτέ πραγματική μεταμέλεια γιά τίς άμαρτίες τους. Δέν άναγνωρίζουν ότι τούς χρειάζεται οϋτε ο Χριστός οϋτε ή εξάσκηση πίστης σ’ Αύτόν. Δέν έχουν ύπερνικήσει τίς κληρονομικές ή έπίκτητες τάσεις τους πρός τό κακό. Πιστεύουν μολαταύτα ότι είναι έντάξει έτσι όπως είναι και επαναπαύονται στή δική τους αξία άντί νά έμπιστευθούν τόν Χριστό. Ακροατές του λόγου, προσέρχονται στό έπίσημο συμπόσιο, χωρίς όμως νά έχουν φορέσει τό ένδυμα τής δικαιοσύνης του Χριστού.ΠΧ 242.4

    Πολλοί αύτοκαλοϋνται Χριστιανοί χωρίς νά είναι παρά άπλοί ήθικολόγοι. Άρνοϋνται τό μοναδικό δώρο πού θά τούς άξίωνε νά τιμήσουν τόν Χριστό άντιπροσωπεύοντάς Τον στόν κόσμο. Τό έργο του Αγίου Πνεύματος γι’αυτούς είναι παράδοξο έργο. Δέν είναι εκτελεστές του λόγου. οι ούράνιες άρχές πού διακρίνουν δσους είναι του Χριστού άπ’αυτούς πού είναι του κόσμου, έγιναν σχεδόν άνεπαίσθητες. οι ίσχυριζόμενοι άκόλουθοι του Χριστού έπαυσαν νά άποτελοϋν ένα ξέχωρο και ιδιόρρυθμο λαό. Η διαχωριστική γραμμή έσβησε, και ο λαός του Θεοΰ γίνεται ύποτακτικός στόν κόσμο υιοθετώντας τούς τρόπους του, τίς συνήθειές του και τή φιλαυτία του. Η έκκλησία πηγαίνει μέ τό μέρος του κόσμου παραβαίνοντας τόν θεϊκό νόμο, ενώ ο κόσμος θά έπρεπε νά έρχεται μέ τό μέρος τής εκκλησίας ύπακούοντας στό νόμο. Μέρα μέ τή μέρα ή έκκλησία προσαρμόζεται μέ τόν κόσμο.ΠΧ 243.1

    “Ολοι αυτοί περιμένουν νά σωθούν μέσω του θανάτου του Χριστού, ένώ άρνοϋνται νά ζήσουν τή ζωή Του τής αύτοθυσίας. ‘Εκθειάζουν τόν πλούτο τής δωρεάν χάρης του Θεού και προσπαθούν νά καλυφθούν μέ μιά φαινομενική δικαιοσύνη, έλπίζοντας νά συγκαλύψουν τίς ελλείψεις του χαρακτήρα τους. Τήν ήμέρα του Κυρίου όμως οι προσπάθειές τους δέν θά όφελήσουν σέ τίποτε.ΠΧ 243.2

    Η δικαιοσύνη του Χριστού δέν θά σκεπάσει ούτε μιά ύποθαλπόμενη άμαρτία. Μπορεϊ κανείς νά παραβιάζει στή συνείδησή του τό νόμο του Θεού, άλλά νά θεωρείται από τόν κόσμο άνθρωπος μεγάλης άκεραιότητας όταν ή ζωή του δέν παρουσιάζει φανερά τεκμήρια τής παράβασης. Αλλ’ ο θεϊκός νόμος εισδύει μέχρι τά μύχια τής καρδιάς. Η κάθε πράξη κρίνεται από τά κίνητρα πού τήν προκαλοϋν. Μόνο ο,τι γίνεται σύμφωνα μέ τίς αρχές του νόμου του Θεού θά μπορέσει νά σταθεί τή μέρα τής θεϊκής κρίσης.ΠΧ 243.3

    Ο Θεός είναι αγάπη. Καί τήν αγάπη αυτή τήν άπέδειξε προσφέροντας γιά δώρο τόν Χριστό. Δίνοντας ο Θεός “τόν Υιόν Αύτοϋ τόν μονογενή διά νά μή άπολεσθή πάς ο πιστεύων εις Αύτόν, άλλά νά έχη ζωήν αιώνιον” (Ίωάν. 3:16), δέν κατακράτησε τίποτε από τήν έξαγορασμένη Του ιδιοκτησία. Πρόσφερε ολόκληρο τόν ούρανό άπ’ όπου νά μπορούμε νά άντλοϋμε δύναμη και ικανότητα ώστε νά μή μπορέσει νά μάς άπωθήσει οϋτε νά μάς καταβάλει ο μεγάλος μας αντίδικος. Η αγάπη όμως του Θεού δέν Τόν όδηγεϊ στό νά άγνοεϊ τήν άμαρτία. Δέν τήν άγνόησε στήν περίπτωση του Σατανά. Δέν τήν άγνόησε στήν περίπτωση του Άδάμ οϋτε του Κάϊν. Οϋτε και θά τήν άγνοήσει ποτέ στήν περίπτωση κανενός άνθρώπου. Δέν θά άνεχθεϊ τίς άμαρτίες μας και ούτε θά παραβλέπει τίς άτέλειες του χαρακτήρα μας. Άλλά περιμένει νά τίς ύπερνικήσομε μέ τή δύναμη του ονόματος Του.ΠΧ 244.1

    Όσοι άπορρίπτουν τό δώρο τής δικαιοσύνης του Χριστού, άπορρίπτουν τίς ιδιότητες του χαρακτήρα πού θά τούς άξίωναν νά γίνουν γιοί και θυγατέρες του Θεού. Άπορρίπτουν τό μοναδικό μέσο πού θά τούς καθιστούσε κατάλληλους νά καταλάβουν μιά θέση στό γαμήλιο δείπνο.ΠΧ 244.2

    Όταν ο βασιλιάς τής παραβολής ρώτησε: “Πώς είσήλθες ένταϋθα μή έχων ένδυμα γάμου;” ο άνθρωπος έκεϊνος άποστομώθηκε. Τό ίδιο θά συμβεϊ τή μεγάλη μέρα τής θεϊκής κρίσης. οι άνθρωποι μπορούν τώρα νά δικαιολογούνται γιά τίς έλλείψεις του χαρακτήρα τους. Τή μέρα όμως έκείνη δέν θά βροϋν καμιά δικαιολογία.ΠΧ 244.3

    Οι Χριστιανικές έκκλησίες τής δικής μας γενεάς άπολαβαίνουν τά μέγιστα προνόμια. Ο Κύριος μάς έχει άποκαλυφθεϊ κάτω από διαρκώς αύξανόμενο φώς. Τά προνόμιά μας είναι κατά πολύ μεγαλύτερα από τά προνόμια του αρχαίου λαού του Θεού. Δέν έχομε στή διάθεσή μας μόνο τό φώς πού είχε δεχθεί ο λαός του Ισραήλ, άλλά έχομε τήν τρανότερη άκόμη άπόδειξη τής μεγάλης σωτηρίας πού μάς άπονέμεται μέσω του Χριστού. Όλα όσα γιά τούς Ιουδαίους ηταν τύποι και σύμβολα, γιά μάς έγιναν πραγματικότητα. Έκεϊνοι είχαν μόνο τήν άφήγηση τής Παλαιάς Διαθήκης. Έμεΐς έχομε και αυτή, αλλ’ έχομε και τήν Καινή Διαθήκη επιπλέον. “Εχομε τη διαβεβαίωση ενός Σωτήρα πού ηρθε στόν κόσμο, ενός Σωτήρα πού σταυρώθηκε, πού άναστήθηκε και πού απ’ τό χείλος του αδειανού τάφου διακήρυξε, “‘Εγώ είμαι ή άνάστασις και ή ζωή.” Με τήν παρούσα επίγνωσή μας του Χριστού και τής άγάπης Του, ή βασιλεία του Θεού βρίσκεται ήδη “έν τω μέσω ήμών.” Ο Χριστός μάς άποκαλύπτεται μέ τά κηρύγματα και δοξολογεϊται μέ τίς ύμνωδίες. Τό πνευματικό δείπνο παρουσιάζεται μπροστά μας πλούσια σερβιρισμένο. Η γαμήλια φορεσιά, εξασφαλισμένη μέ ενα κόστος άνυπολόγιστο, προσφέρεται στόν καθένα δωρεάν. οι άπεσταλμένοι του Θεού μάς παρουσιάζουν τή δικαιοσύνη του Χριστού, τή δικαίωση πού χορηγεϊται μέσω τής πίστης, τίς μεγαλύτερες και τιμιότερες επαγγελίες του λόγου του Θεού, τήν ελεύθερη προσέγγισή μας πρός τόν Πατέρα μέσω του Χριστού, τήν παρηγορία του Πνεύματος, τήν άδιάσειστη διαβεβαίωση τής αιώνιας ζωής στή βασιλεία του Θεού. Ti περισσόχερο μπορούσε νά κάνει και δέν εκανε γιά μάς ο Θεός, έτοιμάζοντας τό μεγάλο δείπνο του ούρανίου συμποσίου;ΠΧ 244.4

    Στόν ούρανό οι διακονούντες άγγελοι θά πρέπει νά λένε: “Τήν ύπηρεσία πού μάς είχε άνατεθεϊ νά έκτελέσομε τήν τελειώσαμε.’ Αναχαιτίσαμε τή στρατιά τών πονηρών άγγέλων. Φέραμε τό φώς και τή λαμπρότητα στίς ψυχές τών άνθρώπων. Τούς ύπενθυμίσαμε τήν αγάπη του Θεού όπως αυτή τούς παρουσιάσθηκε μέσω του Ίησοϋ. Στρέψαμε τά βλέμματά τους στό σταυρό του Χριστού. οι καρδιές τους συγκινήθηκαν βαθειά από τή συναίσθηση τής άμαρτίας πού προκάλεσε τό σταυρικό θάνατο του Υιοϋ του Θεού. Καί αύτοί πείσθηκαν. ‘Αναγνώρισαν τά βήματα πού κανονικά άκολουθοϋν τήν άναγεννημένη ζωή. Αίσθάνθηκαν τή δύναμη του ευαγγελίου. οι καρδιές τους μάλαξαν από τή γλυκύτητα τής άγάπης του Θεού. Άντίκρυσαν τήν ομορφιά του χαρακτήρα του Χριστού. ‘Αλλά γιά τούς πιό πολλούς όλα αυτά πήγαν χαμένα. οι άνθρωποι δέν θέλησαν νά παραιτηθοϋν από τίς συνήθειές τους, ούτε νά άλλάξουν τόν χαρακτήρα χους. Δέν θέλησαν νά βγάλουν τήν κοσμική σχολή τους γιά νά ντυθοϋν τόν επίσημο χιτώνα του ούρανοϋ. οι καρδιές τους ηταν άπορροφημένες από χήν πλεονεξία. ‘Αγάπησαν τίς κοσμικές συναναστροφές περισσότερο άπ’ ο,τι άγάπησαν τόν Θεό τους.”ΠΧ 245.1

    Βαρυσήμαντη προμηνύεται ή μέρα τών τελικών άποφάσεων. Μέ τήν προφητική του όραματικότητα ο ‘Ιωάννης τήν περιγράφει μ’ αυτά τά λόγια: “Ειδον θρόνον λευκόν μέγαν, και τόν καθήμενον έπ’ αυτού από προσώπου του Οποίου εφυγεν ή γη και ο ουρανός· και δεν εύρέθη τόπος δι’ αυτά- Καί ειδον τούς νεκρούς, μικρούς και μεγάλους, ίσταμένους ενώπιον του Θεού, και τά βιβλία ήνοίχθησαν και βιβλίον άλλο ήνοίχθη, τό οποίον είναι τής ζωής· και έκρίθησαν οι νεκροί εκ τών γεγραμμένων έν τοϊς βιβλίοις κατά τά εργα αυτών.” (Άποκ. 20:11-12).ΠΧ 245.2

    Θλιβερή θά είναι ή άναθεώρηση τή μέρα πού οι άνθρωποι θά έρθουν άντιμέτωποι με τήν αιωνιότητα. ‘Ολόκληρη ή ζωή ξετυλίγεται μπροστά τους άκριβώς όπως τήν εζησαν. Τότε οι ηδονές, τά πλούτη και οι τιμές του κόσμου δέν παρουσιάζουν κανένα ενδιαφέρον. οι άνθρωποι τότε θά άντιληφθοϋν ότι τό μόνο πράγμα πού άξίζει είναι ή δικαιοσύνη πού περιφρόνησαν. Θά ίδοϋν ότι διέπλασαν τόν χαρακτήρα σύμφωνα μέ τά καταστροφικά δελεάσμαχα του Σατανά. Η σχολή πού διάλεξαν ήταν τό έμβλημα της ύποταγής τους στόν μεγάλο άρχιαπατεώνα. Τότε θά ίδοϋν ποιά είναι τά άποτελέσματα της εκλογής τους και θά καταλάβουν τί σημασία εχει ή παράβαση τών εντολών του Θεού.ΠΧ 246.1

    Άλλη εύκαιρία νά προετοιμασθοϋμε γιά τήν αιωνιότητα δέν πρόκειται νά δοθεί. Σ’ αυτή μόνο τή ζωή εχομε τήν εύκαιρία νά φορέσομε τό ένδυμα τής δικαιοσύνης του Χριστού. Αύτή είναι ή μοναδική μας εύκαιρία γιά νά άποκτήσομε τόν κατάλληλο χαρακτήρα γιά τίς ούράνιες μονές πού ο Χριστός πήγε νά έτοιμάσει γιά όσους φυλάττουν τίς εντολές Του.ΠΧ 246.2

    Οι μέρες τής προθεσμίας μας κυλούν πολύ γρήγορα. Τό τέλος πλησιάζει. Σ’ εμάς άπευθύνεται ή προειδοποίηση: “Προσέχετε δέ εις έαυτούς, μήποτε βαρυνθώσιν αί καρδίαι σας από κραιπάλης και μέθης και μεριμνών βιωτικών, και έπέλθη αιφνίδιος έφ’ ύμάς ή ήμέρα εκείνη.” (Λουκ. 21:34). Προσέχετε μήπως σάς βρει απροετοίμαστους. Προσέχετε μήπως βρεθείτε στό δείπνο του μεγάλου Βασιλιά χωρίς τό ένδυμα του γάμου.ΠΧ 246.3

    “Καθ’ ήν ώραν δέν στοχάζεσθε, ερχεται ο Υίός του άνθρώπου.” (Ματθ. 24:44). “Μακάριος όστις αγρυπνεί και φυλάττει τά ίμάτια αυτού διά νά μή περιπατή γυμνός, και βλέπωσι τήν άσχημοσύνην αυτού.” (Άποκ. 16:15).ΠΧ 246.4

    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents