Loading...
Larger font
Smaller font
Copy
Print
Contents
Πατριάρχες και Προφήτες - Contents
  • Results
  • Related
  • Featured
No results found for: "".
  • Weighted Relevancy
  • Content Sequence
  • Relevancy
  • Earliest First
  • Latest First
    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents

    Κεφάλαιο 13—Η Δοκιμη τησ Πιστησ

    (Βασίζεται στο βιβλίο Γένεσις, κεφ. 16:, 17:18-20, 21:1-14, 22:1-19)ΠΠ 123.1

    Παρόλο ότι ο Αβραάμ είχε ανεπιφύλακτα δεχτεί την υπόσχεση ότι θα αποκτούσε γιο, δεν περίμενε όμως το Θεό να εκπληρώσει το λόγο Του στο δικό Του καιρό και με το δικό Του τρόπο. Είχε δοθεί κάποια αναβολή με σκοπό να δοκιμαστεί η πίστη του στη θεϊκή δύναμη. Κρίνοντας ότι ήταν αδύνατον να αποκτήσουν παιδί στα γεράματά τους, η Σάρρα πρότεινε σαν σχέδιο με το οποίο θα μπορούσε να εκπληρωθεί ο θεϊκός σκοπός. Η σκέψη αυτή ήταν να λάβει ο Αβραάμ μια από τις δούλες της σαν δεύτερη γυναίκα του. Η πολυγαμία είχε τόσο πολύ διαδοθεί, που είχε πάψει να θεωρείται αμαρτία. Αυτό όμως δε σήμαινε ότι δεν αποτελούσε παράβαση του νόμου του Θεού και ότι δεν είχε μοιραία αποτελέσματα στην ιερότητα και στη γα-λήνη των οικογενειακών σχέσεων. Ο γάμος του Αβραάμ με την Άγαρ είχε άσχημα επακόλουθα όχι μόνο για τη δική του οικογένεια, αλλά και για τις επερχόμενες γενεές.ΠΠ 123.2

    Κολακευμένη από την καινούρια τιμητική θέση της σαν σύζυγος τώρα του Αβραάμ και ελπίζοντας ότι θα γίνει η μητέρα του μεγάλου έθνους που θα προερχόταν από αυτόν, η Άγαρ περηφανεύθηκε και φερόταν στην κυρία της με καύχηση και περιφρόνηση. Αμοιβαίες ζηλοτυπίες τάραζαν τώρα τη γαλήνη της άλλοτε ευτυχισμένης οικογένειας. Υποχρεωμένος να ακούει τα παράπονα των δύο γυναικών, ο Αβραάμ πάσχιζε άδικα να αποκαταστήσει την αρμονία. Παρόλο ότι είχε παντρευτεί την Άγαρ έπειτα από την επιμονή και παρότρυνση της Σάρρας, αυτή τον μεμφόταν κατοπινά σαν να ήταν εκείνος ο φταίχτης. Ήθελε να απαλλαγεί από την αντίζηλό της, πράγμα που ο Αβραάμ αρνούταν να επιτρέψει επειδή η Άγαρ επρόκειτο να γίνει η μητέρα του παιδιού του. Ο Αβραάμ πίστευε με την ψυχή του ότι αυτός ήταν ο γιος της υπόσχεσης. Αλλά η Άγαρ ήταν Δού δού- λη της Σάρρας και για αυτό την άφησε κάτω από τον έλεγχο της κυρίας της. Το περήφανο πνεύμα όμως της Άγαρ δεν εννοούσε να αποβάλει την τραχύτητα που προκαλούσε η από μέρους της έλλειψη σεβασμού. Και όταν «μετεχειρίσθη η Σάρα αυτήν κακώς εκείνη έφυγεν από προσώπου αυτής».ΠΠ 123.3

    Ακολούθησε το δρόμο προς την έρημο και όπως κάθισε να ξαποστάσει ολομόναχη χωρίς φίλους πλάι σε μια πηγή, παρουσιάσθηκε μπροστά της ένας άγγελος του Κυρίου με ανθρώπινη μορφή. Απευθυνόμενος σε αυτή με τα λόγια «Άγαρ, δούλη της Σάρας» για να της υπενθυμίσει τη θέση της και το καθήκον της, την πρόσταξε: «Επίστρεψον προς την κυρίαν σου και ταπεινώθητι υπό ΠΠ 124.1

    τας χείρας αυτής.» Μαζί όμως με την επίπληξη αναφέρθηκαν και λόγια παρηγοριάς: «Ήκουσεν ο Κύριος την θλίψιν σου.» «Θέλω πληθύνει σφόδρα το σπέρμα σου, ώστε να μη αριθμήται διά τοΠΠ 124.2

    πλήθος.» Και για να της υπενθυμίζεται διαρκώς η ευσπλαχνία Του, έλαβε την προσταγή να ονομάσει το παιδί της Ισμαήλ που σημαίνει «ο Θεός ακούει».ΠΠ 124.3

    Όταν ο Αβραάμ πλησίαζε τα εκατό χρόνια, η υπόσχεση ενός γιου του επαναλήφθηκε με τη διαβεβαίωση ότι ο μελλοντικός κληρονόμος θα ήταν το παιδί της Σάρρας. Αλλά ούτε και τότε ο Αβραάμ κατάλαβε την υπόσχεση. Η σκέψη του πήγε αμέσως στον Ισμαήλ επειδή εξακολουθούσε να πιστεύει ότι με αυτόν θα εκπληρώνονταν οι αγαθές προθέσεις του Θεού. Παρακινούμενος από την αγάπη που έτρεφε για το γιο του, αναφώνησε: «Είθε ο Ισμαήλ να ζήσει ενώπιόν Σου!» ΠΠ 124.4

    Για άλλη μια φορά του δόθηκε η υπόσχεση με λόγια που ήταν αδύνατον να παρερμηνευθούν: «Η γυνή σου Σάρρα θέλει γεννήσει υιόν εις σε και θέλεις καλέσει το όνομα αυτού Ισαάκ, και θέλω στήσει την διαθήκην Μου προς αυτόν.» Μολαταύτα ο Θεός δεν αγνόησε την ικεσία του πατέρα και είπε: «Περί δε του Ισμαήλ, σου εισήκουσα. Ιδού, ηυλόγησα αυτόν ... και θέλω κάμει αυτόν έθνος μέγα.»ΠΠ 124.5

    Η γέννηση του Ισαάκ γέμισε με χαρά τις σκηνές του Αβραάμ και της Σάρρας, επαληθεύοντας την εκπλήρωση των προσφιλέστερων ελπίδων τους έπειτα από αναμονή μιας ολόκληρης ζωής. Αντίθετα, για την Άγαρ το γεγονός αυτό σήμαινε την ανατροπή των δικών της προσφιλών προσδοκιών. Ο έφηβος Ισμαήλ θεωρείτο από όλους στο στρατόπεδο ο κληρονόμος του πλούτου του Αβραάμ και των υποσχόμενων στους απογόνους του ευλογιών. Τώρα ξαφνικά παραμερίσθηκε. Και μέσα στην απογοήτευσή τους, μητέρα και γιος μίσησαν το παιδί της Σάρρας. Η γενική χαρά αύξησε τη ζήλια τους σε σημείο που ο Ισμαήλ τόλμησε να ειρωνευ- θεί μπροστά στους άλλους τον κληρονόμο της θεϊκής υπόσχεσης. Στην ατίθαση ιδιοσυγκρασία του Ισμαήλ ή Σάρρα διέβλεψε μια συνεχή αιτία διχόνοιας, και απευθυνόμενη στον Αβραάμ απαίτησε να διώξει την Άγαρ και τον Ισμαήλ από το στρατόπεδο.ΠΠ 124.6

    Ο πατριάρχης βρέθηκε σε εξαιρετικά δύσκολη θέση. Πώς μπορούσε να εξορίσει τον το γιο του, Ισμαήλ, που πάντοτε αγαπούσε τόσο πολύ; Μέσα στην αμηχανία του αναζήτησε την καθοδήγηση του Θεού. Με έναν άγγελο ο Κύριος τον καθοδήγησε να εκπληρώσει την επιθυμία της Σάρρας. Η αγάπη του για τον Ισμαήλ και την Άγαρ δεν έπρεπε να σταθεί εμπόδιο επειδή μόνο με αυτό τον τρόπο θα μπορούσε να αποκαταστήσει την ειρήνη και την ευ-τυχία στο σπιτικό του. Ο άγγελος του έδωσε την παρήγορη υπόσχεση ότι αν και χωρισμένος από το σπίτι του πατέρα του, ο Θεός δε θα εγκατέλειπε τον Ισμαήλ. Η ζωή του θα προστατευόταν και αυτός θα γινόταν πατέρας ενός μεγάλου έθνους. Ο Αβραάμ υπάκουσε στο λόγο του αγγέλου αλλά αυτό δεν έγινε χωρίς να νιώσει βαθιά συντριβή. Η καρδιά του πατέρα ράγισε από απερίγραπτη λύπη όταν απομάκρυνε την Άγαρ και το γιο του.ΠΠ 125.1

    Η καθοδήγηση που δόθηκε στον Αβραάμ για την ιερή σχέση του γάμου προοριζόταν να γίνει μάθημα για κάθε εποχή. Αυτή διακηρύσσει ότι τα δικαιώματα και η ευτυχία της σχέσης αυτής έπρεπε να περιφρουρούνται προσεκτικά, ακόμη και αν απαιτείται μεγάλη θυσία. Η Σάρρα ήταν η μόνη πραγματική γυναίκα του Αβραάμ. Κανένα άλλο άτομο δεν επιτρεπόταν να συμμετέχει στα δικαιώματά της ως συζύγου και μητέρας. Σεβόταν τον άνδρα της και το χαρακτηριστικό αυτό αναφέρεται ως ένα αξιόλογο παράδειγμα στην Καινή Διαθήκη. Δεν ήταν όμως διατεθειμένη να μοιραστεί τη στοργή του Αβραάμ με μια άλλη και ο Κύριος δεν την επέπληξε όταν ζήτησε την εκδίωξη της αντιζήλου της. Τόσο ο Αβραάμ όσο και η Σάρρα έδειξαν δυσπιστία στη δύναμη του Θεού και αυτό ήταν το λάθος που οδήγησε στο γάμο με την Άγαρ.ΠΠ 125.2

    Ο Θεός είχε καλέσει τον Αβραάμ για να γίνει ο πατέρας των πιστών και η ζωή του έπρεπε να αποτελεί παράδειγμα πιστότητας για τις ακόλουθες γενεές. Η πίστη του όμως δεν ήταν τέλεια. Είχε δείξει έλλειψη εμπιστοσύνης στο Θεό όταν απέκρυψε το γεγονός ότι η Σάρρα ήταν γυναίκα του, όπως και πάλι στην περίπτωση του γάμου του με την Άγαρ. Για να φθάσει στο ανώτερο σημείο της πίστης, ο Θεός τον υπέβαλε σε μια άλλη δοκιμασία, τη δυσκολότερη που άνθρωπος έχει κληθεί να υποστεί. Σε ένα νυχτερινό όραμα του υποδείχθηκε να πάει στον τόπο Μόριά και εκεί να προ- σφέρει το γιο του θυσία ολοκαυτώματος επάνω σε ένα βουνό που θα του υποδεικνυόταν.ΠΠ 125.3

    Όταν ο Αβραάμ έλαβε την εντολή αυτή, είχε φθάσει στην ηλικία των 120 ετών. Για εκείνη ακόμη την εποχή θεωρείτο άνθρωπος υπερήλικας. Όταν ήταν νεότερος, αντιμετώπιζε με δύναμη τις δυσκολίες και τους κινδύνους, αλλά τώρα το νεανικό σφρίγος του είχε περάσει. Όταν βρίσκεται κανείς στην ακμή της ανδρικής ηλικίας, μπορεί να αντιμετωπίσει με θάρρος δυσκολίες και συμφορές, οι οποίες θα τον έκαναν να λιποψυχεί αργότερα στη ζωή, τότε που με κλονισμένα βήματα βαδίζει προς τον τάφο. Ο Θεός όμως είχε φυ-λάξει την τελευταία, τη σκληρότερη μέχρι τότε δοκιμασία του για τον Αβραάμ την στιγμή που τα χρόνια βάραιναν επάνω του και αποζητούσε την ανάπαυση από το μόχθο και την αγωνία.ΠΠ 126.1

    Ο πατριάρχης κατοικούσε στη Βηρσαβεέ, απολαμβάνοντας τιμή και ευημερία. Ήταν πάμπλουτος και οι κυβερνήτες του τόπου τον εκτιμούσαν σαν μεγάλο άρχοντα. Χιλιάδες πρόβατα και αγελάδες κάλυπταν τις πεδιάδες που απλώνονταν γύρω από το στρατόπεδό του. Παντού ήταν στημένες οι σκηνές των υπαλλήλων του, η κατοικία εκατοντάδων πιστών υπηρετών. Μεγαλώνοντας στο πλευρό του, ο γιος της επαγγελίας είχε φθάσει στην εφηβική ηλικία. Μαζί με τις ευλογίες, φαινόταν ότι ο Ουρανός τού είχε στείλει και μια ζωή θυσιών τις οποίες υπέμεινε με καρτερική αντοχή και ακλόνητη ελπίδα.ΠΠ 126.2

    Υπακούοντας πιστά ο Αβραάμ είχε εγκαταλείψει την πατρίδα του, είχε απομακρυνθεί από τους τάφους των προγόνων του και από τη συγγένειά του. Είχε περιπλανηθεί σαν ξένος στη χώρα της κληρονομιάς του. Περίμενε πολλά χρόνια για τη γέννηση του υποσχόμενου κληρονόμου. Με την προσταγή του Θεού είχε απομακρύνει το γιο του, τον Ισμαήλ. Και τότε, ενώ το πολυπόθητο παιδί του εισερχόταν στην ανδρική ηλικία και φάνηκε ότι ο πατριάρχης μπορούσε να δει την πραγματοποίηση των ελπίδων του, παρουσιάστηκε μπροστά του μια δοκιμασία που ξεπερνούσε όλες τις άλλες.ΠΠ 126.3

    Η προσταγή διατυπώθηκε με λόγια που θα έπρεπε να βύθισαν σε φοβερή αγωνία την καρδιά του πατέρα: «Λάβε τον υιόν σου τον μονογενή, τον οποίον ηγάπησας, τον Ισαάκ, και ύπαγε εις τον τόπον Μόριά και πρόσφερε αυτόν εκεί εις ολοκαύτωμα.» Ο Ισαάκ ήταν το καμάρι του σπιτιού του, η παρηγοριά των γηρατειών του και πάνω από όλα ήταν ο κληρονόμος της υποσχόμενης ευλογίας. Αν η απώλεια ενός τέτοιου παιδιού οφειλόταν σε δυστύχημα ή σε αρρώστια, αυτό θα πλήγωνε ασφαλώς την καρδιά του στοργικού πατέρα. Θα έκανε το ασπρόμαλλο κεφάλι του να λυγίσει από λύπη. Τώρα όμως έπαιρνε την προσταγή να χύσει το αίμα αυτού του γιου με το ίδιο το χέρι του. Αυτό του φαινόταν κάτι το τρομερά αδύνατο.ΠΠ 126.4

    Ο Σατανάς τον τριγύριζε κάνοντάς του υπαινιγμό ότι θα έπρεπε να είχε καταλάβει λάθος, επειδή ο θεϊκός νόμος διατάζει «ου φονεύσης». Επομένως ο Θεός δεν μπορούσε να απαιτήσει αυτό που είχε αρχικά απαγορεύσει. Βγαίνοντας από τη σκηνή του, ο Αβραάμ ατένισε τη γαλήνια λαμπρότητα του ασυννέφιαστου ουρανού και θυμήθηκε την υπόσχεση που του είχε δοθεί πενήντα περίπου χρόνια πριν ότι το σπέρμα του θα γινόταν αμέτρητο όπως τα άστρα. Αν η υπόσχεση αυτή επρόκειτο να εκπληρωθεί με τον Ισαάκ, τότε πώς μπορούσε αυτός να θανατωθεί; Ο Αβραάμ ένιωσε τον πειρασμό να πιστέψει ότι είχε παραπλανηθεί. Μέσα στην αμφιβολία και στη μεγάλη αγωνία, έπεσε καταγής και προσευχήθηκε έτσι όπως δεν είχε ποτέ μέχρι τότε προσευχηθεί για κάποια επιβεβαίωση της προσταγής, αν έπρεπε δηλαδή να εκτελέσει το τρομερό αυτό καθήκον.ΠΠ 127.1

    Θυμήθηκε τους αγγέλους που είχαν σταλεί να του φανερώσουν το σκοπό του Θεού να καταστρέψει τα Σόδομα και που του είχαν γνω-στοποιήσει την υπόσχεση για το γιο του, τον Ισαάκ. Πήγε στο ίδιο μέρος όπου πολλές φορές είχε συναντήσει τους ουράνιους απεσταλμένους, ελπίζοντας να τους ξανασυναντήσει για να πάρει ευκρινέστερη καθοδήγηση. Κανείς όμως δεν παρουσιάστηκε για να τον ανακουφίσει. Σκοτάδι φαινόταν να τον περιζώνει. Η διαταγή όμως του Θεού ηχούσε στα αυτιά του: «Λάβε τώρα τον υιόν σου τον μονογενή τον οποίον ηγάπησας, τον Ισαάκ.» Έπρεπε να υπακούσει στη διαταγή αυτή και δεν τολμούσε να την αναβάλει. Πλησίαζε να ξημερώσει και έπρεπε να ξεκινήσει για το ταξίδι του.ΠΠ 127.2

    Επιστρέφοντας στη σκηνή του, πήγε στο μέρος όπου ο Ισαάκ κοιμόταν το βαθύ και ατάραχο ύπνο της νεανικής ηλικίας και της αθωότητας. Για μια στιγμή ο πατέρας κοίταξε το αγαπημένο πρόσωπο του γιου του και απομακρύνθηκε τρέμοντας. Πήγε πλάι στη Σάρρα που και αυτή κοιμόταν. Έπρεπε τάχα να την ξυπνήσει για να μπορέσει να αγκαλιάσει για τελευταία φορά το παιδί της; Έπρεπε να της πει για την απαίτηση του Θεού; Λαχταρούσε να ελαφρώσει την καρδιά του μιλώντας της και συμμεριζόμενος μαζί της την τρομερή εκείνη υποχρέωση. Συγκρατήθηκε όμως από φόβο ότι αυτή θα προσπαθούσε να τον εμποδίσει. Ο Ισαάκ ήταν η χαρά της, το καμάρι της. Η ψυχή της ήταν δεμένη με αυτόν και ενδεχομένως η μητρική αγάπη να αρνηθεί τη θυσία.ΠΠ 127.3

    Τέλος, ο Αβραάμ κάλεσε το γιο του και του μίλησε για την εντολή να προσφέρει θυσία επάνω σε ένα μακρινό βουνό. Ο Ισαάκ πήγαινε συχνά με τον πατέρα του να λατρεύσει το Θεό σε κάποιο από τα πολλά θυσιαστήρια που εκείνος είχε ορθώσει κατά τη νομαδική του ζωή. Για αυτό δεν παραξενεύθηκε από την κλήση αυτή. Οι προετοιμασίες του ταξιδιού γρήγορα ολοκληρώθηκαν. Τα ξύλα ετοιμάστηκαν και φορτώθηκαν στο γαϊδουράκι, και με δύο υπηρέτες βγήκαν στο δρόμο τους. Πατέρας και γιος βάδιζαν πλάι-πλάι σιωπηλοί. Συλλογιζόμενος το βαρύ μυστικό του, ο πατριάρχης δεν είχε διάθεση για κουβέντες. Η σκέψη του πήγαινε στην περήφανη, γλυκιά μητέρα και στην ημέρα που θα γύριζε κοντά της μόνος του. Ήξερε ότι το μαχαίρι που θα αφαιρούσε τη ζωή του παιδιού της, θα τρυπούσε την καρδιά της.ΠΠ 127.4

    Η ημέρα εκείνη - η πιο ατέλειωτη που είχε ποτέ ζήσει ο Αβραάμ έφτανε σιγά-σιγά στο τέλος της. Ενώ ο γιος του και οι δύο νέοι κοιμόντουσαν, εκείνος πέρασε τη νύχτα προσευχόμενος, τρέφοντας ακόμη την ελπίδα ότι κάποιος ουράνιος απεσταλμένος θα ερχόταν για να του πει ότι η δοκιμασία ήταν αρκετή και ότι το παιδί μπορούσε πια να επιστρέφει άθικτο στη μητέρα του. Άλλη μια μεγάλη ημέρα, άλλη μια νύχτα ταπείνωσης και προσευχής, ενώ συνέχεια στα αυτιά του ηχούσε η εντολή που έμελλε να τον αφήσει άτεκνο.ΠΠ 128.1

    Ο Σατανάς πλησίαζε με ψίθυρους αμφιβολίας και απιστίας, αλλά ο Αβραάμ απέκρουσε τους υπαινιγμούς του. Την ώρα που την τρίτη ημέρα ετοιμάζονταν να συνεχίσουν το ταξίδι τους, ο πατριάρχης ατενίζοντας στο βορρά, διέκρινε το σημείο της υπόσχεσης: ένα ένδοξο σύννεφο να αιωρείται επάνω από το όρος Μόριά, και με αυτό βεβαιώθηκε πως η φωνή που του είχε μιλήσει, ήταν από τον Ουρανό.ΠΠ 128.2

    Ούτε και τώρα δεν παραπονέθηκε στο Θεό, αλλά προσπάθησε να πάρει θάρρος συλλογιζόμενος τις αποδείξεις αγαθότητας και πιστότητας του Κυρίου. Ο γιος αυτός του είχε παραδοθεί χωρίς να τον περιμένει. Μήπως Εκείνος που του είχε χαρίσει το πολύτιμο αυτό δώρο δεν είχε το δικαίωμα να ανακαλέσει αυτό που Του ανήκε; Τότε η πίστη επανέλαβε την υπόσχεση: «Εν Ισαάκ θέλει κληθή εις σε σπέρμα», σπέρμα τόσο αναρίθμητο σαν τους κόκκους της άμμου στην ακροθαλασσιά. Ο Ισαάκ ήταν το αποτέλεσμα ενός θαύματος και δε θα μπορούσε η δύναμη που τον έφερε στη ζωή να τον επαναφέρει πάλι; Ατενίζοντας πέρα από τον ορατό κόσμο, ο Αβραάμ στηρίχθηκε στο θεϊκό λόγο, «συλλογισθείς ότι ο Θεός δύναται και εκ νεκρών να ανεγείρη.» (Εβρ. 11:19).ΠΠ 128.3

    Κανείς όμως άλλος εκτός από το Θεό δεν μπορούσε να αισθανθεί πόσο μεγάλη θυσία υφίστατο ο πατέρας που παρέδιδε το γιο του στο θάνατο. Ο Αβραάμ δεν ήθελε κανείς άλλος να παρευρεθεί στη σκηνή του αποχωρισμού παρά μόνο ο Θεός. Ζήτησε από τους υ- πηρέτες του να παραμείνουν εκεί όπου ήταν, λέγοντας: «Εγώ και το παιδάριον θέλομεν υπάγει έως εκεί, και αφού προσκυνήσωμεν, θέλομεν επιστρέφει προς εσάς.» Τα ξύλα φορτώθηκαν στον Ισαάκ, σε αυτόν που θα γινόταν θυσία, ο πατέρας πήρε το μαχαίρι και τη φωτιά. Μαζί άρχισαν να ανηφορίζουν προς την κορυφή του βουνού, ενώ ο νέος απορούσε σιωπηλός από πού θα ερχόταν το ζώο για την προσφορά, αφού βρίσκονταν τόσο μακριά από κοπάδια και αγέλες. Κάποτε αποφάσισε να μιλήσει: «Πάτερ μου,.. . ιδού το πυρ και τα ξύλα, αλλά πού το πρόβατον δια την ολοκαύτωσιν;» Ω, τι δοκιμασία ήταν αυτή! Πόσο οι γλυκές εκείνες λέξεις «πάτερ μου» διατρύπησαν την καρδιά του Αβραάμ! Όχι ακόμη, δεν μπορούσε να το πει ακόμη. Αλλά είπε: «Τέκνον μου, ο Θεός θέλει προβλέψει εις Εαυτόν το πρόβατον διά την ολοκαύτωσιν.»ΠΠ 128.4

    Όταν έφθασε η ώρα, έστησαν το θυσιαστήριο και στοίβαξαν επάνω του τα ξύλα. Τότε, με τρεμάμενη φωνή ο Αβραάμ φανέρωσε στο γιο του το θεϊκό μήνυμα. Με έκπληξη και τρόμο ο Ισαάκ πληροφορήθηκε τη μοίρα του, αλλά δεν πρόβαλε καμιά αντίσταση. Αν ήθελε, θα μπορούσε να αποφύγει το πεπρωμένο του. Ο κεραυνωμένος από τη λύπη πρεσβύτης, εξαντλημένος από την αγωνία των τριών εκείνων ημερών, δε θα ήταν σε θέση να αντισταθεί στο θέλημα του σφριγηλού νεανία. Ο Ισαάκ όμως είχε διδαχθεί από παιδί να υπακούει με προθυμία και με εμπιστοσύνη. Όταν του απο-καλύφθηκε ο σκοπός του Θεού, έδειξε θεληματική υποταγή. Ήταν συμμέτοχος της πίστης του Αβραάμ και ένιωθε ότι ήταν τιμή για αυτόν να κληθεί να προσφέρει τη ζωή του στο Θεό. Στοργικά προσπαθεί να ελαφρύνει τη θλίψη του πατέρα και τον ενθαρρύνει να δέσει με τα μουδιασμένα χέρια του τα σχοινιά που θα τον ακινητοποιούσαν επάνω στο θυσιαστήριο.ΠΠ 129.1

    Τα τελευταία στοργικά λόγια ειπώθηκαν, τα τελευταία δάκρυα χύθηκαν, ο τελευταίος ασπασμός δόθηκε. Ο πατέρας σηκώνει το μαχαίρι να σφάξει το παιδί του, όταν ξαφνικά το χέρι του σταματάει. Ένας άγγελος του Θεού καλεί τον πατριάρχη από τον ουρανό: «Αβραάμ, Αβραάμ! » Εκείνος απαντάει αμέσως: «Ιδού εγώ.» Ακούγεται πάλι η φωνή: «Μη επιβάλης την χείρα σου επί το παιδάριον και μη πράξης εις αυτό μηδέν, διότι τώρα εγνώρισα ότι συ φοβείσαι τον Θεόν, επειδή δεν ελυπήθης τον υιόν σου τον μονογενή δι’Εμέ.»ΠΠ 129.2

    Τότε ο Αβραάμ είδε «και ιδού κριός όπισθεν αυτού, κρατούμενος από των κεράτων αυτού εις φυτόν πυκνόκλαδον». Γρήγορα έφερε το καινούριο θύμα και το πρόσφερε «αντί του υιού αυτού». Με μεγάλη του χαρά και ευγνωμοσύνη ο Αβραάμ έδωσε καινούρ- για ονομασία στο ιερό εκείνο σημείο, «Ιεοβάιρέ» που σημαίνει «ο Κύριος θέλει εμφανισθή.»ΠΠ 129.3

    Επάνω στο Όρος Μόριά ο Κύριος ανανέωσε τη διαθήκη Του, επιβεβαιώνοντας με επίσημο όρκο την ευλογία προς τον Αβραάμ και το σπέρμα του μέσω των επερχόμενων γενεών: «Ώμοσα εις Εμαυτόν, λέγει Κύριος, ότι επειδή έπραξας το πράγμα τούτο, και δεν ελυπήθης τον υιόν σου, τον μονογενή σου, ότι ευλογών θέλω σε ευλογήσει, και πληθύνων θέλω πληθύνει το σπέρμα σου ως τα άστρα του ουρανού, και ως την άμμον την παρά το χείλος της θαλάσσης. Και το σπέρμα σου θέλει κυριεύσει τας πύλας των εχθρών αυτού, και εν τω σπέρματί σου θέλουσιν ευλογηθή πάντα τα έθνη της γης, διότι υπήκουσας εις την φωνή Μου.»ΠΠ 130.1

    Η εξαίρετη αυτή πράξη πίστης του Αβραάμ ορθώνεται σαν στήλη φωτός, ρίχνοντας ακτίνες στο μονοπάτι των δούλων του Θεού σε όλες τις κατοπινές γενεές. Ο Αβραάμ δε ζήτησε να βρει δικαιολογία για να αποφύγει να εκτελέσει το θέλημα του Θεού. Στο διάστημα του τριήμερου εκείνου ταξιδιού είχε όλο το χρόνο να σκεφτεί και να αμφιβάλει για τη στάση του Θεού, αν είχε πρόθεση να αμφιβάλει. Θα μπορούσε να είχε συλλογιστεί ότι η σφαγή του παιδιού του θα τον έκανε να φαίνεται σαν φονιάς, ένας δεύτερος Κάιν, ή ότι θα προξενούσε την περιφρόνηση και την απόρριψη της διδασκαλίας του, καταστρέφοντας έτσι την ικανότητά του να κάνει καλό στους συνανθρώπους του. Θα μπορούσε να προβάλει σαν δικαιολογία την προχωρημένη ηλικία του. Ο Αβραάμ ήταν άνθρωπος. Τα αισθήματά του και οι δεσμοί συμπάθειας δε διέφεραν από τα δικά μας. Δε στάθηκε όμως να διερωτηθεί πώς θα εκπληρωνόταν η υπόσχεση αν θανατωνόταν ο Ισαάκ. Δε σταμάτησε για να ρωτήσει την πονεμένη καρδιά του. Ήξερε ότι ο Θεός είναι δίκαιος και ότι οι αξιώσεις του είναι ορθές, και υπάκουσε στην εντολή κατά γράμμα.ΠΠ 130.2

    «Επίστευσε δε ο Αβραάμ εις τον Θεόν και ελογίσθη εις αυτόν εις δικαιοσύνην.» Και ο Παύλος λέει ότι «οι όντες εκ πίστεως, ούτοι είναι υιοί του Αβραάμ». Η πίστη όμως του Αβραάμ φάνηκε από τα έργα του. «Αβραάμ ο πατήρ ημών δεν εδικαιώθη εξ έργων ότε προσέφερεν Ισαάκ τον υιόν αυτού επί το θυσιαστήριον; Βλέπεις ότι η πίστις συνήργει εις τα έργα αυτού, και εκ των έργων η πίστις ετελειώθη;» Πολλοί δεν κατορθώνουν να εννοήσουν τη σχέση μεταξύ πίστης και έργων. Λένε: «Πίστεψε μόνο στο Χριστό και είσαι εξασφαλισμένος. Δεν έχεις τίποτε να κάνεις με την τήρηση του νόμου.» Η πραγματική όμως πίστη φανερώνεται με την υπακοή. «Εάν ήσθε τέκνα του Αβραάμ, τα έργα του Αβραάμ ηθέλετε κάμνει.» Και αναφερόμενος στον πατέρα των πιστων, ο Θεός δη- λώνει: «Ο Αβραάμ υπήκουσεν εις την φωνήν Μου, και εφύλαξε τα προοτάγματά Μου και τους νόμους Μου.» Ο απόστολος Ιάκωβος λέει: «Η πίστις, εάν δεν έχη έργα, νεκρά είναι καθ’εαυτήν.» Και ο Ιωάννης που τόσο πολύ αναφέρεται στην αγάπη, μας λέει: «Αύτη είναι η αγάπη του Θεού, το να φυλάττωμεν τας εντολάς Αυτού.» (Ιακ. 2:23, Γαλ. 3:7, Ιακ. 2:21,22, Ιωάν. 8:39, Γέν. 26:5, Ιακ. 2:17, ΑΊωάν. 5:3).ΠΠ 130.3

    Με τους τύπους και με την υπόσχεση «ο Θεός προήγγειλεν εις τον Αβραάμ» το Ευαγγέλιο. Η πίστη του πατριάρχη στηρίχθηκε στον ερχόμενο Λυτρωτή. Ο Χριστός είπε στους Ιουδαίους: «Ο Αβραάμ ο πατήρ σας είχεν αγαλλίασιν να ίδη την ημέραν την Εμήν, και είδε και εχάρη.» (Γαλ. 3:8, Ιωάν. 8:56). Το κριάρι που προσφέρθηκε θυσία αντί για τον Ισαάκ, συμβολίζει τον Υιό του Θεού που έμελλε να θυσιασθεί για μας. Όταν με την παράβαση του νόμου του Θεού ο άνθρωπος βρέθηκε καταδικασμένος σε θάνατο, ο Πατέρας αντικρίζοντας τον Υιό Του, είπε στον αμαρτωλό: «ζήσε, έχω εξεύρει αντίλυτρο.»ΠΠ 131.1

    Ο σκοπός για τον οποίο ο Θεός πρόσταξε στον Αβραάμ να σφάξει το γιο του, ήταν να εντυπώσει στη σκέψη του την ευαγγελική αυτή αλήθεια και επιπλέον να δοκιμάσει την πίστη του. Του επιτράπηκε να περάσει την αγωνία των μαύρων εκείνων ημερών της τρομερής δοκιμασίας για να μπορέσει, από προσωπική του πείρα, να νιώσει κάτι από το μέγεθος της θυσίας την οποία υπέστη ο Θεός για την απολύτρωση του ανθρώπου. Καμιά άλλη δοκιμασία δε θα μπορούσε να προξενήσει τέτοια ψυχική οδύνη στον Αβραάμ όπως η θυσία του γιου του. Ο Θεός παρέδωσε τον Υιό Του σε έναν εναγώνιο και επαίσχυντο θάνατο. Οι άγγελοι που παρέστησαν μάρτυρες της ταπείνωσης και του ψυχικού άγχους του Υιού του Θεού δεν είχαν το δικαίωμα να επέμβουν, όπως έγινε στην περίπτωση του Ισαάκ. Καμιά φωνή δεν ακούστηκε να πει: «φθάνει ως εδώ.» Προκειμένου να σώσει την ανθρώπινη αμαρτωλή φυλή, ο Βασιλιάς της δόξας πρόσφερε τη ζωή Του. Τι μεγαλύτερη απόδειξη μπορούσε να δοθεί για την άπειρη ευσπλαχνία και αγάπη του Θεού; «Όστις τον ίδιον Εαυτού Υιόν δεν εφείσθη, αλλά παρέδωκεν Αυτόν υπέρ πάντων ημών, πώς και μετ’Αυτού δεν θέλει χαρίσει εις ημάς τα πάντα;» (Ρωμ. 8:32).ΠΠ 131.2

    Η θυσία που απαιτήθηκε από τον Αβραάμ, δεν αποσκοπούσε μόνο στο δικό του καλό, ούτε αποκλειστικά στο όφελος των επερχομένων γενεών. Απέβλεπε να διδάξει τις αναμάρτητες υπάρξεις του Ουρανού και των άλλων κόσμων. Το πεδίο της διαμάχης μεταξύ Χριστού και Σατανά - το έδαφος επάνω στο οποίο εκπληρώθηκε το σχέδιο της απολύτρωσης - αποτελεί το μαθητικό βιβλίο του σύμπαντος. Επειδή ο Αβραάμ είχε δείξει έλλειψη εμπιστοσύνης στις υποσχέσεις του Θεού, ο Σατανάς τον κατηγόρησε στους αγγέλους και στο Θεό ως ανίκανο να εκπληρώσει τους όρους της διαθήκης και ανάξιο να δεχτεί τις ευλογίες της. Ο Θεός είχε πρόθεση να αποδείξει την αφοσίωση του δούλου Του μπροστά σε ολόκληρο τον Ουρανό, να επιδείξει ότι τίποτε λιγότερο από την τέλεια υπακοή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό και να τους παρουσιάσει εκτενέστερα το απολυτρωτικό σχέδιο.ΠΠ 131.3

    Ουράνιες υπάρξεις παρευρίσκονταν μάρτυρες στη σκηνή της δοκιμασίας του Αβραάμ και της υποταγής του Ισαάκ. Η δοκιμασία ήταν πολύ δυσκολότερη από εκείνη στην οποία είχε υποβληθεί ο Αδάμ. Η συμμόρφωση με την απαγόρευση που είχε επιβληθεί στους προπάτορές μας δεν περιλάμβανε θλίψη, ενώ η εντολή που δόθηκε στον Αβραάμ απαιτούσε την πιο σπαραξικάρδια θυσία. Όλος ο Ουρανός παρακολουθούσε με έκπληξη και θαυμασμό την ακλόνητη υπακοή του Αβραάμ. Ολόκληρος ο Ουρανός επευφήμησε την πιστότητά του. Οι κατηγορίες του Σατανά αποδείχθηκαν ψευδείς. Ο Θεός είπε στο δούλο Του: «Τώρα εγνώρισα ότι συ φοβείσαι τον Θεόν (παρά τις κατηγορίες του Σατανά), επειδή δεν ελυπήθης τον υιόν σου τον μονογενή δι’Εμέ.» Η διαθήκη του Θεού επικυρωμένη στον Αβραάμ με όρκο μπροστά στις υπάρξεις των άλλων κόσμων, μαρτυρεί ότι η υπακοή θα ανταμειφθεί.ΠΠ 132.1

    Ήταν δύσκολο ακόμη και για τους αγγέλους να καταλάβουν ότι ο Αρχηγός του Ουρανού, ο Υιός του Θεού, έπρεπε να πεθάνει χάρη του αμαρτωλού ανθρώπου. Όταν ο Αβραάμ έλαβε την προσταγή να θυσιάσει το γιο του, το ενδιαφέρον όλων των ουράνιων υπάρξεων αφυπνίστηκε. Με αδιάπτωτη προθυμία παρακολουθούσαν βήμα προς βήμα την εκπλήρωση της προσταγής αυτής. Όταν στην ερώτηση του Ισαάκ «πού το πρόβατον διά την ολοκαύτωσιν;» ο Αβραάμ απάντησε «ο Θεός θέλει προβλέψει εις Εαυτόν το πρόβατον», όταν το χέρι του πατέρα ήταν έτοιμο να σφάξει το παιδί του, κρατήθηκε. Το προορισμένο από το Θεό κριάρι θυσιάστηκε αντί του Ισαάκ και χύθηκε φως επάνω στο σχέδιο της απολύτρωσης. Αυτοί οι άγγελοι κατάλαβαν καλύτερα τη θαυμαστή πρόβλεψη που είχε κάνει ο Θεός για τη σωτηρία των ανθρώπων. (Δείτε Α', Πετρ. 1:12).ΠΠ 132.2

    Larger font
    Smaller font
    Copy
    Print
    Contents