Loading...
Larger font
Smaller font
Copy
Print
Contents
Οι Παραβολές του Χριστού - Contents
  • Results
  • Related
  • Featured
No results found for: "".
  • Weighted Relevancy
  • Content Sequence
  • Relevancy
  • Earliest First
  • Latest First
    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents

    Κεφαλαιο 19: Το μετρο τησ συγχωρησησ

    Η Παραβολή: Μαχθ. 18:21-35.

    Ο Πέτρος πλησίασε μιά μέρα τόν Χριστό μέ τήν έρώτηση: “Ποσάκις άν άμαρτήση εις εμέ ο αδελφός μου, θέλω συγχωρήσει αυτόν; έως έπτάκις;” οι ραββϊνοι περιόριζαν τήν ύποχρεωτική χορήγηση τής άφεσης στίς τρεϊς φορές. Αλλ’ ο Πέτρος, πιστεύοντας ότι έφήρμοζε τή διδαχή του Χριστού, σκέφθηκε νά άνεβάσει τόν άριθμό μέχρι τό επτά, αριθμό συμβολικό τής τελειότητας. Ο Χριστός όμως δίδαξε ότι δέν πρέπει ποτέ νά άποκάνομε συγχωρώντας. “Δέν σοί λέγω έως έπτάκις,” είπε, “άλλ’ έως έβδομηκοντάκις έπτά.”ΠΧ 178.1

    Στό σημείο αυτό εξήγησε πάνω σέ ποιά βάθρα σχηρίζεται ή συγχώρηση, καθώς και πόσο επικίνδυνο είναι νά υποθάλπει κανείς ένα μνησίκακο πνεϋμα. Χρησιμοποίησε μιά παραβολή πού άνέφερε γιά τή συμπεριφορά ένός βασιλιά πρός τούς άξιωματούχους Του στούς οποίους είχε έμπιστευθεϊ τόν χειρισμό τών κρατικών ύποθέσεων. Μερικοί άπ’αυτούς διαχειρίζονταν τεράστια χρηματικά ποσά πού άνήκαν στήν κυβέρνηση. Μιά μέρα, ενώ ο βασιλιάς άσκοϋσε τόν έλεγχο τών οικονομικών του κράτους, του άνέφεραν τήν περίπτωση κάποιου όφειλέτη του οποίου ο λογαριασμός έναντι του κυρίου του παρουσίαζε τό τεράστιο παθητικό τών δέκα χιλιάδων ταλάντων. Δέν είχε κανένα τρόπο γιά νά ξεπληρώσει τό χρέος του και, σύμφωνα μέ τή συνήθεια του τόπου, ο βασιλιάς διέταξε νά πουληθεί αυτός και όλα όσα είχε, γιά νά εξοφλήσει τό λογαριασμό του. Τρομοκρατημένος ο άνθρωπος, έπεσε στά πόδια του και άρχισε νά τόν παρακαλεί λέγοντας: “Κύριε, μακροθύμησον εις εμέ, και πάντα θέλω σοι άποδώσει.”ΠΧ 178.2

    “Σπλαχνισθείς δέ ο κύριος του δούλου εκείνου, άπέλυσεν αυτόν, και τό δάνειον άφήκεν εις αυτόν.”ΠΧ 178.3

    “Άφοϋ όμως έξήλθεν ο δούλος εκείνος, εύρεν έναν τών συνδούλων αύχού, όστις έχρεώστει εις αυτόν έκατόν δηνάρια· και πιάσας αυτόν, έπνιγε λέγων, Άποδος μοι όχι χρεωστεΐς. Πεσών λοιπόν ο σύνδουλος αυτοϋ εις τούς πόδας αυτού, παρεκάλει αυτόν, λέγων, Μακροθύμησον εις εμέ και πάντα θέλω σοι άποδώσει. τΕκείνος όμως δέν ήθελεν, άλλ’ άπελθών, έβαλεν αυτόν εις φυλακήν, εωσοϋ αποδώσει τό όφειλόμενον. Ίδόντες δε οι σύνδουλοι αυτού τά γενόμενα έλυπήθησαν σφόδρα· και έλθόντες έφανέρωσαν πρός τόν κύριον αυτών πάντα τά γενόμενα. Τότε προσκαλέσας αυτόν ο κύριος αυτού, λέγει πρός αυτόν, Δούλε πονηρέ, παν τό χρέος εκείνο σοί άφήκα, επειδή μέ παρεκάλεσας. Δέν επρεπε και σύ νά έλεήσης τόν σύνδουλόν σου, καθώς και εγώ σέ ήλέησα; Καί όργισθείς ο κύριος αυτού παρέδωκεν αυτόν εις τούς βασανιστάς, εωσού άποδώση παν τό όφειλόμενον εις αυτόν.”ΠΧ 178.4

    Στην παραβολή αυτή άναφέρονται μερικές λεπτομέρειες πού χρησιμεύουν μόνο γιά νά ολοκληρώσουν τήν εικόνα πού μάς παρουσιάζεται, χωρίς νά υποπίπτουν σέ καμιά αντίστοιχη πνευματική έρμηνεία. Δέν πρέπει ή προσοχή νά άποσπασθεϊ απ’ αύτές. Έδώ άπεικονίζονται μερικές πολύ σημαντικές αλήθειες, και σ’ αύτές όφείλομε νά στρέψομε τή σκέψη μας.ΠΧ 179.1

    Η χαριστική άπόφαση του βασιλιά, συμβολίζει τήν ολοσχερή συγχώρηση τής άμαρτίας από μέρους του Θεού. Ο Χριστός άπεικονίζεται από τό βασιλιά ο όποιος, ώθούμενος από εύσπλαχνία, χάρισε τό χρέος στό δούλο του. Ο άνθρωπος ύπέστη τήν καταδίκη του νόμου πού είχε παραβεϊ. Μόνος του ήταν άδύνατο νά σωθεί. Γι αυτόν τό λόγο ήρθε ο Χριστός στόν κόσμο, καλύπτοντας τή θεϊκή μορφή Τού μέ τήν άνθρώπινη μορφή και πρόσφερε τή ζωή Του, ο δίκαιος Αυτός, χάρη τών άδικων. Έκανε τή ζωή Του θυσία γιά τίς άμαρτίες μας, και προσφέρει δωρεάν σέ κάθε ψυχή τήν μέ αίμα εξαγορασμένη αυτή άφεση. “Παρά τω Κυρίω είναι ελεος, και λύτρωσις πολλή παρ’ Αύτώ.” (Ψαλμ. 130:7).ΠΧ 179.2

    Αυτός είναι ο βασικός λόγος πού μάς ύποχρεώνει νά δείχνομε επιείκεια πρός τούς άμαρτωλούς συνανθρώπους μας. “Επειδή ούτως ήγάπησεν ήμάς ο Θεός, και ύμεϊς χρεωστούμεν νά άγαπώμεν άλλήλους.” (Α’ Ίωάν. 4:11). “Δωρεάν έλάβετε,” προτρέπει ο Χριστός, “δωρεάν δότε.” (Ματθ. 10:8).ΠΧ 179.3

    Στήν παραβολή, μόλις ο χρεοφειλέτης άρχισε νά παρακαλεϊ νά του δοθεί προθεσμία ύποσχόμενος: “Μακροθύμησον εις εμέ και πάντα θέλω σοι άποδώσει,” τότε ή προηγούμενη άπόφαση άκυρώθηκε. “Ολο εκείνο τό χρέος διαγράφηκε. Καί σέ λίγο του παρουσιάσθηκε ή εύκαιρία νά μιμηθεϊ και αυτός τό παράδειγμα του κυρίου του πού τόν άπήλλαζε από τό βάρος. Βγαίνοντας στό δρόμο, συνήντησε ενα σύνδουλό του πού του χρωστούσε ενα μηδαμινό ποσό. Τό δικό του αποσβεσμένο χρέος ανερχόταν σέ δέκα χιλιάδες τάλαντα. Ο φίλος του του όφειλε εκατό μόνο δηνάρια. Άλλ’ εκείνος πού είχε γευθεϊ μιά τέτοια σπλαχνικότητα, μεταχειρίσθηκε τό συνεργάτη του μέ εντελώς διαφορετικό τρόπο. Ο χρεοφειλέτης του εκανε μιά έκκληση όμοια μ’ εκείνη πού αυτός ο ίδιος είχε κάνει στό βασιλιά. Δέν εφερε όμως τό ίδιο άποτέλεσμα. Αύτός πού μόλις πρίν από λίγο είχε συγχωρηθεϊ, παρέμενε σκληρόκαρδος και άνένδοτος. Δέν εδειξε ούτε οίκτο, ούτε συμπόνοια γιά τό σύνδουλό του, όπως εδειξαν σ’ αυτόν. Δέν εδωσε καμιά προσοχή στά παρακάλια νά κάνει λίγη ύπομονή. Τό μικροποσό πού του χρώσταγαν ήταν τό μόνο πού ο άχάριστος δούλος μπορούσε νά σκεφθεϊ. Ζήτησε νά του άποδοθεϊ τό χρέος μέχρι τό τελευταίο λεπτό, και άπήτησε τήν άμεση εκτέλεση τής ίδιας άπόφασης πού τόσο συμπονετικά είχε άνακληθεϊ γι’ αυτόν τόν ίδιο.ΠΧ 179.4

    Πόσοι σήμερα έξωτερικεύουν τό ίδιο πνεύμα! “Οταν ο οφειλέτης εκλιπαρούσε τόν κύριό του γιά ελεος, δέν είχε πραγματική συναίσθηση ούτε γιά τό πόσο τεράστιο ηταν τό χρέος του, ούτε πόσο άπελπιστική ήταν ή θέση του. Έλπιζε ότι μόνος του θά κατάφερνε νά ξεπληρώσει τό χρέος του. “Μακροθύμησον εις εμέ,” ελεγε, “και πάντα θέλω σοι άποδώσει.” Έτσι πολλοί ελπίζουν νά άποκτήσουν τήν εύνοια του Θεού μέ τά άτομικά τους εργα. Δέν άναγνωρίζουν τήν άπελπιστική τους κατάσταση. Δέ δέχονται τή δωρεά τής χάρης του Θεού, άλλά προσπαθούν νά τήν άποκτήσουν μέ τά μέσα τής αύτοδικαίωσης. Επειδή οι δικές τους καρδιές δέν έχουν ταπεινωθεί ούτε συντρίβει έξαιτίας τής άμαρτίας, γι’ αυτό είναι τόσο άπαιτητικοί έναντι τών άλλων και δέν ξέρουν νά συγχωρούν. οι δικές τους άμαρτίες έναντι του Θεού, συγκρινόμενες μέ τά πταίσματα τών άδελφών τους πρόςαυτούς, άναλογοϋν μέ τίς δέκα χιλιάδες τάλαντα πρός τά έκατό δηνάρια—κατά προσέγγιση θά λέγαμε μιά δραχμή πρός ενα έκατομμύριο. Καί όμως δέν θέλουν νά συγχωρήσουν.ΠΧ 180.1

    Στήν παραβολή ο κύριος κάλεσε τόν άχάριστο εκείνο δούλο και του είπε: “Δούλε πονηρέ, πάν τό χρέος εκείνο σοί άφήκα, επειδή μέ παρεκάλεσας· δέν επρεπε και σύ νά έλεήσης τόν σύνδουλόν σου, καθώς και Εγώ σέ ήλέησα; Καί οργισθείς ο κύριος αυτού παρέδωκεν αυτόν εις τούς βασανιστάς, εωσού άποδώση πάν τό όφειλόμενον εις αυτόν.” Όϋτω και ο Πατήρ Μου ο έπουράνιος,” καταλήγει ο Χριστός, “θέλει κάμει εις εσάς εάν δέν συγχωρήσητε έκ καρδίας σας έκαστος εις τόν άδελφόν αυτού τά πταίσματα αυτών.” Μ’ αυτό συνάγεται ότι όποιος άρνεϊται νά συγχωρεϊ τούς άλλους, κάνει τή μοναδική ελπίδα πού εχει γιά νά συγχωρηθεϊ ο ϊδιος.ΠΧ 180.2

    Τό μάθημα τής παραβολής δέν πρέπει νά παρεξηγηθεϊ. Η συγχώρηση πού χορηγεί ο Θεός δέν μάς άπαλλάσσει διόλου από τήν ύποχρέωση νά Τόν ύπακούομε. Έτσι και τό άνεκτικό πνεύμα πού δείχνομε γιά τά άδικήματα του συνανθρώπων μας, δέν αθετεί τήν εκπλήρωση των λογικών ύποχρεώσεών τους άπέναντί μας. Διδάσκοντας ο Χριστός τούς μαθητές Του νά προσεύχονται, τόνισε: “Συγχώρησον εις ήμάς τάς άμαρτίας ήμών, καθώς και ήμεϊς συγχωρούμεν εις τούς άμαρτάνοντας εις ήμάς.” (Ματθ. 6:12). Μ’ αυτό όμως δέν έννούσε ότι προκειμένου νά συγχωρηθούμε δέν πρέπει νά διεκδικούμε τά νόμιμα δικαιώματά μας από τούς άλλους. Άν δέν είναι σέ θέση νά μάς πληρώσουν τά χρέη τους, και άν άκόμη αυτό όφείλεται στήν κακή από μέρους τους διαχείρηση, δέν πρέπει ούτε στή φυλακή νά τούς κλείσομε, ούτε νά τούς καταπιέσομε, ούτε άκόμη και τούς φερθούμε μέ σκληρότητα. Από τό άλλο μέρος, ή παραβολή δέ μάς διδάσκει νά ένθαρρύνομε τήν οκνηρία. Ο λόγος του Θεού τονίζει ότι αύτοί πού δέν θέλουν νά εργάζονται, δέν πρέπει ούτε νά τρώνε. (Β’ Θεσ. 3:10). Δέν θέλει ο Κύριος οι άλλοι νά εργάζονται σκληρά, γιά νά συντηρούναυτούς πού τεμπελιάζουν. Σέ πολλές περιπτώσεις ή φτώχεια και ή άνέχεια όφείλονται στό ότι οι άνθρωποι χάνουν τόν καιρό τους χωρίς νά κάνουν τίποτε. Άν οι ενδιαφερόμενοι δέν φροντίσουν νά άπαλλαγούν από τά έλαττώματά τους αυτά, τότε όλες οι προσπάθειες πού καταβάλλονται γι’αυτούς μοιάζουν μέ χρήματα πού μπάζονται σέ τρύπιο σακκούλι. Άπό τήν άλλη πλευρά δέν μπορούμε νά άγνοήσομε τήν άναπόφευκτη φτώχεια και όφείλομε νά περιβάλλομε τούς άτυχουςαυτούς συνανθρώπους μας πάντοτε μέ καλωσύνη και συμπόνοια. Πρέπει νά φερόμαστε στούς άλλους άκριβώς όπως θά θέλαμε νά μάς φερθούν άν είμασταν στή θέση τους.ΠΧ 181.1

    Μέσω του άποστόλου Παύλου τό Άγιο Πνεύμα μάς προτρέπει: “Εάν λοιπόν ύπάρχη τις παρηγορία εν Χριστώ, ή τις παραμυθία άγάπης, ή τις κοινωνία πνεύματος, ή σπλάχνα τινά και οίκτιρμοί, κάμετε πλήρη τήν χαράν μου, νά φρονήτε τό αυτό, εχοντες τήν αύτήν άγάπην, όντες ομόψυχοι και όμόφρονες· μή πράττοντες μηδέν εξ άντιζηλίας, άλλ’ έν ταπεινοφροσύνη, θεωρούντες άλλήλους ύπερέχοντας εαυτών. Μήν άποβλέπετε έκαστος τά εαυτού, άλλ’ έκαστος τά των άλλων. Τό αυτό δέ φρόνημα εστω έν ύμϊν τό οποίον ήτο και έν τω Χριστώ Ιησού.” (Φιλ. 2:1-5).ΠΧ 181.2

    Σέ περίπτωση άμαρτίας όμως, δέν πρέπει νά πάρομε τό ζήτημα στά ελαφρά. Ο Κύριος μάς εδωσε τήν εντολή νά μή παραβλέψομε τήν άμαρτωλή στάση του αδελφού μας. “Έάν ο άδελφός σου άμαρτήσει εις σέ, έπίπληξον αυτόν,” μάς λέγει. (Λουκ. 17:3). Η άμαρτία πρέπει νά ονομάζεται μέ τό πραγματικό της όνομα και μέ τήν πραγματική της όψη πρέπει νά παρουσιάζεται στά μάτια του ενόχου.ΠΧ 182.1

    Στίς παροτρύνσεις πού δίνει στόν Τιμόθεο, ο Παύλος γράφει μέ τήν καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος: “Έπίμενε εγκαίρως, άκαίρως· ελεγξον, έπίπληξον, πρότρεψον μετά πάσης μακροθυμίας και διδαχής.” (Β’ Τιμ. 4:2). Επίσης και στόν Τίτο γράφει: “Ύπάρχουσι πολλοί και άνυπότακτοι, ματαιολόγοι και φρενοπλάνοι ... διά τήν όποίαν αιτίαν ελεγχεαυτούς άποτόμως, διά νά ύγιαίνωσιν έν τή πίστει.” (Τιτ. 1:10,13).ΠΧ 182.2

    “Εάν άμαρτήσει εις σέ ο άδελφός σου,” προτρέπει ο Χριστός, “ύπαγε και έλεγξον αυτόν μεταξύ σού και αυτού μόνου· έάν σού άκούση έκέρδισας τόν άδελφόν σου. Έάν όμως δέν άκούση, παράλαβε μετά σού έτι ενα ή δύο, διά νά βεβαιωθη πάς λόγος επί στόματος δύο μαρτύρων ή τριών. Καί εάν παρακούση αυτών είπέ τούτο πρός τήν εκκλησίαν· αλλ’ έάν και τής εκκλησίας παρακούση, ας είναι εις σέ ώς ο έθνικός και ο τελώνης.” (Ματθ. 18:15-17).ΠΧ 182.3

    Ο Κύριός μας διδάσκει ότι διαφορές μεταξύ Χριστιανών πρέπει νά λύνονται μέσα στήν έκκλησία. Δέν πρέπει νά φέρονται μπροστά σ’ αυτούς πού δέν έχουν τό σέβας του Θεού. Αν ένας Χριστιανός άδικείται από τόν άδελφό του δέν πρέπει νά προσφύγει στά πολιτικά δικαστήρια των άπιστων, άλλά νά άκολουθήσει τή συμβουλή του Χριστού. Αντί νά προσπαθεί νά έκδικηθεί, άς φροντίσει καλύτερα νά σώσει τόν άδελφό του. Ο Θεός θά περιφρουρήσει τά συμφέροντα αυτών πού Τόν άγαπούν και Τόν φοβούνται. “Ωστε μέ έμπιστοσύνη μπορούμε νά άναθέσομε τίς ύποθέσεις μας σ’ Εκείνον πού κρίνει μέ δικαιοσύνη.ΠΧ 182.4

    Συμβαίνει συχνά τά ίδια παραπτώματα νά επαναλαμβάνονται, ο φταίχτης νά ομολογεί τά λάθη του, άλλ’ ο άδικούμενος, άπηυδησμένος άπ’ αυτή τήν κατάσταση, νομίζει ότι άρκετά πιά εχει συγχωρήσει. Ο Λυτρωτής μας όμως διευκρινίζει πώς πρέπει νά συμπεριφερόμαστε πρός τόν ένοχο: “Έάν ο άδελφός σου άμαρτήση εις σέ, έπίπληξον αυτόν.” (Λουκ. 17:3). Μήν τόν κρατάς σέ άπόσταση σάν άνάξιο τής έμπιστοσύνης σου, άλλά “προσεχών εις σεαυτόν, μή και σύ πειρασθής.” (Γαλ. 6:1).ΠΧ 182.5

    Αν οι άδελφοί σας σφάλλουν, όφείλετε νά τούς συγχωρήσετε. ‘Όταν έρχονται σέ σάς όμολογώντας τά πταίσματά τους, δέν πρέπει νά σκεφθήτε, “δέ νομίζω ότι έχουν ταπεινωθεϊ όσο επρεπε· δέ νομίζω ότι ή ομολογία τους είναι ειλικρινής.” Μέ τί δικαίωμα τούς κρίνετε σά νά ήσασταν σέ θέση νά διαβάσετε τήν καρδιά; Ο λόγος του Θεού λέγει: “Έάν μεχανοήση, συγχώρησον αυτόν. Καί έάν έπτάκις τής ήμέρας άμαρτήση εις σέ, και έπτάκις τής ήμέρας έπιστρέψη πρός σέ λέγων, μετανοώ, θέλεις συγχωρήσει αυτόν.” (Λουκ. 17:3-4). Καί όχι μόνο έπτά φορές, άλλά έβδομήντα φορές έπτά, όπως άκριβώς ο Θεός συγχωρεί σ’ έσάς.ΠΧ 183.1

    Ο,τι εϊμαστε τό χρωστούμε στή δωρεάν χάρη του Θεού. Η χάρη τής διαθήκης μάς εξασφαλίζει τήν υιοθεσία. Μέ τή χάρη του Σωτήρα έχομε άπολυτρωθεϊ, άναγεννηθεϊ και ύψωθεΐ σέ σημείο πού νά λογιζόμαστε συγκληρονόμοι του Χριστού. Αύτή λοιπόν ή χάρη πρέπει νά άποκάλυφθεί και στούς άλλους.ΠΧ 183.2

    Μήν άποθαρρύνετε μέ τή στάση σας τόν ένοχο. Μήν έπιτρέψετε σέ καμιά φαρισαϊκή άκαμψία νά σάς καταλάβει ώστε νά πληγώσετε τόν άδελφό σας. Κανένας πικρόχολος καγχασμός ας μήν άνεβεϊ στή σκέψη ή στήν καρδιά σας. Καμιά ειρωνική χροιά ας μή χρωματίσει τόν τόνο τής φωνής σας. Ένας παραπανίσιος λόγος, ενα ύφος άδιάφορο, ενα δείγμα καχυποψίας ή έλλειψης έμπιστοσύνης, μπορεί νά στοιχίσει τήν άπώλεια μιάς ψυχής. Εκείνο πού αυτή χρειάζεται είναι ένας άδελφός μέ καρδιά συμπονετική σάν τήν καρδιά του Πρεσβύτερου Αδελφού μας, γιά νά έγγίσει τόν άνθρώπινο έσωτερικό του κόσμο. Σφίξτε του γερά τό χέρι μέ μιά θερμή, γεμάτη κατανόηση χειραψία, και ψιθυρίστε του άπαλά, “Έλα χώρα νά προσευχηθούμε.” Ο Θεός θά άμοίψει και τούς δυό σας μέ μιά πολύτιμη πείρα. Η προσευχή μάς συνδέει τόν ένα μέ τόν άλλο και μέ τόν Θεό. Η προσευχή φέρνει τόν Χριστό στό πλάι μας και ένισχύει τήν άποκαμωμένη, σαστισμένη ψυχή μέ καινούργια δύναμη γιά νά ύπερνικήσει τόν κόσμο, τή σάρκα και τό διάβολο. Η προσευχή άντικρούει τίς έπιθέσεις του Σατανά.ΠΧ 183.3

    Όταν στρέφεται κανείς από τίς άνθρώπινες άτέλειες στήν προσεκτική παρατήρηση τής ζωής του Ιησού, μιά θεϊκή μεχαμόρφωση έπέρχεται στόν χαρακτήρα. Τό Πνεύμα του Χριστού εργαζόμενο στήν καρδιά, τή μετασχημαχίζει σύμφωνα μέ τήν εικόνα Του. Κάμετε λοιπόν ίδιαίτερο μέλημά σας νά ύψώσετε τόν Ιησού. Τό έπίκεντρο τής σκέψης σας ας είναι “ο Αμνός τού Θεού ο αίρων τήν άμαρτίαν τού κόσμου.” (Ίωάν. 1:29). Καί ενώ άσχολείσθε μέ τό εργο αύτό, μή λησμονήτε ότι “ο έπιστρέψας άμαρτωλόν από τής πλάνης τής όδού αύτού, θέλει σώσει ψυχήν εκ θανάτου, και θέλει καλύψει πλήθος άμαρτιών.” (Ίακ. 5:20).ΠΧ 183.4

    “Έάν όμως δέν συγχωρήσητε εις τούς άνθρώπους τά πταίσματα αύτών, ούδέ ο Πατήρ σας θέλει συγχωρήσει τά πταίσματά σας.” (Ματθ. 6:15). Τίποτε δέν μπορεί νά δικαιολογήσει ενα μνησίκακο πνεύμα. Οποιος φέρεται χωρίς οίκτο στούς άλλους, δείχνει ότι αύτός ο ίδιος είναι άμέτοχος τής συγχωρητικής χάρης τού Θεού. Μέ τή συγχώρηση τού Θεού, ή ένοχη καρδιά ελκεται πρός τήν καρδιά τής Απέραντης Αγάπης. Τό κύμα τής θεϊκής εύσπλαχνίας ρέει μέσα στήν καρδιά τού άμαρτωλού και άπ’ εκεί μετά στίς καρδιές τών άλλων. Η τρυφερότητα και τό ελεος πού ο Χριστός εκδήλωνε στή δική Του ύπέροχη ζωή, θά εκδηλωθεί και στή ζωή εκείνων οι οποίοι γίνονται κοινωνοί τής χάρης Του. “Αλλ’ εάν τις δέν έχη τό Πνεύμα τού Χριστού, ούτος δέν είναι Αύτού.” (Ρωμ. 8:9). Είναι άποξενωμένος από τόν Θεό, και τό μόνο πού τόν περιμένει είναι ο αιώνιος χωρισμός του άπ’ Αύτόν.ΠΧ 184.1

    Είναι άλήθεια ότι μπορεί στό παρελθόν νά εχει γευθεί τή συγχώρια. Τό τωρινό όμως μνησίκακο πνεύμα του φανερώνει ότι άπορρίπτει χή συγχωρετική αγάπη τού Θεού. Έχει άποχωρισθεϊ από τόν Θεό και κατέληξε πάλι στήν ίδια κατάσταση όπου βρίσκονταν πρίν νά συγχωρηθεϊ. Άρνείται νά μετανοήσει και οι άμαρτίες του εξακολουθούν νά τόν βαρύνουν τό ίδιο σά νά μή είχε ποτέ δεχθεί τή συγχώρεση.ΠΧ 184.2

    Τό σπουδαίο μάθημα πού είκάζεται από τήν παραβολή αύτή εγκειται στήν άντίθεση άνάμεσα στήν εύσπλαχνία τού Θεού και στήν σκληροκαρδία τού άνθρώπου. Στό γεγονός ότι τό συγχωρετικό ελεος τού Θεού πρέπει νά άποτελεϊ τόν κανόνα τής δικής μας συγχωρετικής στάσης, “Δέν επρεπε και σύ νά έλεήσης τόν σύνδουλον σου, καθώς και εγώ σέ ηλέησα;” Δέν συγχωρούμαστε επειδή συγχωρούμε, άλλά καθώς συγχωρούμε. Η βάση γιά τήν κάθε συγχωρετική πράξη βρίσκεται στήν αγάπη τού Θεού πού εμείς δέν άξίζομε. Μέ τή στάση μας άπέναντι στούς άλλους δείχνομε άν έχομε κάνει τήν αγάπη αύτή κτήμα μας η όχι. Γι’ αυτό και ο Χριστός λέγει: “Μέ όποιαν κρίσιν κρίνετε, θέλετε κριθή· και μέ όποιον μέτρον μετρείτε, θέλει αντιμετρηθή εις εσάς.” (Ματθ. 7:2).ΠΧ 184.3

    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents