Loading...
Larger font
Smaller font
Copy
Print
Contents
Πατριάρχες και Προφήτες - Contents
  • Results
  • Related
  • Featured
No results found for: "".
  • Weighted Relevancy
  • Content Sequence
  • Relevancy
  • Earliest First
  • Latest First
    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents

    Κεφάλαιο 63—Ο Δαβιδ και ο Γολιαθ

    (Βασίζεται στο βιβλίο Α’ Σαμουήλ, κεφ. 16:14-23,17:)ΠΠ 641.1

    Όταν ο βασιλιάς Σαούλ συνειδητοποίησε ότι ο Θεός τον είχε απορρίψει και αισθάνθηκε τη βαρύτητα των λόγων της καταγγελίας του προφήτη, καταλήφθηκε από την πικρία της ανταρσίας και της απογοήτευσης. Δεν ήταν η πραγματική μεταμέλεια που έκανε το περήφανο κεφάλι του βασιλιά να σκύψει. Δεν είχε σχηματίσει σωστή αντίληψη του προβληματικού χαρακτήρα της αμαρτίας του και δεν προσπάθησε να αλλάξει τη ζωή του. Αντιθέτως, μελαγχολούσε με την αδικία που θεώρησε ότι του έκανε ο Θεός στερώντας του το θρόνο του Ισραήλ και αφαιρώντας τη διαδοχή από τους απογόνους του.ΠΠ 641.2

    Απασχολούσε συνεχώς τη σκέψη του η καταστροφή που έμελλε να βρει το σπίτι του. Ένιωθε ότι η ανδρεία που είχε δείξει έναντι των εχθρών του έπρεπε να αντισταθμίσει το αμάρτημα της παρακοής του. Δε δέχτηκε με ηπιότητα την τιμωρία από το Θεό, αλλά το υπεροπτικό πνεύμα του έφθασε σε τέτοια απελπισία σε σημείο να χάσει το λογικό του. Οι σύμβουλοι του πρότειναν να αναζητηθεί η υπηρεσία ενός ικανού μουσικού, με την ελπίδα ότι οι απαλές νότες ενός εύηχου οργάνου θα μπορούσαν να ηρεμήσουν το ταραγμένο πνεύμα του. Με την καθοδήγηση της θεϊκής πρόνοιας, ο Δαβίδ, σαν επιτήδειος εκτελεστής της άρπας, οδηγήθηκε μπροστά στο βασιλιά. Οι απαλοί, θεόπνευστοι μελωδικοί ήχοι έφεραν το πολυπόθυτο αποτέλεσμα. Η βαριά μελαγχολία που είχε πέσει σαν μαύρο σύννεφο επάνω στη σκέψη του Σαούλ, υποχώρησε.ΠΠ 641.3

    Όταν οι υπηρεσίες του δε χρειάζονταν στη βασιλική αυλή του Σαούλ, ο Δαβίδ επέστρεφε στα κοπάδια του επάνω στους λόφους και συνέχισε να διατηρεί την απλότητα του πνεύματος και της συμπεριφοράς του. Όταν παρουσιαζόταν ανάγκη, τον καλούσαν να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο βασιλιά, να καλμάρει το ταραγμένο πνεύμα του μονάρχη, μέχρι να απομα- κρυνθεί το πονηρό πνεύμα από αυτόν. Παρόλο που ο Σαούλ εξέφρασε ευαρέσκεια για το Δαβίδ και για τη μουσική του, ο νεαρός βοσκός φεύγοντας από το παλάτι του βασιλιά πήγαινε στις λοφοπλαγιές και στα βοσκοτόπια του με ένα αίσθημα χαράς και ανακούφισης.ΠΠ 641.4

    Ο Δαβίδ κέρδιζε την εύνοια του Θεού και των ανθρώπων. Είχε εκπαιδευτεί στο δρόμο του Κυρίου και προσπάθησε τώρα όσο ποτέ άλλοτε να κάνει το θέλημα του Θεού. Είχε καινούργια θέματα να σκεφτεί. Είχε επισκεφτεί την αυλή του βασιλιά και είχε αντιληφθεί τις ευθύνες του βασιλικού αξιώματος. Είχε ανακαλύψει μερικούς από τους πειρασμούς που πολιορκούσαν την ψυχή του Σαούλ και είχε διεισδύσει σε μερικά από τα μυστηριώδη στοιχεία του χαρακτήρα και της συμπεριφοράς του πρώτου βασιλιά του Ισραήλ.ΠΠ 642.1

    Είχε δει τη δόξα της βασιλείας να σκιάζεται από ένα σύννεφο λύπης και ήξερε ότι η ιδιωτική ζωή της οικογένειας του Σαούλ απείχε πολύ από την ευτυχία. Όλα αυτά δημιούργησαν ανήσυχες σκέψεις σε αυτόν που είχε χριστεί να βασιλεύσει στον Ισραήλ. Όταν βρισκόταν απορροφημένος σε βαθιά περίσκεψη και βασανιζόταν από το άγχος, γύριζε στην άρπα του και έπαιζε μελωδικούς ήχους που ανύψωναν το νου του στο Δημιουργό κάθε καλού πράγματος. Τότε, τα σκοτεινά σύννεφα που φαίνονταν να σκιάζουν τον ορίζοντα του μέλλοντος διαλύονταν.ΠΠ 642.2

    Ο Θεός δίδασκε στο Δαβίδ μαθήματα εμπιστοσύνης. Όπως ο Μωυσής είχε εκπαιδευτεί για το έργο του, έτσι ο Κύριος προετοίμαζε το γιο του Ιεσσαί να γίνει οδηγός του εκλεκτού λαού Του. Ενώ αγρυπνούσε φροντίζοντας τα πρόβατά του, αυξανόταν η ευγνωμοσύνη για τη φροντίδα που ο μεγάλος Ποιμένας έχει για τα πρόβατα της βοσκής Του.ΠΠ 642.3

    Τα ερημικά βουνά και τα άγρια φαράγγια όπου ο Δαβίδ περιπλανιόταν με τα κοπάδια του, ήταν οι κρυψώνες των αρπακτικών θηρίων. Δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο να ξεπεταχθούν από τις πυκνόφυτες συστάδες του Ιορδάνη αγριεμένα από την πείνα ζώα και να επιτεθούν στα κοπάδια. Σύμφωνα με τις συνήθειες της εποχής του, ο Δαβίδ ήταν οπλισμένος με τη σφεντόνα του και με το ποιμενικό ραβδί του. Από νωρίς όμως ακόμη είχε δείξει τη δύναμή του και το θάρρος του για την προστασία αυτών που είχε στη φύλαξή του. Αργότερα περιέγραφε τις συμπλοκές αυτές με τα ακόλουθα λόγια: «Ήλθε λέων και άρκτος, και ήρπασε το πρόβατον εκ του ποιμνίου. Και εξήλθον κατόπιν αυτού και επάταξα αυτόν, και ηλευθέρωσα αυτό εκ του στόματος αυτού, και καθώς εσηκώθη εναντίον μου, ήρπασα αυτόν από της σιαγόνος και επάταξα αυτόν και εθανάτωσα αυτόν.» (Α’ Σαμ. 17:34,35). Η εμπειρία του στα πράγματα αυτά έδειχνε την καρδιά του Δαβίδ και ανέπτυσσε μέσα του θάρρος, καρτερικότητα και πίστη.ΠΠ 642.4

    Πριν ακόμη κληθεί στην αυλή του Σαούλ, ο Δαβίδ είχε διακριθεί σε ανδραγαθήματα. Ο αξιωματούχος που τον σύστησε στο βασιλιά, τον ανήγγειλε ως «ανδρειότατον και άνδρα πολεμικόν, και συνετόν εις λόγον». Ακόμη πρόσθεσε ότι «ο Κύριος είναι μετ’αυτού.»ΠΠ 643.1

    Όταν ο λαός του Ισραήλ κήρυξε τον πόλεμο κατά των Φιλισταίων, τρεις από τους γιους του Ιεσσαί υπηρετούσαν στο στρατό υπό την ηγεσία του Σαούλ. Ο Δαβίδ είχε μείνει πίσω στο σπίτι. Ύστερα από λίγο όμως πήγε να επισκεφτεί το στρατόπεδο του Σαούλ. Ακολουθώντας τις οδηγίες του πατέρα του, είχε φέρει ένα μήνυμα και ένα δώρο στα μεγαλύτερα αδέλφια. Θέλησε επίσης να πληροφορηθεί αν ήταν σε καλή υγεία και ασφαλείς. Αγνοούσε όμως ο Ιεσσαί ότι στο νεαρό βοσκό είχε ανατεθεί μια άλλη ανώτερη αποστολή. Τα στρατεύματα του Ισραήλ διέτρεχαν κίνδυνο και ο Δαβίδ είχε καθοδηγηθεί από έναν άγγελο να σώσει το λαό του.ΠΠ 643.2

    Καθώς πλησίαζε το στράτευμα, ο Δαβίδ άκουσε θόρυβο αναταραχής σαν να επρόκειτο να αρχίσει συμπλοκή. «Και το στράτευμα εξήρχετο εις παράταξιν, και ηλάλαξαν προς μάχην.» Οι Ισραηλίτες και οι Φιλισταίοι είχαν παραταχθεί το ένα στράτευμα απέναντι στο άλλο. Ο Δαβίδ έτρεξε στο στράτευμα και φθάνοντας χαιρέτισε τους αδελφούς του.ΠΠ 643.3

    Ενώ μιλούσε με αυτούς, ο Γολιάθ, ο μαχητής των Φιλισταίων, προχώρησε και με προσβλητικά λόγια καταφρόνησε τους Ισραηλίτες. Τότε τους προκάλεσε να βρουν έναν άνθρωπο για να μονομαχήσει με αυτόν. Επανέλαβε την πρόκλησή του και όταν ο Δαβίδ είδε ότι όλος ο λαός του Ισραήλ είχε καταληφθεί από φόβο και έμαθε ότι η καταφρόνηση αυτού του Φιλισταίου εκτοξευόταν εναντίον τους κάθε μέρα χωρίς να σηκώνεται κάποιος υπερασπιστής για να σιγήσει τον καυχησιάρη, το πνεύμα του αναστατώθηκε. Φλεγόταν από το ζήλο να υπερασπιστεί την τιμή του ζώντος Θεού και την υπόληψη του λαού του.ΠΠ 643.4

    Τα στρατεύματα του Ισραήλ ήταν πτοημένα. Το θάρρος τούς εγκατέλειψε. Ο ένας έλεγε στον άλλον: «Είδετε τον άνδρα τούτον τον αναβαίνοντα; βεβαίως ανέβη διά να εξουθενήση τον Ισραήλ.» Ντροπιασμένος και αγανακτισμένος ο Δαβίδ φώναξε: «Τίς είναι ο Φιλισταίος ούτος ο απερίτμητος ώστε να εξουθενή τα στρατεύματα του Θεού του ζώντος;»ΠΠ 643.5

    Ο Ελιάβ, ο μεγαλύτερος αδελφός του Δαβίδ, όταν άκουσε τα λόγια αυτά, ήξερε καλά τα συγκλονιστικά αισθήματα στην ψυχή του νεαρού άνδρα. Σαν βοσκός, ο Δαβίδ είχε δείξει τόλμη, θάρρος και δύναμη, αλλά σπάνια μιλούσε για αυτά. Η μυστηριακή επίσκεψη του Σαμουήλ στο σπίτι του πατέρα τους και η κρυφή του αναχώρηση είχε ξυπνήσει στο νου των αδελφών του υποψίες για τον πραγματικό σκοπό της επίσκεψής του.ΠΠ 644.1

    Ζήλεψαν όταν είδαν το Δαβίδ να τιμάται περισσότερο από αυτούς και δεν του φέρονταν με το σεβασμό και την αγάπη που άρμοζαν στην ακεραιότητά του και στην αδελφική στοργή. Τον έβλεπαν μόνο σαν έφηβο και σαν βοσκό. Την ερώτηση που έκανε ο Δαβίδ, ο Ελιάβ τη θεώρησε ψεγάδι για τη δική του ανδρεία, καθώς δεν προσπάθησε να κάνει το Φιλισταίο γίγαντα να σωπάσει. Ο πρεσβύτερος αδελφός ξέσπασε θυμωμένος: «Διά τί κατέβης ενταύθα; και εις ποίον αφήκες τα ολίγα εκείνα πρόβατα εν τη ερήμω; Εγώ εξεύρω την υπερηφανίαν σου και την πονηριάν της καρδίας σου. Βεβαίως διά να ίδης την μάχην κατέβης.» Η απάντηση του Δαβίδ έδειχνε σεβασμό μα και αποφασιστικότητα: «Τί έκαμα τώρα; δεν είναι αιτία;»ΠΠ 644.2

    Τα λόγια του Δαβίδ για το Φιλισταίο αναφέρθηκαν στο βασιλιά που κάλεσε τον έφηβο να παρουσιαστεί μπροστά του. Ο Σαούλ άκουσε κατάπληκτος τα λεγάμενα του βοσκού. «Μηδενός η καρδία ας μη ταπεινώνηται διά τούτον. Ο δούλος σου θέλει υπάγει και πολεμήσει μετά του Φιλισταίου τούτου.» Ο Σαούλ αγωνίστηκε να αποτρέψει το Δαβίδ από το σκοπό του, αλλά ο νεαρός ήταν ανένδοτος. Απάντησε με σεμνό και ανεπιτήδευτο τρόπο, αναφέροντας τις εμπειρίες που είχε καθώς φύλαγε τα κοπάδια του πατέρα του: «Ο Κύριος ο ελευθερώσας με εκ χειρός του λέοντος, και εκ χειρός της άρκτου, Ούτος θέλει με ελευθερώσει εκ χειρός του Φιλισταίου τούτου.» «Και είπεν ο Σαούλ προς τον Δαβίδ, Ύπαγε, και ο Κύριος ας ήναι μετά σου.»ΠΠ 644.3

    Σαράντα ημέρες έτρεμε το στράτευμα του Ισραήλ λόγω της περι-φρονητικής πρόκλησης του Φιλισταίου γίγαντα. Έτρεμαν τα φυλλοκάρδια τους μόλις αντίκριζαν το πελώριο σώμα του «ύψους έξ πηχών και σπιθαμής.» Στο κεφάλι του είχε χάλκινη περικεφαλαία, φορούσε αλυσιδωτό θώρακα βάρους πέντε χιλιάδων σίκλων και τα σκέλη του καλύπτονταν με χάλκινες περικνημίδες. Ο θώρακας ήταν καμωμένος από ελάσματα χαλκού, επεξεργασμένα απανωτά το ένα στο άλλο σαν λέπια ψαριού. Ήταν τόσο στενά ενωμένα μεταξύ τους, που ούτε δόρυ ούτε βέλος ήταν δυνατό να διαπεράσουν την πανοπλία. Στη ράχη του ο γίγαντας έφερε ένα πελώριο κοντάρι ή λόγχη, επίσης από χαλκό. «Το κοντάριον του δόρατος αυτού ήτο ως αντίον υφαντού, και η λόγχη του δόρατος αυτού εζύγιζε εξακοσίους σίκλους σιδήρου.»ΠΠ 644.4

    Πρωί και βράδυ ο Γολιάθ πλησίαζε στο στρατόπεδο των Ισραηλιτών και φώναζε με τη βροντερή φωνή του:ΠΠ 645.1

    «Διά τί εξέρχεσθε να παραταχθήτε εις μάχην; Δεν είμαι εγώ ο Φιλισταίος, και σεις δούλοι του Σαούλ; εκλέξατε εις εαυτούς άνδρα και ας καταβή προς εμέ. Εάν μεν δυνηθή να πολεμήση μετ’εμού και με θανατώση, τότε ημείς θέλομεν είσθαι δούλοι σας. Αλλ’έάν εγώ υπερισχύσω κατ’αυτού και θανατώσω αυτόν, τότε σεις θέλετε είσθαι δούλοι ημών και θέλετε δουλεύει ημάς . . . Εγώ εξουθένησα τας παρατάξεις του Ισραήλ την ημέραν ταύτην. Δότε εις εμέ άνδρα διά να μονομαχήσωμεν.»ΠΠ 645.2

    Παρότι ο βασιλιάς είχε δώσει την άδεια στο Δαβίδ να δεχτεί την προκλητική πρόταση του Γολιάθ, δεν ήλπιζε ότι ο Δαβίδ θα πετύχαινε το θαρραλέο αυτό εγχείρημα. Είχε δώσει εντολή να φορέσουν στο νεαρό την πανοπλία του ίδιου του βασιλιά. Η βαριά χάλκινη περικεφαλαία τοποθετήθηκε στο κεφάλι του και η σιδερόπλεκτη πανοπλία έζωσε το κορμί του. Το βασιλικό σπαθί κρεμόταν στο πλευρό του. Εξοπλισμένος, ξεκίνησε για το σκοπό του αλλά σε λίγο γύρισε εκεί από όπου ξεκίνησε.ΠΠ 645.3

    Η πρώτη σκέψη που ήρθε στο νου των ανήσυχων θεατών ήταν ότι ο Δαβίδ είχε αποφασίσει να μη ριψοκινδυνέψει τη ζωή, αντιμετωπίζοντας έναν ανταγωνιστή σε τέτοιο άνισο αγώνα. Η σκέψη του θαρραλέου παλικαριού όμως ήταν πολύ μακριά από. Όταν επέστρεψε στο Σαούλ, ζήτησε την άδεια να ξεντυθεί τη βαριά πανοπλία λέγοντας: «Δεν δύναμαι να περιπατήσω με ταύτα, διότι δεν εδοκίμασα ποτέ.»ΠΠ 645.4

    Έβγαλε την πανοπλία του βασιλιά και αντί για αυτή πήρε μόνο το ραβδί του στο χέρι, το δισάκι του και μια απλή σφεντόνα. Διαλέγοντας πέντε ομαλά λιθάρια από τον ποταμό, τα έβαλε μέσα στο δισάκι του και με τη σφεντόνα στο χέρι πλησίασε το Φιλισταίο. Ο γίγαντας προχώρησε με πελώρια βήματα περιμένοντας να συναντήσει τον ισχυρότερο πολεμιστή του Ισραήλ. Ο οπλοφόρος βάδιζε μπροστά του και έδινε την εντύπωση ότι τίποτε δεν μπορούσε να σταθεί μπροστά του. Όταν ζύγωσε περισσότερο το Δαβίδ, δεν είδε παρά έναν έφηβο που τον είπε παιδί, επειδή ήταν τόσο νέος. Η όψη του Δαβίδ ήταν ροδοκόκκινη με το χρώμα της υγείας και η καλοφτιαγμένη κορμοστασιά του, απροστάτευτη από την πανοπλία, φαινόταν να έχει την υπεροχή. Ανάμεσα όμως στο νεανικό παρουσιαστικό και στις πελώριες διαστάσεις του Φιλισταίου η αντίθεση ήταν τεράστια.ΠΠ 645.5

    Ο Γολιάθ καταλήφθηκε από κατάπληξη και οργή. Ξεφώνησε: «Κύων είμαι εγώ, ώστε έρχεσαι προς εμέ με ράβδους;» και στη συνέχεια άρχισε να εκσφενδονίζει εναντίον του Δαβίδ τις τρομερότερες κατάρες στο όνομα όλων των θεών που γνώριζε. Κραύγασε με σαρκασμό: «Ελθέ προς εμέ και θέλω παραδώσει τας σάρκας σου εις τα πετεινά του ουρανού, και εις τα θηρία του αγρού.»ΠΠ 646.1

    Ο Δαβίδ δεν πτοήθηκε από το Φιλισταίο μαχητή. Ερχόμενος πλησιέστερα, είπε στον ανταγωνιστή του:ΠΠ 646.2

    «Συ έρχεσαι εναντίον μου με ρομφαίαν, και δόρυ, και ασπίδα, εγώ δε έρχομαι εναντίον σου εν τω ονόματι του Κυρίου των δυνάμεων, του Θεού των στρατευμάτων του Ισραήλ, τα οποία συ εξουθένησας. Την ημέραν ταύτην θέλει σοι παραδώσει ο Κύριος εις την χείρα μου, και θέλω σε πατάξει, και αφαιρέσε; από σου την κεφαλήν σου, και θέλω παραδώσει τα πτώματα του στρατοπέδου των Φιλισταίων την ημέραν ταύτην εις τα πετεινά του ουρανού, και εις τα θηρία της γης. Διά να γνωρίση πάσα η γη ότι είναι Θεός εις τον Ισραήλ, και θέλει γνωρίσει παν το πλήθος τούτο ότι ο Κύριος δεν σώζει με ρομφαίαν και δόρυ, διότι του Κυρίου είναι η μάχη και Αυτός θέλει σας παραδώσει εις την χείρα ημών.»ΠΠ 646.3

    Ο τόνος της φωνής του ήταν ατρόμητος και μια έκφραση θριάμβου και αγαλλίασης διαγραφόταν στο όμορφο πρόσωπό του. Η εκφώνηση έγινε με καθαρή και μελωδική φωνή και αντήχησε στον αέρα. Την άκουσαν ευκρινέστατα οι χιλιάδες που είχαν παραταχθεί για πόλεμο.ΠΠ 646.4

    Ο Γολιάθ έβραζε από το θυμό του. Οργισμένος έσπρωξε προς τα πίσω την περικεφαλαία που προστάτευε το μέτωπό του και έσπευσε προς τα εμπρός να εκδικηθεί τον αντίπαλό του. Ο γιος του Ιεσσαί έκανε τις ετοιμασίες του για τον εχθρό του.ΠΠ 646.5

    «Και ότε εσηκώθη ο Φιλισταίος, και ήρχετο και επλησίαζεν εις συνάντησιν του Δαβίδ, ο Δαβίδ έσπευσε και έδραμε προς μάχην εναντίον του Φιλισταίου. Και εκτείνας ο Δαβίδ την χείρα αυτού προς το σακκίον, έλαβεν εκείθεν λίθον και εσφενδόνισε και εκτύπησε τον Φιλισταίον κατά το μέτωπον αυτού, ώστε ο λίθος ενεπήχθη εις το μέτωπον αυτού, και έπεσε κατά πρόσωπον εις την γην.»ΠΠ 646.6

    Κατάπληξη κατέλαβε τις παρατάξεις των δύο στρατευμάτων. Ήταν σίγουροι ότι ο Δαβίδ θα σκοτωνόταν. Όταν όμως η πέτρα σφυρίζοντας στον αέρα έφθασε κατευθείαν στο στόχο της, είδαν το δεινό πολεμιστή να τρέμει και να υψώνει τα χέρια του σαν να είχε ξαφνικά τυφλωθεί. Ο γίγαντας έχασε την ισορροπία του και άρχισε να τρικλίζει. Σαν κομμένο από τον κορμό δένδρο έπεσε καταγής. Ο Δαβίδ δεν έχασε λεπτό. Έτρεξε στο πεσμένο μπρούμυτα κορμί του Φιλισταίου και με τα δύο χέρια του σήκωσε το βαρύ σπαθί του Γολιάθ. Πριν από ένα λεπτό ο γίγαντας βαυκαλιζόταν ότι θα χώριζε με αυτό το κεφάλι του νέου από τους ώμους του και θα πέταγε το σώμα του στα όρνεα του Ουρανού. Τώρα η σπάθα υ-ψώθηκε στον αέρα και το κεφάλι του είρωνα χωρίστηκε από το κορμί, ενώ μια θριαμβική κραυγή ανερχόταν από το στρατόπεδο των Ισραηλιτών.ΠΠ 646.7

    Οι Φιλισταίοι τρομοκρατήθηκαν και η σύγχυση που ακολούθησε κατέληξε σε άτακτη υποχώρηση. Οι κραυγές των Εβραίων που πανηγύριζαν, αντιλαλούσαν ψηλά στις βουνοκορφές, καθώς έτρεχαν καταδιώκοντας τους τρεπομένους σε φυγή εχθρούς τους.ΠΠ 647.1

    «Και κατεδίωξαν τους Φιλισταίους έως της εισόδου της κοιλάδος, και έως των πυλών της Ακκαρών. Και έπεσον οι τραυματισμένοι των Φιλισταίων εν τη οδώ Σααρείμ, έως Γαθ, και έως Ακκαρών. Και επέστρεψαν οι υιοί Ισραήλ εκ της καταδιώξεως των Φιλισταίων, και διήρπασαν τα στρατόπεδα αυτών. Ο δε Δαβίδ έλαβε την κεφαλήν του Φιλισταίου, και έφερεν αυτήν εις Ιερουσαλήμ, την δε πανοπλίαν αυτού έβαλεν εν τη σκηνή αυτού.»ΠΠ 647.2

    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents